«Η οικονομική μου κατάσταση είναι άθλια», λέει η Μαρία Κανιάς, δευτεροετής φοιτήτρια ιατρικής σε πανεπιστήμιο της Σαλαμάνκα. Στα 16 της άρχισε να εργάζεται για να χρηματοδοτήσει τις σπουδές της. Σε ηλικία 28 ετών κατάφερε τελικά να εγγραφεί στην ιατρική. Τώρα, στα 30 της, ξέρει πώς είναι να ζει κανείς με τα απολύτως απαραίτητα.
Όμως αυτή η συνθήκη θα μπορούσε να αλλάξει με την πρόταση της Ισπανίδας υπουργού Εργασίας και Κοινωνικών Υποθέσεων Γιολάντα Ντίαθ και της αριστερής παράταξης Sumar: να διατίθενται 20.000 ευρώ σε όλους τους νέους μεταξύ 18 και 23 ετών. Η «βασική κληρονομιά», συγκρίσιμη με την ιδέα ενός άνευ όρων βασικού εισοδήματος, αποσκοπεί στη μείωση της κοινωνικής ανισότητας στην Ισπανία. Οι νέοι πρέπει να έχουν μια βάση που να τους επιτρέπει να σπουδάσουν, να εκπαιδευτούν ή να ξεκινήσουν μια επιχείρηση.
Τα κονδύλια θα ωφελήσουν όλους τους νέους Ισπανούς – ανεξαρτήτως από την οικονομική τους κατάσταση. Μισό εκατομμύριο άνθρωποι ενηλικιώνονται στην Ισπανία κάθε χρόνο και το κόστος της βασικής κληρονομιάς ανέρχεται αντιστοίχως σε δέκα δισεκατομμύρια ευρώ, το οποίο αντιστοιχεί περίπου στο 0,8% του Α.Ε.Π. Η οικονομική αυτή αρωγή θα χρηματοδοτηθεί μέσω της φορολόγησης των πλουσίων.
Η πρόταση δεν είναι εντελώς καινούργια – το Γερμανικό Ινστιτούτο Οικονομικών Ερευνών (DIW), για παράδειγμα, είχε παρουσιάσει ένα παρόμοιο σχέδιο στα τέλη του 2021 και έκτοτε, διάφοροι πολιτικοί και εμπειρογνώμονες το υιοθέτησαν. Στην Ισπανία, όμως, είναι η πρώτη φορά που προτείνεται σε προεκλογική εκστρατεία, με την υπουργό Εργασίας Ντίαθ να επιδιώκει να κερδίσει τις πρόωρες βουλευτικές εκλογές στην Ισπανία στα τέλη Ιουλίου.
Η κληρονομιά καθορίζει τις μελλοντικές προοπτικές
Η πρόταση αυτή αποτελεί ένα κοινωνικά εκρηκτικό θέμα, διότι αφορά θεμελιώδη ερωτήματα: Πώς μπορούν όλοι οι άνθρωποι να έχουν ίσες ευκαιρίες στη ζωή; Πώς μπορεί μια κοινωνία να διανείμει δίκαια τον πλούτο μεταξύ των μελών της; Και πώς μπορούν να κληροδοτηθούν δίκαια όλες οι γενιές; Πώς μπορούν να συσσωρευτούν και να διατηρηθούν περιουσιακά στοιχεία;
Είναι γεγονός ότι ο οικογενειακός πλούτος, δηλαδή η κληρονομιά, καθορίζει την πορεία της ζωής των νέων στην Ισπανία. «Η ανισότητα του πλούτου είναι πολύ μεγαλύτερη από την ανισότητα του εισοδήματος», δηλώνει στην DW ο Χοσέ Ιγκνάθιο Κόντε-Ρουίθ, αναπληρωτής διευθυντής του Ιδρύματος Εφαρμοσμένων Οικονομικών Μελετών (FEDEA). Και αυτό είναι ανησυχητικό.
Σύμφωνα με στοιχεία του Κέντρου Οικονομικής Πολιτικής (EsadeEcPol), το οικογενειακό εισόδημα έχει τέτοια επίδραση που τα παιδιά του πλουσιότερου 10% του πληθυσμού έχουν μέσο ετήσιο κατά κεφαλήν εισόδημα περίπου 30.000 ευρώ στην ενήλικη ζωή τους, ενώ το πλουσιότερο 1% έχει περίπου 40.000 ευρώ. Αντιθέτως, οι απόγονοι του φτωχότερου 10% έχουν λίγο κάτω από 17.000 ευρώ. Μόνο ελάχιστοι εξ αυτών καταφέρνουν να ανέλθουν κοινωνικά.
