Ο χημικός γίγαντας BASF αποτελεί πυλώνα των γερμανικών επιχειρήσεων για περισσότερα από 150 χρόνια, στηρίζοντας τη βιομηχανική άνοδο της χώρας και βοηθώντας να γίνει το “Made in Germany” ο ηγέτης των Brands παγκοσμίως,
Αλλά η τελευταία της επιτυχία – μια επένδυση ύψους 10 δισεκατομμυρίων δολαρίων σε ένα υπερσύγχρονο συγκρότημα που η εταιρεία ισχυρίζεται ότι θα αποτελέσει πρότυπο για τη βιώσιμη παραγωγή – δεν θα γίνει στη Γερμανία. Αντίθετα, αναγείρεται 9.000 χιλιόμετρα μακριά, στην Κίνα.
Καθώς αναζητάει το μέλλον της στην Ασία, η BASF, που ιδρύθηκε στις όχθες του Ρήνου το 1865 ως Badische Anilin- & Sodafabrik, μειώνει τις δραστηριότητές της στη Γερμανία.
Τον Φεβρουάριο, η εταιρεία ανακοίνωσε το κλείσιμο ενός εργοστασίου λιπασμάτων στη γενέτειρά της Ludwigshafen και άλλων εγκαταστάσεων, γεγονός που οδήγησε σε περικοπές περίπου 2.600 θέσεων εργασίας.
“Ανησυχούμε όλο και περισσότερο για την εγχώρια αγορά”, δήλωσε ο διευθύνων σύμβουλος της BASF Μάρτιν Μπρούντερμιλερ στους μετόχους τον Απρίλιο, σημειώνοντας ότι η εταιρεία έχασε πέρυσι 130 εκατ. ευρώ στη Γερμανία. “Η κερδοφορία δεν είναι πλέον ούτε κατά διάνοια εκεί που θα έπρεπε να είναι”.
Η Ζώνη της Σκουριάς
Ένα κλίμα κακοδαιμονίας, επηρεάζει πλέον το σύνολο της γερμανικής οικονομίας, η οποία διολίσθησε σε ύφεση το πρώτο τρίμηνο εν μέσω ενός καταιγισμού ερευνών, σύμφωνα με τις οποίες τόσο οι επιχειρήσεις όσο και οι καταναλωτές είναι βαθιά επιφυλακτικοί για το μέλλον. Το δημοσίευμα του Βlooomberg συγκρίνει την περίπτωση της Γερμανία με την Ζώνη της Σκουριάς (Rust Belt) των ΗΠΑ ή τα Μίντλαντς του Ηνωμένου Βασιλείου, άλλοτε ακμάζοντες βιομηχανικούς διαδρόμους που έπεσαν θύματα πολιτικών λαθών και παγκόσμιων ανταγωνιστικών πιέσεων και δεν ανέκαμψαν ποτέ πλήρως.
Η ψευδαίσθηση της ασφάλειας
Αυτή η ανησυχία είναι δικαιολογημένη. Πριν από 20 χρόνια, η Γερμανία ξεπέρασε τη φήμη της ως “ο ασθενής της Ευρώπης” με μια δέσμη φιλόδοξων μεταρρυθμίσεων στην αγορά εργασίας που απελευθέρωσε το βιομηχανικό δυναμικό της και εγκαινίασε μια διαρκή περίοδο ευημερίας, βασισμένη στην ισχυρή ζήτηση για τα μηχανήματα και τα αυτοκίνητά της, από την Κίνα.
Παρά το γεγονός ότι η Γερμανία απογοήτευσε πολλούς εταίρους της εξάγοντας πολύ περισσότερα από όσα αγόραζε, η οικονομία της άνθισε.
Οι εποχές άνθησης, ωστόσο, είχαν ένα κόστος: Η οικονομική ισχύς παρέσυρε τους ηγέτες της σε μια ψευδή αίσθηση ασφάλειας. Η αποτυχία τους να επιδιώξουν περαιτέρω μεταρρυθμίσεις επιστρέφει πλέον ως μπούμερανγκ.
Η Γερμανία φταρνίζεται…
Ξαφνικά, η τέλεια καταιγίδα εξυφαίνεται πάνω από την πρώην ευρωπαϊκή ατμομηχανή, σηματοδοτώντας ότι η τρέχουσα ύφεση δεν είναι απλώς “τεχνική”, όπως προσεύχονται οι υπεύθυνοι χάραξης πολιτικής, αλλά μάλλον προάγγελος μιας θεμελιώδους ανατροπής της οικονομικής της μοίρας, που απειλεί να προκαλέσει δονήσεις σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Η εξάρτηση της χώρας από τη βιομηχανία την καθιστά ιδιαίτερα ευάλωτη. Με εξαίρεση την εταιρεία παραγωγής λογισμικού SAP, ο τεχνολογικός τομέας της Γερμανίας είναι ουσιαστικά ανύπαρκτος. Στον χρηματοπιστωτικό τομέα, οι μεγαλύτεροι παίκτες της είναι περισσότερο γνωστοί για τα προβληματικά ανοίγματα (Deutsche Bank) και τα σκάνδαλα (Wirecard).
