Η Κίνα θεωρείται σήμερα το προβληματικό παιδί των επενδυτών στις κεφαλαιαγορές. Τα υψηλά επίπεδα χρέους στον τομέα των ακινήτων και μεταξύ των περιφερειακών κυβερνήσεων, η χαμηλή εσωτερική ζήτηση, η ασθενής πληθυσμιακή αύξηση, αποτελούν τους βασικούς παράγοντες που λειτουργούν αποσταθεροποιητικά.
Το τελευταίο διάστημα, μάλιστα, η πτώχευση που κήρυξε στις Ηνωμένες Πολιτείες η Evergrande, ο κινεζικός κολοσσός στον τομέα των ακινήτων, πυροδότησε φόβους για μια μετάδοση στην παγκόσμια οικονομία, συγκρίσιμη με αυτή που προκλήθηκε από τη χρεοκοπία της τράπεζας Lehman Brothers το 2008.
«Μήπως η Κίνα μπήκε σε μια σπείρα χρέους/αποπληθωρισμού;» διερωτώνται οι αναλυτές της βρετανικής επενδυτικής εταιρείας Schroders σε μια νέα μελέτη.
Το Πεκίνο δυσκολεύεται ολοένα και περισσότερο να πείσει τους επενδυτές ότι η κατάσταση είναι υπό έλεγχο.
Πώς μπορεί να καθησυχάσει όμως τους εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους που ήδη αποπληρώνουν ένα δάνειο για σπίτια που δεν έχουν παραδοθεί; Πώς να κατευναστούν οι ανήσυχοι επενδυτές που απομακρύνονται από τα κινεζικά χρηματιστήρια; Πώς μπορούν να αντιμετωπιστούν οι αυξανόμενες δυσοίωνες προοπτικές για το χρηματοπιστωτικό σύστημα της Κίνας και την οικονομική της ανάπτυξη;
Η κατάσταση επιδεινώνεται επίσης από τις πολιτικές εντάσεις του Πεκίνου με την Ταϊβάν και τις ΗΠΑ, με την κυβέρνηση Μπάιντεν να προσπαθεί να επιβραδύνει την ανάπτυξη υψηλής τεχνολογίας της Κίνας.
Παρά αυτά τα απειλητικά σενάρια κρίσης, ο Βενσάν Μορτιέ, επικεφαλής επενδυτής στη γαλλική εταιρεία κεφαλαίων Amundi, παραμένει αισιόδοξος. «Μόλις επισκέφτηκα το Πεκίνο. Είχα πολύ καλύτερη εντύπωση από ό,τι περίμενα», λέει σε συνέντευξή του στη Handelsblatt. Ο επικεφαλής επενδυτής της Amundi παρατηρεί μάλιστα μια αξιοσημείωτη αλλαγή στην καταναλωτική συμπεριφορά μεταξύ των νέων Κινέζων, που βοηθάει την κατάσταση.
Χαλαρώνουν οι όροι δανεισμού
Η Λαϊκή Δημοκρατία σκοπεύει να χρησιμοποιήσει πολλά μέτρα για να στηρίξει τον παραπαίοντα τομέα των ακινήτων και να τονώσει έτσι την οικονομία. Αρκετές κρατικές τράπεζες σχεδιάζουν να μειώσουν τα επιτόκια των υφιστάμενων στεγαστικών δανείων.
Η Γκουανγκζού, μια πόλη με πληθυσμό περίπου 15 εκατομμυρίων, ήταν η πρώτη μητρόπολη που ανακοίνωσε ότι θα χαλαρώσει τους κανόνες για τα στεγαστικά δάνεια που ίσχυαν προηγουμένως.
Οι αγοραστές κατοικιών μπορούν πλέον να απολαμβάνουν προνομιακά δάνεια, ανεξάρτητα από το προηγούμενο πιστωτικό ιστορικό τους, δήλωσε η τοπική κυβέρνηση. Το Πεκίνο, η Σαγκάη και η Σενζέν θα μπορούσαν να ακολουθήσουν το παράδειγμά της, όπως και 12 μικρότερες πόλεις.
Το Πεκίνο ελπίζει ότι αυτό θα τονώσει τη ζήτηση των καταναλωτών για ακίνητα.
Πάνω από 38 τρισ. γουάν τα στεγαστικά δάνεια
Τα στεγαστικά δάνεια της Κίνας ανήλθαν συνολικά σε 38,6 τρισεκατομμύρια γουάν στα τέλη Ιουνίου. Αυτό αντιστοιχεί στο 17% περίπου του συνολικού δανειακού χαρτοφυλακίου των τραπεζών. Η μείωση των επιτοκίων είναι πιθανό να αυξήσει την πίεση στα περιθώρια κέρδους των τραπεζών.
