Προσφάτως είδαμε να ξετυλίγεται η κόντρα μεταξύ ΗΠΑ και Ευρωπαϊκής Ένωσης, με αφορμή τις «πράσινες» επιδοτήσεις και τα φορολογικά κίνητρα που προσφέρει η διοίκηση του Τζο Μπάιντεν για να προσελκύσει ευρωπαϊκές εταιρείες σε αμερικανικό έδαφος.
Η ΕΕ προσπάθησε να αντιδράσει, εξετάζοντας το δικό της πακέτο. Όμως, όπως σημειώνει δημοσίευμα της Wall Street Journal, αυτό το είδος ανταγωνισμού μέσω του αυξανόμενου προστατευτισμού και της προσφοράς τεράστιων επιδοτήσεων με επίκεντρο τις επιχειρήσεις της «πράσινης» ενέργειας, και άρα των βιομηχανιών του μέλλοντος, είναι η νέα τάξη πραγμάτων στην παγκόσμια οικονομία που ανατρέπει την οικονομική ολοκλήρωση που για δεκαετίες απομάκρυνε τα εμπόδια από το εμπόριο και τις επενδύσεις μεταξύ των χωρών.
Οι ΗΠΑ, η ΕΕ αλλά και η Ιαπωνία- που έχει ανακοινώσει σχέδια για δανεισμό 150 δισ. δολαρίων για τη χρηματοδότηση επενδύσεων στην «πράσινη» τεχνολογία- ουσιαστικά προσπαθούν να περιορίσουν την εξάρτησή τους από την Κίνα, η οποία έχει σημαντικό προβάδισμα σε τομείς όπως οι μπαταρίες και τα ορυκτά για την κατασκευή τους.
Οι ηττημένοι
Την ίδια ώρα όμως άλλες χώρες μένουν πίσω. Άλλωστε, σε αυτή τη νέα εποχή επιθετικής βιομηχανικής πολιτικής, οι μεγάλοι χαμένοι είναι όσοι απλά δεν μπορούν να προσφέρουν επιδοτήσεις και ελαφρύνσεις για να προσελκύσουν τις ελκυστικές επιχειρήσεις.
Ποιες είναι όμως αυτές;
Πολλές είναι εύστροφες οικονομίες που αναπτύχθηκαν κατά τη διάρκεια δεκαετιών ελεύθερου εμπορίου, αλλά πλέον βρίσκονται σε μειονεκτική θέση, απαντάει η WSJ, «δείχνοντας» βιομηχανοποιημένες χώρες όπως το Ηνωμένο Βασίλειο και η Σιγκαπούρη, οι οποίες δεν έχουν μπορούν να ανταγωνιστούν τα μεγαλύτερα οικονομικά μπλοκ στην προσφορά επιδοτήσεων.
Παράλληλα, η νέα τάξη, όποιος κι αν είναι ο λόγος που την προκαλεί, είτε η εθνική ασφάλεια, είτε οι γεωπολιτικές εξελίξεις, είτε οι ανησυχίες για την εφοδιαστική αλυσίδα, έρχεται με τα δικά της προβλήματα, προειδοποιούν οι οικονομολόγοι. Ιδιαίτερα σε κίνδυνο βρίσκονται οι μικρότερες, αναπτυσσόμενες οικονομίες που χρειάζονται πρόσβαση στις παγκόσμιες αγορές, εάν θέλουν να βρουν τον δρόμο τους προς μεγαλύτερη ευημερία.
«Η Ευρώπη, οι ΗΠΑ και η Κίνα βρίσκονται σε έναν ανταγωνισμό επιδοτήσεων και οι χαμένοι σε αυτόν τον ανταγωνισμό είναι φτωχότερες οικονομίες με λιγότερους δημοσιονομικούς πόρους», όπως το θέτει ο David Loevinger, πρώην αξιωματούχος του υπουργείου Οικονομικών των ΗΠΑ που σήμερα βρίσκεται στη θέση του διευθύνοντα συμβούλου για τις αναδυόμενες αγορές στην TCW Group.
Για παράδειγμα, η Ινδονησία έχει φιλοδοξίες να μετατρέψει τους άφθονους πόρους νικελίου της σε μια κορυφαία βιομηχανία μπαταριών παγκοσμίως. Ωστόσο, το πακέτο των ΗΠΑ απορρίπτει τις επιδοτήσεις σε μπαταρίες EV που περιέχουν μεγάλες ποσότητες ορυκτών που προέρχονται από χώρες που δεν είναι εταίροι τους.
