Οι Ευρωπαίοι αντιμετωπίζουν μια νέα οικονομική πραγματικότητα, που δεν έχουν βιώσει εδώ και δεκαετίες. Γίνονται πιο φτωχοί. Αυτό επισημαίνει σε εκτενές ρεπορτάζ της η Wall Street Journal, επιχειρώντας μάλιστα μία σύγκριση με τις ΗΠΑ όπου- σε αντίθεση με ό,τι συμβαίνει στη γηραιά ήπειρο- μισθοί και καταναλωτικές δαπάνες βαίνουν αυξανόμενες.
«Η ζωή σε μια ήπειρο που για καιρό ζηλεύουν οι ξένοι για την τέχνη της, χάνει γρήγορα τη λάμψη της καθώς οι Ευρωπαίοι βλέπουν την αγοραστική τους δύναμη να εξασθενεί. Οι Γάλλοι τρώνε λιγότερο φουά γκρα και πίνουν λιγότερο κόκκινο κρασί. Οι Ισπανοί περιορίζουν το ελαιόλαδο. Οι Φινλανδοί παροτρύνονται να χρησιμοποιούν τη σάουνα μόνο τις μέρες με αέρα, όταν η ενέργεια είναι λιγότερο δαπανηρή. Σε όλη τη Γερμανία, η κατανάλωση κρέατος και γάλακτος έχει πέσει στο χαμηλότερο επίπεδο των τελευταίων τριών δεκαετιών και η κάποτε ανθηρή αγορά βιολογικών τροφίμων έχει υποχωρήσει. Ο υπουργός Οικονομικής Ανάπτυξης της Ιταλίας συγκάλεσε “σύσκεψη κρίσης” τον Μάιο για τις τιμές των ζυμαρικών, του αγαπημένου βασικού προϊόντος της χώρας, αφού εκτινάχθηκαν σε βαθμό διπλάσιο του γενικού πληθωρισμού» αναφέρει χαρακτηριστικά το ρεπορτάζ της αμερικανικής εφημερίδας, δίνοντας έτσι μία γλαφυρή εικόνα της ακρίβειας σε Βορρά και Νότο.
Με τις καταναλωτικές δαπάνες σε ελεύθερη πτώση, η Ευρώπη έπεσε σε ύφεση στις αρχές του έτους, ενισχύοντας μια αίσθηση σχετικής οικονομικής, πολιτικής και στρατιωτικής παρακμής που ξεκίνησε στις αρχές του αιώνα, σημειώνει η WSJ.
Δεν είναι μία νέα κατάσταση αυτό που βιώνουν οι Ευρωπαίοι. Ένας γηράσκων πληθυσμός με προτίμηση στον ελεύθερο χρόνο και την ασφάλεια της εργασίας έναντι των αποδοχών, οδήγησε σε χρόνια χαμηλού ρυθμού οικονομικής ανάπτυξης και παραγωγικότητας. Στη συνέχεια ήρθαν τα πλήγματα της πανδημίας Covid-19 και του παρατεταμένου πολέμου της Ρωσίας στην Ουκρανία. Με την ανατροπή των παγκόσμιων αλυσίδων εφοδιασμού και την εκτόξευση των τιμών της ενέργειας και των τροφίμων, οι κρίσεις επιδείνωσαν παθογένειες που υπήρχαν για δεκαετίες.
Η εφημερίδα ασκεί μάλιστα κριτική στη στόχευση των μέτρων στήριξης. «Οι απαντήσεις των κυβερνήσεων επιδείνωσαν απλώς το πρόβλημα. Για να διατηρήσουν τις θέσεις εργασίας, κατηύθυναν τις επιδοτήσεις τους κυρίως στους εργοδότες, αφήνοντας τους καταναλωτές χωρίς μαξιλάρι μετρητών όταν ήρθε το σοκ τιμών. Οι Αμερικανοί, αντίθετα, επωφελήθηκαν από τη φθηνή ενέργεια και την κρατική βοήθεια που απευθυνόταν κυρίως στους πολίτες για να συνεχίσουν να ξοδεύουν» υποστηρίζει.
Δεν λειτουργεί ο πυλώνας των εξαγωγών
Όπως επισημαίνεται στο παρελθόν θα είχαν σώσει την παρτίδα οι εξαγωγές. Ωστόσο η υποτονική ανάκαμψη στην Κίνα, μια κρίσιμη αγορά για την Ευρώπη, υπονομεύει αυτόν τον αναπτυξιακό πυλώνα. Το υψηλό ενεργειακό κόστος και ο αχαλίνωτος πληθωρισμός σε επίπεδο που είχε να καταγραφεί από τη δεκαετία του 1970 μειώνουν το πλεονέκτημα τιμών των κατασκευαστών στις διεθνείς αγορές και συντρίβουν τις πάλαι ποτέ αρμονικές εργασιακές σχέσεις της ηπείρου. Καθώς το παγκόσμιο εμπόριο παγώνει, η μεγάλη εξάρτηση της Ευρώπης από τις εξαγωγές – οι οποίες αντιπροσωπεύουν περίπου το 50% του ΑΕΠ της ευρωζώνης έναντι 10% για τις ΗΠΑ, καταλήγει να είναι αγκάθι.
