Το ρωσικό ρούβλι έχει χάσει το 30% της αξίας του έναντι του ευρώ και του δολαρίου από την αρχή του χρόνου. Την περασμένη Πέμπτη έσπασε το ψυχολογικά σημαντικό φράγμα 100:1 έναντι του ευρώ. Με απλά λόγια: το ρωσικό νόμισμα αξίζει λιγότερο από ένα λεπτό του ευρώ.
Αυτή είναι η δεύτερη πιο μεγάλη πτώση για το ρούβλι στον 21ο αιώνα. Η μεγαλύτερη δεν είναι πολύ παλιά και συνέβη αμέσως μετά τη ρωσική εισβολή στην Ουκρανία, όταν το ευρώ έφτασε να ισοδυναμεί με 127 ρούβλια. Εκείνη την περίοδο, η ρωσική κυβέρνηση και η κεντρική της τράπεζα αντέδρασαν με πολύ ριζοσπαστικά μέτρα. Το βασικό επιτόκιο αυξήθηκε στο ακραίο 20%, επιβλήθηκαν κάθε είδους περιορισμοί στις ενδορωσικές συναλλαγές συναλλάγματος και ο πρόεδρος Βλαντιμίρ Πούτιν
ανάγκασε τη Δύση να πληρώσει σε ρούβλια για το φυσικό αέριο.
Πολλά από αυτά τα μέτρα, που τελικά ήταν επιτυχημένα, ώθησαν τη συναλλαγματική ισοτιμία κάτω από το 1:60 έως τον Ιούλιο του 2022. Όλοι παραδέχονται ότι ήταν μέτρα που οφείλονταν στην επικεφαλής της ρωσικής κεντρικής τράπεζας, Ελβίρα Ναμπιούλινα, η οποία είναι γνωστή για την επαγγελματική της ικανότητα και θεωρείται σημαντικός πυλώνας για την οικονομική σταθερότητα στη χώρα.
«Ευλογία η υποτίμηση»
Το περίεργο είναι ότι παρά την πρόσφατη υποτίμηση του ρουβλίου, η Ναμπιούλινα δεν έχει κάνει σημαντικές ενέργειες για τη στήριξη του εθνικού νομίσματος. Αντίθετα, «είναι εκπληκτικά χαλαρή», όπως αναφέρει η ρωσική εφημερίδα «Kommersant». Θεωρεί αποτελεσματική την τρέχουσα νομισματική πολιτική, αποκαλώντας ως «ευλογία» την «κυμαινόμενη συναλλαγματική ισοτιμία» του νομίσματος, γιατί επιτρέπει στην οικονομία «να απορροφά πιο εύκολα εξωτερικούς κραδασμούς και αλλαγές».
Ο εκπρόσωπος του Κρεμλίνου Ντμίτρι Πεσκόφ συμφωνεί επίσης και δεν πιστεύει πως η πτώση του ρουβλίου θα επηρεάσει την οικονομία, συνολικά. Ο φιλοκυβερνητικός ρωσικός Τύπος αποδίδει αυτή τη «χαλαρή αντίδραση» στα εκπληκτικά καλά επίσημα οικονομικά μεγέθη της Ρωσίας, δεδομένης της τρέχουσας κατάστασης. «Η οικονομία της χώρας συνεχίζει να ανακάμπτει με σιγουριά παρά τις κυρώσεις», δηλώνει ο πρωθυπουργός Μισούστιν στην εφημερίδα «Nezavisimaya Gazeta». Ο πληθωρισμός είναι μόνο 3,4% και η οικονομική ανάπτυξη αναμένεται να φτάσει το 1,2% το 2023.
Η κεντρική τράπεζα διατήρησε τη νομισματική σταθερότητα με υψηλά επιτόκια, αλλά τώρα υπάρχουν αυξανόμενες ενδείξεις ότι ο πληθωρισμός αυξάνεται ξανά.
Το καλάθι αγορών ακριβαίνει
Το καλάθι αγορών, το οποίο χρησιμοποιείται για τον υπολογισμό του επίσημου πληθωρισμού, περιέχει αγαθά που ελάχιστα αυξάνονται σε τιμές, ενώ το κόστος διαβίωσης υποεκπροσωπείται. Οι τιμές παρακολουθούνται επίσης μόνο στις μεγάλες πόλεις.