Το κινεζικό τραπεζικό σύστημα βρίσκεται σε μεγάλο βαθμό υπό τον έλεγχο των κρατικών επιχειρήσεων, ξεκινώντας από τους Τέσσερις Μεγάλους στον τομέα: την Industrial and Commercial Bank of China, την China Construction Bank, την Bank of China και την Agricultural Bank of China. Τρία από τα μεγαλύτερα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα της Κίνας ανακοίνωσαν στις ενδιάμεσες εκθέσεις τους ότι τα καθαρά περιθώρια επιτοκίου τους – σημαντικό μέτρο κερδοφορίας – είχαν ήδη μειωθεί το περασμένο δεύτερο τρίμηνο.
Οι ειδικοί αμφιβάλλουν επίσης για το αν μπορεί να σταθεροποιηθεί ο τομέας των ακινήτων με τα μέτρα που έχουν ανακοινωθεί μέχρι στιγμής – και επειδή θα έρθουν πολύ αργά. «Ο αντίκτυπος στις πωλήσεις θα μπορούσε να είναι πολύ μεγαλύτερος εάν οι ρυθμιστικές αρχές εφάρμοζαν την πολιτική αυτή πριν από έξι έως εννέα μήνες», δήλωσε ο αναλυτής Ρέιμοντ Τσενγκ του χρηματοοικονομικού οίκου CGS-CIMB Securities με έδρα το Χονγκ Κονγκ.
«Δεν νομίζω ότι θα υπάρξει μια νέα Lehman»», λέει ο Τζορτζ Μάγκνους, ερευνητής στο Κέντρο Κίνας στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης. «Σε ένα κρατικό τραπεζικό σύστημα, οι δημόσιες αρχές μπορούν να κάνουν ταχυδακτυλουργίες με τις υποχρεώσεις», εξηγεί ο Μάγκνους.
«Μπορούν να χρησιμοποιήσουν το λογιστικό κόλπο της επέκτασης και να προσποιούνται στην «αναβολή» της πληρωμής ενός χρέους, ότι «πράττουν σαν να αποπληρωθεί σε μια μέρα, προκειμένου να αποτραπεί η πτώχευση των μεγάλων τραπεζών και να διασφαλιστεί ότι οι μικρότερες μπορούν να αποκατασταθούν, ακόμη και να εξαγοραστούν εάν χρειαστεί».
Από την πλευρά του, ο Φρέιζερ Χόουι, συγγραφέας του βιβλίου «Κόκκινος Καπιταλισμός. Η εύθραυστη χρηματοπιστωτική βάση της Κινεζικής ανάπτυξης», λέει ότι «το να πιστεύει κανείς πως ένα μεμονωμένο και ξαφνικό γεγονός θα μπορούσε να οδηγήσει σε σχεδόν ολοκληρωτική κατάρρευση του κινεζικού τραπεζικού τομέα, σημαίνει ότι αγνοείται η οργάνωση και η δομή του κινεζικού συστήματος».
Μπαμπούλας η Evergrande;
Την ίδια ώρα, πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι η απειλή της Evergrande χρησιμοποιείται ως «μπαμπούλας» όλων των κινδύνων, που ενδημούν στη δυτική οικονομία.
Σχεδόν δύο μήνες νωρίτερα, η JP Morgan δημοσίευσε μια έκθεση που έχει προκαλέσει αρκετές αντιδράσεις: η υπερβολική εξοικονόμηση που συσσώρευσαν οι Αμερικανοί κατά τη διάρκεια του Covid, έχει ουσιαστικά λήξει και κινδυνεύει να αποκαλυφθεί ως κλασική «αλλαγή παιχνιδιού»-game changer.
H χρήση πιστωτικών καρτών στην Αμερική μόλις έσπασε το ρεκόρ όλων των εποχών. Ταυτόχρονα, τα επιτόκια για τις καθυστερημένες πληρωμές που γίνονται σωτήρια έχουν επίσης εκτοξευθεί στα ύψη. Με λίγα λόγια, ένας λαβύρινθος χωρίς έξοδο.
Η ίδια η JP Morgan προειδοποιεί για τις συνέπειες σε μια χώρα της οποίας η οικονομία βασίζεται κατά 70% στην προσωπική κατανάλωση.
Η Αμερική χρειάζεται ένα νέο κύμα εκτεταμένης ρευστότητας. Γιατί ο δανεισμός πιστωτικών καρτών και τα επιτόκια που προκύπτουν στις πιστωτικές κάρτες, έχουν φτάσει σε οριακό σημείο. Οι διευκολύνσεις έκτακτης ανάγκης της Fed ή οι αγορές εταιρικών ομολόγων δεν επαρκούν. Τα χρήματα πρέπει να μπουν σε λογαριασμούς και τσέπες. Διαφορετικά, το σύστημα κολλάει. Καλύτερα να μιλάμε λοιπόν για την Evergrande…