Skip to main content

Πότε θα έλθει το οικονομικό κραχ λόγω κλιματικής κρίσης

(ΘΑΝΑΣΗΣ ΚΑΛΛΙΑΡΑΣ / EUROKINISSI)

Οι καταστροφές λόγω της κλιματικής αλλαγής δεν απειλούν μόνο τις ανθρώπινες ζωές, αλλά και την παγκόσμια οικονομία.

Το πρώτο εξάμηνο του 2023, οι κλιματικής προέλευσης καταστροφές κόστισαν στις ασφαλιστικές εταιρείες εκατοντάδες δισεκατομμύρια δολάρια, σε όλον τον κόσμο.

«Μόνο από τις φυσικές καταστροφές το ποσό των ζημιών παγκοσμίως ανήλθε το πρώτο εξάμηνο του 2023 σε 120 δισ. δολάρια», εκτιμά η μεγάλη ασφαλιστική εταιρεία Swiss RE σε έκθεσή της. «Οι καταστροφές κλιματικής προέλευσης αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο μέρος του λογαριασμού που πληρώνουν οι ασφαλιστές, με 35 δισ. δολάρια για παράδειγμα να συνδέονται με καταιγίδες και μετεωρολογικά φαινόμενα».

«Είναι καιρός να επενδύσουμε σε μεγαλύτερη “προσαρμογή” στο κλίμα», τονίζουν οι οικονομολόγοι της ελβετικής ασφαλιστικής εταιρείας. «Η προσαρμογή είναι η λέξη-κλειδί στον ασφαλιστικό κλάδο», σημειώνει η Αριέλ ντε Μπουρντονέκ, διευθύντρια ασφαλιστικού κλάδου της Reclaim Finance, μιας ΜΚΟ που ενθαρρύνει τους χρηματοοικονομικούς παράγοντες να υιοθετήσουν βιώσιμες πρακτικές, τονίζοντας τους δεσμούς μεταξύ χρηματοοικονομικών και κλιματικών ζητημάτων.

«Οι ασφαλιστικές εταιρείες ασφαλίζουν ή καλύπτουν λύσεις που μετριάζουν τις επιπτώσεις της υπερθέρμανσης του πλανήτη, όπως αναχώματα ή ανύψωση κτιρίων μπροστά στην άνοδο των υδάτων. Αυτό ισοδυναμεί με το να βλέπουμε το πρόβλημα ανάποδα, να προσπαθούμε να θεραπεύσουμε αντί να αποτρέψουμε την καταστροφή», λέει η Γαλλίδα οικονομολόγος. «Το χειρότερο είναι ότι ενώ οι ασφαλιστικές εταιρείες κερδίζουν χρήματα από εγγυήσεις έναντι του κλιματικού κινδύνου, συνεχίζουν να τον τροφοδοτούν, ασφαλίζοντας τις δραστηριότητες των κολοσσών των υδρογονανθράκων», προσθέτει.

Μείωση παγκόσμιου ΑΕΠ

Το 2018, ο Αμερικανός οικονομολόγος Γουίλιαμ Νορντχάους βραβεύτηκε με το Νόμπελ Οικονομικών, επειδή «κατασκεύασε μοντέλα που εξηγούν πώς η οικονομία της αγοράς αλληλεπιδρά με τη φύση», σύμφωνα με το σκεπτικό της επιτροπής.

Το μοντέλο Νορντχάους δείχνει πόσο μεγάλη θα είναι η οικονομική ζημιά ως αποτέλεσμα της υπερθέρμανσης του πλανήτη. Αλλά και αυτά τα μοντέλα εξακολουθούν να υποτιμούν μαζικά τη ζημιά που θα μπορούσε να προκαλέσει η κλιματική κρίση. Ακόμη και αυτά δεν έχουν αισιόδοξα αποτελέσματα.

«Μια αύξηση της θερμοκρασίας του πλανήτη περίπου τεσσάρων βαθμών έως το 2100, μπορεί να οδηγήσει σε μείωση του ετήσιου παγκόσμιου ΑΕΠ κατά 10% έως 23%, σε σύγκριση με το παγκόσμιο ΑΕΠ χωρίς την υπερθέρμανση», αναφέρει η Διακυβερνητική Επιτροπή για την Κλιματική Αλλαγή IPCC, μετά την αξιολόγηση των σχετικών μελετών για τα συνηθισμένα μοντέλα.

Η βρετανική δεξαμενή σκέψης Carbon Tracker προειδοποιεί τώρα: Οι υποθέσεις σε αυτά τα μοντέλα δεν ανταποκρίνονται πλέον στην τελευταία λέξη της τεχνολογίας της κλιματικής επιστήμης. «Αποτελέσματα έρευνας από επιστήμονες του κλίματος δείχνουν ότι τα αποτελέσματα μιας ανόδου της θερμοκρασίας κατά τρεις βαθμούς Κελσίου ή ακόμα λιγότερο θα μπορούσε να είναι καταστροφική».