Μια λύση για τις χώρες που δεν μπορούν να ακολουθήσουν τον ανταγνωνισμό είναι να προσεγγίσουν τους πλούσιους εμπορικούς τους εταίρους και να επωφεληθούν από τις πολιτικές τους, όπως έχουν κάνει ο Καναδάς και το Μεξικό μέσω της συμφωνίας ελεύθερου εμπορίου με τις ΗΠΑ, σημειώνει ο Τσαντ Μπόουν, ειδικός στο εμπόριο. Η κυβέρνηση της Ινδονησίας συμμετέχει στο υπό την ηγεσία της Αμερικής Indo-Pacific Economic Framework for Prosperity, ένα οικονομικό σύμφωνο που ελπίζει ότι θα βελτιώσει την πρόσβασή της στην αγορά για τα ορυκτά της.
Παράλληλα, πέρυσι, ο υπουργός Επενδύσεων της χώρας Bahlil Lahadalia ανακοίνωσε ότι η Ινδονησία θα επιδιώξει να σχηματίσει ένα καρτέλ παρόμοιο με τον ΟΠΕΚ για το νικέλιο, ως απάντηση στον προστατευτισμό από τις χώρες που κατασκευάζουν ηλεκτρικά οχήματα. Βέβαια η σύσταση ενός τέτοιου οργανισμού εκτιμάται δύσκολη από τους αναλυτές, εν μέρει επειδή άλλοι παραγωγοί νικελίου δεν θα θελήσουν να απομακρυνθούν από τους ισχυρούς εμπορικούς εταίρους τους, όπως οι ΗΠΑ και η Κίνα.
Παρόμοιες ιδέες για οργανισμό παραγωγών λιθίου στα πρότυπα του ΟΠΕΚ έχουν διατυπωθεί από αριστερούς ηγέτες στη Λατινική Αμερική, αλλά δεν έχουν θεσπιστεί.
Σε μια άλλη προσπάθεια προάσπισης των συμφερόντων τους, η Ινδονησία και η Ζιμπάμπουε έχουν θέσει περιορισμούς στις εξαγωγές ορυκτών όπως το νικέλιο, ο βωξίτης και το λίθιο, καθώς και προϋπόθεση για τις εξαγωγές ώστε οι ξένες εταιρείες να δημιουργούν εγκαταστάσεις επεξεργασίας στις δύο χώρες.
Οι νικητές
Ως ηγέτης στον αγώνα των επιδοτήσεων, οι ΗΠΑ βιώνουν μια έκρηξη επενδύσεων. Για παράδειγμα, η γερμανική αυτοκινητοβιομηχανία BMW ξεκινάει ένα νέο εργοστάσιο μπαταριών στη Νότια Καρολίνα, οι νοτιοκορεατικές εταιρείες Hyundai και LG ανακοίνωσαν την δημιουργία ενός εργοστασίου μπαταριών 4,3 δισ. δολαρίων στην Τζόρτιζα και η Panasonic της Ιαπωνίας κατασκευάζει εργοστάσιο στο Κάνσας.
Πέρυσι οι ΗΠΑ εισέπραξαν περίπου το 22% των παγκόσμιων άμεσων ξένων επενδύσεων, γεγονός που τις καθιστά τον κορυφαίο αποδέκτη στον κόσμο, σύμφωνα με στοιχεία των Ηνωμένων Εθνών. Το ποσοστό του 2022 είναι ελαφρώς χαμηλότερο από το 26% που έλαβαν το 2021, αλλά σημαντικά υψηλότερο από το 13% που έλαβε το 2019. Οι δαπάνες για τις κατασκευές που σχετίζονται με τη μεταποίηση αυξήθηκαν κατά 76% τον Μάιο σε σύγκριση με νωρίτερα, με τον εποχικά προσαρμοσμένο ετήσιο ρυθμό στα 194 δισ. δολάρια, όπως δείχνουν τα στοιχεία του Γραφείου Απογραφής.
Η Ευρωπαϊκή Ένωση ετοιμάζει επίσης το δικό της πακέτο στήριξης, χαλαρώνοντας τα όρια στις επιδοτήσεις που μπορούν να δώσουν οι χώρες μέλη στη βιομηχανία. Έως το 2030, η ΕΕ θέλει το 40% των βασικών τεχνολογιών που απαιτούνται για την πράσινη μετάβαση να κατασκευάζεται στην Ένωση, συμπεριλαμβανομένου του ηλιακού εξοπλισμού, έναν τομέα που επί του παρόντος κυριαρχείται από την Κίνα, με τις ανεμογεννήτριες και τις μπαταρίες.
