Ερχόμενοι να απολαύσουν τον ήλιο στους κορυφαίους προορισμούς της Ευρώπης, οι τουρίστες διαπιστώνουν από πρώτο χέρι τον αντίκτυπο της ακρίβειας καθώς οι επιχειρήσεις για να επιβιώσουν αναγκάζονται μετακυλίουν το μέρος του κόστους στους πελάτες, αναφέρουν σε δημοσίευμά τους οι Financial Times.
Ενδεικτική είναι η περίπτωση της Βενετίας, όπου τα πλυντήρια που χρησιμοποιούν τα ξενοδοχεία της πόλης έχουν συνδέσει τις τιμές τους με τους λογαριασμούς της ενέργειας που πέρυσι εκτινάχθηκαν. «Αυτό είχε σημαντικό αντίκτυπο στους προϋπολογισμούς μας», δηλώνει ο επικεφαλής της ένωσης ξενοδόχων της Βενετίας Κλαούντιο Σκάρπα, προσθέτοντας ότι αυτή η εξέλιξη έχει αναγκάσει τα ξενοδοχεία να προσαρμόσουν τις τιμές τους κατά 20%.
Την ίδια ώρα οι αξιωματούχοι της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (ΕΚΤ) ανησυχούν ότι ο τουρισμός θα μπορούσε να υποκινήσει ένα νέο κύμα πληθωριστικών πιέσεων, το οποίο, εφόσον λάβει χώρα, θαπεριπλέξει τις προσπάθειές τους να διατηρήσουν υπό έλεγχο τις τιμές.
Γιατί υπάρχει αυτή η ανησυχία;
Ο τουριστικός κλάδος, ενισχυμένος από την αδράνεια της περιόδου της πανδημίας, πλησιάζει τα επίπεδα που βρισκόταν πριν τον κορωνοϊό. Στο μεταξύ όμως έχουν αυξηθεί σημαντικά το κόστος των αεροπορικών εισιτηρίων, των δωματίων και του ευρύτερου πακέτου των διακοπών.
Η τουριστική ανάκαμψη ενισχύει από τη μία την ανθεκτικότητα της ευρωπαϊκής οικονομίας, η οποία αυξήθηκε κατά 0,3% μεταξύ του πρώτου και του δεύτερου τριμήνου. Σημειώνεται ότι ο τουρισμός παρέχει άμεσα περίπου το 4% της παραγωγής της ΕΕ και έμμεσα υποστηρίζει το 10%. Από την άλλη όμως συμβάλλει επίσης στον πληθωρισμό των υπηρεσιών, που έφτασε στο 5,6% τον Ιούλιο, σε ετήσια βάση. Πρόκειται για ιστορικό υψηλό και είναι πολύ πάνω από το συνολικό στόχο της κεντρικής τράπεζας για αύξηση των τιμών καταναλωτή κατά 2%.
Η αύξηση της ζήτησης και των δαπανών, παρά τις αυξημένες τιμές, ενισχύεται τόσο από την ανάκαμψη του κλάδου όσο και από την ανάκαμψη συγκεκριμένων επισκεπτών, όπως επισημαίνουν οι FT εξηγώντας πως επιστρέφουν στην Ευρώπη επισκέπτες από χώρες εκτός της ηπείρου, κυρίως από τις ΗΠΑ, που τείνουν να ξοδεύουν πολύ περισσότερο από τους Ευρωπαίους τουρίστες.
Ενδεικτική της αύξησης των τουριστικών δαπανών είναι η έρευνα της Ευρωπαϊκής Επιτροπής Ταξιδιών που διαπίστωσε ότι το 41% των ταξιδιωτών στην περιοχή αναμένεται να ξοδέψουν φέτος πάνω από 1.500 ευρώ ανά άτομο στις καλοκαιρινές διακοπές, σε σύγκριση με 33% που ήταν πέρυσι.
«Ξοδεύουν λιγότερα σε αυτοκίνητα ή αγοράζουν λιγότερα ρούχα, αλλά δεν τα παρατάνε στις διακοπές», όπως τι έθεσε ο Ramón Estalella, γενικός γραμματέας της CEHAT, μιας ισπανικής ομάδας καταλυμάτων.
Σχολιάζοντας την πορεία του πληθωρισμού υπηρεσιών, ο Φάμπιο Πανέττα της ΕΚΤ απέδωσε την άνοδο στις «εύρωστες» δαπάνες για διακοπές και ταξίδια. «Είναι σημαντικό να παρακολουθείται αυτό το στοιχείο και οι επιπτώσεις του στους κινδύνους που εγκυμονούν για τον συνολικό πληθωρισμό».
Οι αυξήσεις στο τουριστικό πακέτο είναι συγκρατημένες, σύμφωνα με εκπροσώπους του κλάδου από διάφορες χώρες που μιλούν στους FT. Μένει να δούμε όμως αν αυτό είναι αρκετό για να πείσει την ΕΚΤ να σταματήσει τις αυξήσεις των επιτοκίων. Τον περασμένο μήνα η ΕΚΤ είχε αφήσει ανοιχτό το ενδεχόμενο να μην προχωρήσει σε νέα αύξηση στην επόμενη συνεδρίασή της, στις 14 Σεπτεμβρίου. Ωστόσο, εάν ο πληθωρισμός των υπηρεσιών παραμείνει υψηλός, αυτό από μόνο του θα μπορούσε να είναι αρκετό για να τους πείσει ότι απαιτούνται περαιτέρω αυξήσεις των επιτοκίων, υπογραμμίζουν οι FT.
«Τα περιστέρια της ΕΚΤ θα μπορέσουν να υποστηρίξουν τον Σεπτέμβριο ότι, με βάση τις χαμηλότερες προβλέψεις για την ανάπτυξη, η ΕΚΤ θα πρέπει να σταματήσει τις αυξήσεις», δήλωσε ο Χόλγκερ Σμίντινγκ, επικεφαλής οικονομολόγος στη γερμανική τράπεζα Berenberg. «Το πρόβλημα είναι ότι μια δαπανηρή καλοκαιρινή τουριστική περίοδος θα μπορούσε να διατηρήσει τον βασικό πληθωρισμό σε υψηλά επίπεδα για μερικούς ακόμη μήνες».