Τις επιπτώσεις του πληθωρισμού στην τουρκική τουριστική βιομηχανία σχολιάζει η γερμανική εφημερίδα Handelsblatt. Όπως σημειώνει το δημοσίευμα, τα τελευταία χρόνια η Τουρκία έχει καταφέρει να κερδίσει πόντους έναντι άλλων ηλιόλουστων προορισμών, προσφέροντας φτηνά πακέτα διακοπών, ωστόσο ο υψηλός πληθωρισμός αλλάζει τα δεδομένα.
«Η υποτίμηση του νομίσματος, που σήμερα έχει φτάσει σε ποσοστό άνω του 50%, έχει αφήσει εδώ και καιρό το σημάδι της στην τουριστική βιομηχανία. Σύμφωνα με τον πάροχο υπηρεσιών δεδομένων STR Global, η ημερήσια τιμή των ξενοδοχειακών δωματίων στην Αττάλεια αυξήθηκε κατά 37,4% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος στα 110 ευρώ κατά μέσο όρο, ενώ στην οικονομική μητρόπολη της Κωνσταντινούπολης η μέση τιμή φτάνει μάλιστα στα 138 ευρώ» επισημαίνεται στο δημοσίευμα, προσθέτοντας ότι «ο ευρωπαϊκός μέσος όρος είναι ελάχιστα υψηλότερος, περίπου στα 140 ευρώ».
«Η εξέλιξη αυτή είναι πρόσφατη – και έχει εκπλήξει πολλούς Ευρωπαίους τουρίστες. Ακόμα και κατά τη χειμερινή περίοδο οι Γερμανοί ταξιδιωτικοί πράκτορες διαφήμιζαν φτηνές προσφορές για διακοπές στην Τουρκία – με διαμονή φθηνότερη απ’ ότι στη Γερμανία, όπου το κόστος θέρμανσης ανέβαινε συνεχώς λόγω της ενεργειακής κρίσης» συνεχίζει η Handelsblatt.
Όμως πλέον οι τιμές αυξάνονται διαρκώς λόγω του πληθωρισμού. Όπως επισημαίνει μάλιστα στην γερμανική εφημερίδα ο Χαμίτ Κουκ, μέλος του διοικητικού συμβουλίου της Ένωσης Τούρκων Τουριστικών Πρακτόρων (Türsab), από αυτό προκύπτουν και σοβαρά ανταγωνιστικά μειονεκτήματα. «Ο πληθωρισμός στην Τουρκία είναι υψηλότερος απ’ ότι σε χώρες που αποτελούν μεγάλους ανταγωνιστές της, όπως στην Ελλάδα και την Ισπανία». Επιπλέον, «το πρόβλημα θα μπορούσε να επιδεινωθεί ακόμη περισσότερο κατά τη θερινή περίοδο του 2024. Όπως λέει ο Κουκ, “οι υψηλές τιμές επηρεάζουν τις κρατήσεις για το επόμενο έτος, ιδίως στις περιπτώσεις εκείνων που κάνουν κρατήσεις εγκαίρως”».
Πολλοί προειδοποιούσαν εναντίον των μεγάλων τιμολογικών αυξήσεων. Ο Ντένις Ούγκουρ, επικεφαλής του ταξιδιωτικού πρακτορείου Bentοur, εξηγεί ότι αρχικά «οι αυξήσεις δικαιολογήθηκαν από την υψηλή ζήτηση και το αυξημένο κόστος ενέργειας και μισθών», ενώ πολλοί ξενοδόχοι εκτιμούσαν πως η τουριστική έκρηξη θα συνεχιζόταν και το 2023. «Όμως αυτό αποδείχθηκε λάθος. Ο αριθμός των διανυκτερεύσεων αυξήθηκε ιδιαίτερα έντονα στην Ελλάδα, κατά 143%, αλλά και στην Ιταλία και την Ισπανία. Μόνο στην Τουρκία ο αριθμός των ξενοδοχειακών διανυκτερεύσεων μειώθηκε κατά 8%», καταλήγει η οικονομική εφημερίδα.
Πηγή: Deutsche Welle