Ένα συναφές πρόβλημα είναι ότι οι σημαντικότεροι βιομηχανικοί τομείς της Γερμανίας – από τα χημικά μέχρι τα αυτοκίνητα και τα μηχανήματα – έχουν τις ρίζες τους σε τεχνολογίες του 19ου αιώνα. Ενώ η χώρα ευημερούσε επί δεκαετίες βελτιστοποιώντας αυτά τα προϊόντα, πολλά από αυτά είτε έχουν ξεπεραστεί (ο κινητήρας εσωτερικής καύσης) είτε είναι απλώς πολύ ακριβά για να παραχθούν στη Γερμανία.
Από τα βασικότερα προβλήματα και η έλλειψη εργατικού δυναμικού, κυρίως εξειδικευμένου, με την προσπάθεια να έρθουν μετανάστες που θα αναπληρώσουν τον κενό να αποτυγχάνει.
…η Ευρώπη «κρυώνει»
Η διάβρωση του βιομηχανικού πυρήνα της Γερμανίας θα έχει σημαντικό αντίκτυπο στην υπόλοιπη Ευρωπαϊκή Ένωση. Η Γερμανία δεν είναι απλώς ο μεγαλύτερος παίκτης της Ευρώπης, αλλά λειτουργεί και ως ο βασικός κρίκος μια αλυσίδας που συνδέει τις διαφορετικές οικονομίες της Ευρώπης ,ως ο μεγαλύτερος εμπορικός εταίρος και επενδυτής για πολλές από αυτές.
Τις τελευταίες τρεις δεκαετίες, η γερμανική βιομηχανία μετέτρεψε την Κεντρική Ευρώπη σε εργοστάσιό της. Η Porsche κατασκευάζει το κορυφαίο σε πωλήσεις SUV Cayenne στη Σλοβακία, η Audi παράγει κινητήρες στην Ουγγαρία από τις αρχές της δεκαετίας του 1990, και η Miele κατασκευάζει πλυντήρια ρούχων στην Πολωνία.
Χιλιάδες μικρομεσαίες γερμανικές επιχειρήσεις, οι λεγόμενες Mittelstand που αποτελούν τη ραχοκοκαλιά της οικονομίας της χώρας, δραστηριοποιούνται στην περιοχή, παράγοντας κυρίως για την ευρωπαϊκή αγορά.
Αν και δεν θα εξαφανιστούν από τη μια μέρα στην άλλη, μια συνεχής πτώση στη Γερμανία θα συμπαρασύρει αναπόφευκτα και την υπόλοιπη περιοχή.
“Υπάρχει ο κίνδυνος η Ευρώπη να καταλήξει να είναι ο μεγάλος χαμένος αυτής της μετατόπισης”, παραδέχθηκε πρόσφατα ο Κλάους Ρόζενφελντ, ο διευθύνων σύμβουλος της Schaeffler, μιας εταιρείας κατασκευής εξαρτημάτων αυτοκινήτων, προσθέτοντας ότι η εταιρεία του είναι πιθανό να κατασκευάσει τα επόμενα εργοστάσιά της στις ΗΠΑ.
Όσο πληρώνονται μένουν
Η γερμανική βιομηχανία δεν εγκαταλείπει εντελώς τη Γερμανία- αρκεί να τους πληρώνει η κυβέρνηση.
Η BASF, για παράδειγμα, άνοιξε ένα εργοστάσιο κοντά στη Δρέσδη που παράγει υλικά καθόδου για μπαταρίες ηλεκτρικών αυτοκινήτων μόλις πριν από δύο εβδομάδες και δεσμεύτηκε να συνεχίσει να επενδύει στην εγχώρια αγορά της. Ωστόσο, για να εξασφαλίσουν τέτοιες δεσμεύσεις, οι τοπικές και ομοσπονδιακές κυβερνήσεις αναγκάστηκαν να προσφέρουν γενναιόδωρα κίνητρα. Για παράδειγμα, η BASF θα λάβει 175 εκατ. ευρώ κρατικής στήριξης .
Ομοίως, τον Ιούνιο, η αμερικανική εταιρεία κατασκευής τσιπ Intel εξασφάλισε μια εντυπωσιακή επιδότηση ύψους 10 δισεκατομμυρίων ευρώ για ένα τεράστιο νέο εργοστάσιο στην ανατολική πόλη του Μαγδεμβούργου. Αυτό μεταφράζεται σε 3,3 εκατ. ευρώ για κάθε μία από τις 3.000 θέσεις εργασίας που δεσμεύτηκε να δημιουργήσει η εταιρεία.
Προλαβαίνουν;
Κάποια στιγμή, οι Γερμανοί θα αφυπνιστούν για τους κινδύνους που αντιμετωπίζουν.
Το ερώτημα είναι αν θα το κάνουν πριν να είναι πολύ αργά.
Σε κάθε περίπτωση, η BASF θα είναι έτοιμη. Σε πρόσφατη ερώτηση για το τι σκοπεύει να κάνει η εταιρεία με τα χημικά εργοστάσια της εργοστάσια στην Γερμανία, ο Μπρουντερμίλερ προσπάθησε να απαλύνει το χτύπημα, λέγοντας ότι η εταιρεία δεν θα ” γκρεμίσει τα πάντα αμέσως”.
Αλλά ήταν πιο ευθύς σε ένα άλλο σημείο: “Δεν χρειαζόμαστε τον χώρο στο Ludwigshafen αυτή τη στιγμή”.
naftemporiki.gr