Το βραχυκύκλωμα του Brexit
Για πολλές εταιρείες τεχνολογίας που καλλιεργούνται στο Ηνωμένο Βασίλειο, η ανάπτυξη δεν βρίσκεται σε βρετανικό έδαφος. Η βρετανική startup τεχνολογίας μπαταριών Nexeon, η οποία ανέπτυξε την τεχνολογία της με τη βοήθεια κρατικής χρηματοδότησης, συγκέντρωσε πάνω από 200 εκατ. δολάρια πέρυσι. Το πρώτο της εμπορικό εργοστάσιο θα είναι στη Νότια Κορέα και πιθανότατα θα ακολουθήσει ένα εργοστάσιο στη Βόρεια Αμερική.
Στο Ηνωμένο Βασίλειο, η χρηματοδότηση της Nexeon υπογραμμίζει τη δύναμη του πορτοφολιού των ΗΠΑ να παραμορφώνει τους ανταγωνιστικούς χώρους. Εκτός από το ιδιωτικό κεφάλαιο που συγκέντρωσε πέρυσι, η Nexeon έλαβε 2 εκατ. λίρες από ταμείο της κυβέρνησης του Ηνωμένου Βασιλείου για τη βιομηχανία ηλεκτρικών οχημάτων.
Εβδομάδες αργότερα, δύο ανταγωνιστές από τις ΗΠΑ, η Sila Nanotechnologies και η Group14 Technologies, έλαβαν από 100 εκατ. δολάρια από το υπουργείο Ενέργειας στο πλαίσιο ενός προγράμματος χρηματοδότησης της βιομηχανίας μπαταριών που εισήχθη στον νόμο για τις υποδομές του 2021. Όπως και η Nexeon, αυτές οι εταιρείες κατασκευάζουν υλικά με βάση το πυρίτιο για βελτίωση της απόδοσης στις μπαταρίες.
Οι αλλαγές στο παγκόσμιο εμπόριο βρίσκουν το Ηνωμένο Βασίλειο σε μια ιδιαίτερα δύσκολη στιγμή, καθώς προσπαθεί να βρει μια νέα, δική του πορεία στην παγκόσμια οικονομία μετά την αποχώρησή του από την Ευρωπαϊκή Ένωση το 2020.
Τότε οι υποστηρικτές του Brexit υποστήριζαν ότι το Ηνωμένο Βασίλειο θα μπορούσε να συνάψει διμερείς εμπορικές συμφωνίες με άλλες χώρες και να ισχυροποιήσει την παγκοσμιοποίηση. Έκτοτε όμως άλλαξε σημαντικά η δυναμική για το ελεύθερο εμπόριο.
Πλέον, η κυβέρνηση του Ηνωμένου Βασιλείου δέχεται πιέσεις να αντιδράσει σε αυτή την παρεμβατική στροφή που διακρίνεται στην παγκόσμια οικονομία, υιοθετώντας την δική τους ανανεωμένη βιομηχανική στρατηγική.
Σε μια ενθαρρυντική κίνηση, η Land Rover ενίσχυσε την αυτοκινητοβιομηχανία της χώρας με την απόφασή της να κατασκευάσει νέο εργοστάσιο μπαταριών EV. Όμως, η συνολική κλίμακα των πράσινων επιδοτήσεων υστερεί πολύ σε σχέση με τις ΗΠΑ.
Πάντως ο υπουργός Οικονομικών Τζέρεμι Χαντ έχει δεσμευθεί να ανακοινώσει την στρατηγική του Ηνωμένου Βασιλείου αυτό το φθινόπωρο. Βέβαια υποβάθμισε τις προσδοκίες, δηλώνοντας ότι η Βρετανία δεν θα «ακολουθήσει τους φίλους και τους συμμάχους σε κάποια στρεβλωτική παγκόσμια κούρσα επιδοτήσεων». Όπως είπε, το Ηνωμένο Βασίλειο θα προσπαθήσει να στοχεύσει τη χρηματοδότηση σε τομείς όπου η Βρετανία έχει σαφές ανταγωνιστικό πλεονέκτημα.