Το ποσοστό του πληθωρισμού, σύμφωνα με το Ερευνητικό Κέντρο Romir, είναι υπερδιπλάσιο από το προπολεμικό επίπεδο που κατέγραφε η επίσημη στατιστική υπηρεσία Rosstat. Στη Ρωσία, οι πληθωριστικοί κραδασμοί γίνονται συχνά και τα επιτόκια ενδέχεται να αυξηθούν στη συνεδρίαση του Συμβουλίου της Κεντρικής Τράπεζας της 21ης Ιουλίου.
Βουτιά στις εξαγωγές ενέργειας
Οι εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου, που είναι σημαντικές για τη Ρωσία, μειώθηκαν άλλωστε κατά 26,4% σε σύγκριση με το προηγούμενο έτος, αναφέρει
η «Nezavisimaya Gazeta». Η αιτία είναι ο συνδυασμός τριών παραγόντων: της συγκράτησης της τιμής πετρελαίου, των εκπτώσεων που η Ρωσία αναγκάζεται να χορηγεί στους πελάτες της λόγω των δυτικών κυρώσεων (περίπου 35%) και φυσικά λόγω της απώλειας των Ευρωπαίων πελατών εξαιτίας των κυρώσεων.
Ο Βλαντιμίρ Πούτιν κάνει ό,τι περνά από το χέρι του για να ανεβάσει τις τιμές του πετρελαίου και του φυσικού αερίου. Μείωσε τις εξαγωγές πετρελαίου, ενώ και οι
Σαουδάραβες φαίνεται να ακολουθούν, για τους δικούς τους λόγους, προκειμένου να συγκρατήσουν τις τιμές. Παρ’ όλα αυτά, η τιμή του πετρελαίου κατέγραψε
μια μικρή αύξηση 1,6%. Ακόμα χειρότερα για τον Πούτιν, οι Ρώσοι δεν είναι σε θέση να κλείσουν το χάσμα τιμών μεταξύ του πετρελαίου τύπου Urals και του πετρελαίου Brent της Βόρειας Θάλασσας. Στις αγορές τον Ιούνιο, οι αγοραστές πλήρωσαν κατά μέσο όρο περίπου 55 δολάρια το βαρέλι, περισσότερο από 20 δολάρια λιγότερο από ό,τι για το Brent και περίπου 30 δολάρια λιγότερο από ό,τι πριν από έναν χρόνο.
Ζοφερές επιπτώσεις
Για τον Πούτιν, τα πράγματα είναι ακόμη πιο ζοφερά όταν πρόκειται για το φυσικό αέριο: τους πρώτους έξι μήνες, τα κέρδη από τις εξαγωγές φυσικού αερίου μειώθηκαν σχεδόν στο μισό. Δεδομένου ότι το ρωσικό φυσικό αέριο ρέει πλέον στη Δυτική Ευρώπη μόνο σε εξαιρετικά μικρές ποσότητες, ο Πούτιν αναζητεί απεγνωσμένα νέα κανάλια πωλήσεων – αλλά δεν υπάρχει λύση στον ορίζοντα. Η κατασκευή του αγωγού Power of Siberia 2 δεν προχωρά.
Ο επικεφαλής του Κρεμλίνου θέλει να εκτρέψει προς την Κίνα το φυσικό αέριο από τα κοιτάσματα στη χερσόνησο Γιαμάλ, που τροφοδοτούσε τη Δυτική Ευρώπη μέχρι την εισβολή στην Ουκρανία. Όμως το Πεκίνο καθυστερεί την κατασκευή του αγωγού, κόστους δισεκατομμυρίων. Οι ειδικοί υποθέτουν μάλιστα ότι το ζήτημα δεν είναι
μόνο ποιος θα πληρώσει τελικά για τους αγωγούς. Η μείωση των εσόδων από τις εξαγωγές πετρελαίου και φυσικού αερίου επιβαρύνει πολύ τον ρωσικό κρατικό προϋπολογισμό και την οικονομία συνολικά