«Έχουμε μια τεράστια ανισότητα πλούτου που μεταβιβάζεται από γενιά σε γενιά», λέει ο Χόρχε Γκαλίντο, υποδιευθυντής του EsadeEcPol, σε συνέντευξή του στην DW. Η βασική κληρονομιά «θα μπορούσε να διακόψει αυτή τη μετάδοση της ανισότητας», προσφέροντας στους νέους της Ισπανίας μεγαλύτερη ελευθερία αποφάσεων.
Όμως, ακόμη και μεταξύ των υποστηρικτών, ορισμένες λεπτομέρειες της πρότασης είναι υπό αμφισβήτηση. Θα πρέπει τα χρήματα να είναι πραγματικά διαθέσιμα σε όλους τους νέους, ανεξαρτήτως οικονομικού επιπέδου; «Ένα καθολικό μέτρο θα ήταν ευκολότερα εφαρμόσιμο, επειδή θα χρηματοδοτείτο μέσω ενός νέου φόρου για τους πλούσιους», υποστηρίζει ο Κόντε-Ρουίθ. «Οι νέοι που προέρχονται από ένα πιο προνομιούχο περιβάλλον θα εξακολουθούν να λαμβάνουν τη βασική κληρονομιά, αλλά θα πληρώνουν και πολλούς φόρους». Ειδικοί όπως ο Γκαλίντο διαφωνούν. Το μέτρο θα ήταν πολύ πιο αποτελεσματικό, εάν εξαρτιόταν από το εισόδημα ή τον πλούτο του εκάστοτε νοικοκυριού.
Ανισότητα σε όλη την Ευρώπη
Οι κοινωνικές και οικονομικές ανισότητες δεν εμφανίζονται μονάχα στην Ισπανία – οι Ευρωπαίοι νέοι είναι όλο και πιο απαισιόδοξοι για το μέλλον. Σε έρευνα για τους νέους της εταιρείας TUI που διεξήχθη τον Ιούνιο, το 68% των ερωτηθέντων δήλωσε ότι το εισόδημα στη χώρα τους ήταν «πολύ» ή «κάπως» άνισα κατανεμημένο.
Με την ιδέα της βασικής κληρονομιάς η Ισπανία πρωτοπορεί. Σε άλλες χώρες της Ε.Ε., οι πολιτικές ίσων ευκαιριών είναι πολύ διαφορετικές. Στη Γερμανία, για παράδειγμα, υπάρχει οικονομική υποστήριξη για τους φοιτητές με τη μορφή ενίσχυσης στο πλαίσιο του ομοσπονδιακού νόμου για την ενίσχυση της κατάρτισης. Το ποσό εξαρτάται από τον μισθό των γονέων – όσο λιγότερα κερδίζουν οι γονείς, τόσο περισσότερα μπορούν να λάβουν τα παιδιά τους. Στη Σουηδία και τη Δανία προβλέπεται μία πιο καθολική υποστήριξη των φοιτητών. Η υπουργός Εργασίας της Ισπανίας Γιολάντα Ντίαθ υποστηρίζει ότι, σύμφωνα με τα σχέδιά της, οι νέοι θα μπορούν να αποφασίσουν οι ίδιοι σε τι θα δαπανήσουν τα χρήματα – δίχως να υποχρεώνονται να τα επενδύσουν στην εκπαίδευση.
Πόσο ρεαλιστική είναι η βασική κληρονομιά
Το αν η εγγυημένη βασική κληρονομιά θα γίνει πραγματικότητα, παραμένει άγνωστο. Ακόμη και μέσα στο πλαίσιο της προεκλογικής εκστρατείας δεν είναι σαφές πώς θα μπορούσε να εφαρμοστεί. Πώς ακριβώς θα βρεθούν τα χρήματα, εάν προέρχονται από τον τρέχοντα προϋπολογισμό; Ο οικονομολόγος Κόντε-Ρουίθ επισημαίνει ότι είναι δύσκολο για τους πολιτικούς να μειώσουν άλλες παροχές, όπως οι συντάξεις.
Αυτό θέτει και ένα ζήτημα διαγενεακής δικαιοσύνης, το οποίο είναι εξαιρετικά επίκαιρο στην Ισπανία αυτή τη στιγμή. Προσφάτως οι συντάξεις αυξήθηκαν κατά 8% για όλους τους συνταξιούχους – αλλά οι νέοι έμειναν με άδεια χέρια, όπως πιστεύουν ορισμένοι. Σε αυτό ακριβώς το σημείο έρχεται η πλατφόρμα Sumar της Γιολάντα Ντίαθ, αποσκοπώντας στην αποκατάσταση της ισορροπίας μεταξύ των γενεών.
Πηγή: Deutsche Welle