Το Συμβούλιο Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας, στο οποίο ανήκουν όλες οι χώρες του G20, υποθέτει ότι αν η θερμοκρασία ανεβεί κατά τέσσερις βαθμούς, θα υπάρξει πτώση των τιμών των μετοχών κατά 3% έως 10%. Η επίδραση του κλίματος στις βροχοπτώσεις συχνά δεν λαμβάνεται υπόψη. Ο συναγερμός σήμανε με αφορμή την Παγκόσμια Εβδομάδα Νερού: «Δύο δισεκατομμύρια άνθρωποι στον κόσμο δεν έχουν επαρκή πρόσβαση σε πόσιμο νερό και αυτός ο αριθμός θα μπορούσε να ανέλθει στα 3 δισεκατομμύρια μέχρι το 2050».

Επομένως, η ξηρασία και οι συνέπειές της δεν «τιμολογούνται». Στα οικονομικά μοντέλα, η έκταση της ζημιάς εξαρτάται αποκλειστικά από την υπερθέρμανση. Δεν λαμβάνεται υπόψη το γεγονός ότι θα μπορούσαν να επιτευχθούν σημεία ανατροπής, στα οποία η καταστροφή θα αυξάνεται γεωμετρικά.

Ο λόγος γι’ αυτό είναι απλός: Οι μελέτες των οικονομολόγων εξετάζονται μόνο από άλλους οικονομολόγους και όχι από επιστήμονες του κλίματος. Αλλά είναι ακριβώς αυτές οι μελέτες που χρησιμοποιούνται στη συνέχεια από τους παράγοντες της χρηματοπιστωτικής αγοράς για τους υπολογισμούς τους.

Ένας κόσμος λιγότερο ασφαλής

«Μας τελειώνει ο χρόνος στη μάχη κατά της κλιματικής κρίσης», λέει η Σόνια Πέτερσον, οικονομολόγος στο Ινστιτούτο του Κιέλου για την Παγκόσμια Οικονομία. Οι ασφαλιστικές εταιρείες το γνωρίζουν όμως πολύ καλά.

«Είναι οι πρώτοι που διαβάζουν την έκθεση της IPCC και τα συμπεράσματα του Διεθνούς Οργανισμού Ενέργειας». Στην τελευταία έκθεσή της, η γαλλική ασφαλιστική εταιρεία AXA έχει επίσης θέσει την κλιματική αλλαγή ως τον Νο1 κίνδυνο στον κόσμο. Αλλά στο αυστηρό επίπεδο κέρδους, και βραχυπρόθεσμα, οι ασφαλιστικές εταιρείες έχουν μοχλούς που τους επιτρέπουν να προσαρμοστούν σε έναν πιο επικίνδυνο κόσμο.

Μεταξύ αυτών, η αύξηση του κόστους κάλυψής τους για επανασύνδεση με την οικονομική κερδοφορία. Η AXA ανακοίνωσε έτσι, στις 3 Αυγούστου, αύξηση του τζίρου της, κυρίως λόγω της αύξησης των τιμών της. Το 2023, πάντως, πολλές ασφαλιστικές εταιρείες, μεταξύ των οποίων η SCOR και η AXA, ανακοίνωσαν ότι θα τερματίσουν την ασφαλιστική κάλυψη νέων κοιτασμάτων φυσικού αερίου.

Οι δύο γαλλικοί όμιλοι διευκρίνισαν, ωστόσο, ότι θα υπάρξει εξαίρεση για τους νέους πελάτες που δείχνουν να έχουν στρατηγική για την κλιματική, πράσινη μετάβαση.

Οι οικονομικοί παράγοντες επικαλούνται εύκολα ότι δεν είναι δυνατό να σταματήσουν τα ορυκτά καύσιμα εν μία νυκτί.«Αλλά μάλλον τους παροτρύνουμε πρώτα να σταματήσουν να υποστηρίζουν την επέκταση αυτών των ρυπογόνων μορφών ενέργειας», λέει η Αριέλ ντε Μπουρντονέκ. Αυτές οι εκκλήσεις βρίσκουν απήχηση στην Ευρώπη.

Περίπου 100 εκλεγμένοι αξιωματούχοι κάλεσαν την Κομισιόν να απαγορεύσει στους ενεργειακούς ομίλους της Ε.Ε. να ξεκινήσουν νέα έργα ορυκτών καυσίμων. Προσπαθώντας να μειώσουν την εξάρτησή τους από το ρωσικό αέριο, οι 27 έχουν δώσει ακόμη και πρωτοφανή ώθηση στην ηλιακή και αιολική ενέργεια, που αντιπροσωπεύουν πλέον το 23% του ενεργειακού τους μίγματος. Αλλιώς, μπορεί να υπάρξει μια «στιγμή Μίνσκι».

Ο όρος περιέγραφε τη ρωσική οικονομική κρίση του 1998 και πήρε το όνομά του από τον οικονομολόγο Χάιμαν Μίνσκι. Κάτι αντίστοιχο συνέβη το 2008, όταν οι αγορές συνειδητοποίησαν ξαφνικά ότι τα στεγαστικά δάνεια στις ΗΠΑ δεν ήταν στην πραγματικότητα καλές επενδύσεις. Το αποτέλεσμα ήταν η παγκόσμια οικονομική κρίση. Κάτι παρόμοιο θα μπορούσε να συμβεί τώρα λόγω της κλιματικής κρίσης