Υποχωρεί η κατανάλωση, συρρικνώνονται οι πραγματικοί μισθοί
Η ιδιωτική κατανάλωση έχει μειωθεί κατά περίπου 1% στην Ευρωζώνη των 20 κρατών – μελών από τα τέλη του 2019 (σύμφωνα με στοιχεία προσαρμοσμένα στον πληθωρισμό), όπως προκύπτει από εκθεση του ΟΟΣΑ. Στις ΗΠΑ, όπου τα νοικοκυριά απολαμβάνουν μια ισχυρή αγορά εργασίας και αυξανόμενα εισοδήματα, έχει αυξηθεί κατά σχεδόν 9%. Η Ευρωπαϊκή Ένωση αντιπροσωπεύει τώρα περίπου το 18% του συνόλου των παγκόσμιων καταναλωτικών δαπανών, όταν το ποσοστό των ΗΠΑ είναι 28%. Πριν από δεκαπέντε χρόνια, η ΕΕ και οι ΗΠΑ αντιπροσώπευαν περίπου το ένα τέταρτο αυτού του συνόλου έκαστη.
Προσαρμοσμένοι στον πληθωρισμό και την αγοραστική δύναμη, οι μισθοί μειώθηκαν κατά περίπου 3% από το 2019 στη Γερμανία, κατά 3,5% στην Ιταλία και την Ισπανία και κατά 6% στην Ελλάδα. Οι πραγματικοί μισθοί στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά περίπου 6% την ίδια περίοδο, σύμφωνα με στοιχεία του ΟΟΣΑ.
Ψάχνουν φθηνά προϊόντα οι καταναλωτές
Ο πόνος φτάνει μέχρι τις μεσαίες τάξεις. Στις Βρυξέλλες, μια από τις πλουσιότερες πόλεις της Ευρώπης, δάσκαλοι και νοσοκόμες στάθηκαν στην ουρά ένα πρόσφατο απόγευμα για να μαζέψουν είδη παντοπωλείου στη μισή τιμή από το πίσω μέρος ενός φορτηγού. Η Happy Hours Market συλλέγει τρόφιμα κοντά στην ημερομηνία λήξης τους από τα σούπερ μάρκετ και τα διαφημίζει μέσω μιας εφαρμογής. Οι πελάτες μπορούν να παραγγείλουν νωρίς το απόγευμα και να παραλάβουν τα παντοπωλεία τους σε μειωμένες τιμές το βράδυ.
Παρόμοιες υπηρεσίες έχουν αναδυθεί σε όλη την περιοχή, οι οποίες πλασάρονται ως ένας τρόπος μείωσης της σπατάλης τροφίμων και εξοικονόμησης χρημάτων. Η TooGoodToGo, μια εταιρεία που ιδρύθηκε στη Δανία το 2015 και πουλάει φαγητό που μένει αδιάθετο σε καταστήματα λιανικής και εστιατόρια, έχει 76 εκατομμύρια εγγεγραμμένους χρήστες σε όλη την Ευρώπη, αριθμό περίπου τριπλάσιο σε σχέση με τα τέλη του 2020. Στη Γερμανία, η Sirplus, μια startup που δημιουργήθηκε το 2017, προσφέρει προϊόντα που έχουν περάσει την ημερομηνία πώλησής τους, στο ηλεκτρονικό της κατάστημα. Το ίδιο και η Motatos, που δημιουργήθηκε στη Σουηδία το 2014 και τώρα είναι παρούσα στη Φινλανδία, τη Γερμανία, τη Δανία και το Ηνωμένο Βασίλειο.
Οι Γερμανοί κατανάλωσαν 52 κιλά κρέατος ανά άτομο το 2022, περίπου 8% λιγότερο από το προηγούμενο έτος και το χαμηλότερο επίπεδο από τότε που ξεκίνησαν οι υπολογισμοί το 1989. Ενώ η μείωση εν μέρει αντικατοπτρίζει τις κοινωνικές ανησυχίες για πιο υγιεινή διατροφή οι ειδικοί λένε ότι η τάση έχει επιταχυνθεί τους τελευταίούς μήνες κατά τους οποίους οι τιμές κρέατος έκαναν άλμα 30%. Οι Γερμανοί βγάζουν επίσης από το τραπέζι τους κρέατα όπως το βοδινό και το μοσχαρίσιο και τα αντικαθιστούν με λιγότερο ακριβά, όπως τα πουλερικά, σύμφωνα με το Ομοσπονδιακό Κέντρο Πληροφοριών για τη Γεωργία.
Μεγαλώνει η ψαλίδα έναντι των ΗΠΑ
Η οικονομία της ευρωζώνης αναπτύχθηκε περίπου 6% τα τελευταία 15 χρόνια σε όρους δολαριών, έναντι 82% για τις ΗΠΑ, σύμφωνα με στοιχεία του Διεθνούς Νομισματικού Ταμείου. Αυτό άφησε τη μέση χώρα της ΕΕ πιο φτωχή σε όρους κατά κεφαλήν εισοδήματος από κάθε πολιτεία των ΗΠΑ, πλην των Αϊντάχο και Μισισιπή, σύμφωνα με έρευνα που πραγματοποίησε το Ευρωπαϊκό Κέντρο Διεθνούς Πολιτικής Οικονομίας, μια ανεξάρτητη δεξαμενή σκέψης με έδρα τις Βρυξέλλες. Εάν συνεχιστεί η τρέχουσα τάση, έως το 2035 το χάσμα μεταξύ της κατά κεφαλήν οικονομικής παραγωγής στις ΗΠΑ και στην ΕΕ θα είναι τόσο μεγάλο όσο αυτό μεταξύ Ιαπωνίας και Ισημερινού σήμερα, αναφέρει η έκθεση.