Η Ρωσία εισήγαγε προσωρινούς περιορισμούς στις εξαγωγές βενζίνης και ντίζελ, σε μια προσπάθεια να σταθεροποιήσει την εγχώρια αγορά μετά την άνοδο των τιμών των καυσίμων κίνησης, ανακοίνωσε η κυβέρνηση την Πέμπτη.
Σημειώνεται ότι η Ρωσία είναι σημαντικός προμηθευτής ντίζελ στις παγκόσμιες αγορές.
Οι αυξανόμενες τιμές των καυσίμων κίνησης είναι ένας από τους μεγαλύτερους παράγοντες που συνέβαλαν στον πληθωρισμό της Ρωσίας, και αποτελούν ένα πιθανό πονοκέφαλο καθώς το Κρεμλίνο προετοιμάζεται για τις προεδρικές εκλογές του Μαρτίου. Οι τιμές λιανικής της βενζίνης και του ντίζελ στη Ρωσία αυξήθηκαν κατά 9,4% από την αρχή του έτους έως τις 18 Σεπτεμβρίου σε σύγκριση με αύξηση των συνολικών τιμών καταναλωτή κατά 4%, σύμφωνα με τα πιο πρόσφατα στοιχεία της Ομοσπονδιακής Στατιστικής Υπηρεσίας.
«Οι προσωρινοί περιορισμοί θα συμβάλουν στον κορεσμό της αγοράς καυσίμων, κάτι που με τη σειρά του θα μειώσει τις τιμές για τους καταναλωτές», ανέφερε το γραφείο Τύπου της ρωσικής κυβέρνησης. «Προηγουμένως, για να σταθεροποιηθεί η κατάσταση στην αγορά καυσίμων, η κυβέρνηση αύξησε τις υποχρεωτικές ποσότητες προμήθειας βενζίνης κίνησης και ντίζελ στο χρηματιστήριο εμπορευμάτων», ανέφερε επίσης. «Έχει επίσης καθιερωθεί η καθημερινή παρακολούθηση των αγορών καυσίμων για τις ανάγκες των αγροτικών παραγωγών με άμεση προσαρμογή των ποσοτήτων».
Σχετικό έγγραφο με την απόφαση, υπογεγραμμένο από τον πρωθυπουργό Μιχαήλ Μισούστιν, αναμένεται να δημοσιευθεί αργότερα. Το μέτρο ισχύει επίσης για τη βενζίνη.
Η Ρωσία τους τελευταίους μήνες αντιμετωπίζει ελλείψεις βενζίνης και ντίζελ και οι τιμές των καυσίμων χονδρικής έχουν εκτοξευθεί λόγω της αύξησης των παγκόσμιων τιμών του πετρελαίου και της αποδυνάμωσης του ρουβλίου. Η χώρα εφαρμόζει μια μακρόχρονη πολιτική περιορισμού των λιανικών τιμών των καυσίμων, προσπαθώντας να τις περιορίσει σύμφωνα με τον επίσημο πληθωρισμό.
Το μέτρο που ανακοινώθηκε θα μπορούσε να επιδεινώσει τις τρέχουσες ελλείψεις στην παγκόσμια αγορά ντίζελ, σημειώνει το πρακτορείο Bloomberg υπενθυμίζοντας ότι τα διυλιστήρια σε ολόκληρο τον κόσμο να παρουσιάζουν αδυναμία να παράξουν αρκετό καύσιμο, εν μέσω περιορισμένων προμηθειών αργού από τη Ρωσία και τη Σαουδική Αραβία, τους μεγαλύτερους παραγωγούς εντός του ΟΠΕΚ και των συμμάχων του.