Σχεδόν 10 χρόνια αφότου το ΝΑΤΟ συμφώνησε να αυξηθούν οι αμυντικές δαπάνες των χωρών μελών στο 2% του ΑΕΠ, o στόχος αυτός δεν έχει επιτευχθεί, γράφει η γερμανική Tagesschau. Σύμφωνα με τη γερμανική εφημερίδα, ο γενικός γραμματέας του ΝΑΤΟ, Γενς Στόλτενμπεργκ, κάλεσε σήμερα τους 31 υπουργούς Άμυνας της Συμμαχίας να θέσουν στις κυβερνήσεις την ανάγκη επίτευξης του στόχου αυτού, ενόψει και της συνόδου κορυφής του Βίλνιους σε τέσσερις εβδομάδες.
Ο Στόλτενμπεργκ ξεκαθάρισε στους υπουργούς Άμυνας ότι ο στόχος του 2% θα διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο και δεν θα πρέπει πλέον να είναι μια χαλαρή οδηγία που μπορούν οι χώρες μέλη να ακολουθήσουν ή όχι. «Το 2% δεν θα είναι πλέον το ανώτατο όριο στο οποίο επιδιώκουμε», εξήγησε ο Στόλτενμπεργκ στους υπουργούς. «Αυτό θα πρέπει να είναι το ελάχιστο για όσα πρέπει να ξοδέψουμε για την άμυνα στο μέλλον».
Μεταξύ των χωρών μελών του ΝΑΤΟ, «η Ελλάδα είναι ο ηγέτης στις αμυντικές δαπάνες, ξοδεύοντας το 3,5% του ΑΕΠ για την ασφάλεια της χώρας», γράφει η γερμανική Tagesschau, εξηγώντας ότι «ο λόγος είναι οι ανησυχίες για στρατιωτικές επιθέσεις από τη γειτονική Τουρκία».
Πάνω από το 2% του ΑΕΠ σε αμυντικές δαπάνες διαθέτουν ακόμη οι Ηνωμένες Πολιτείες, η Βρετανία, η Πολωνία και οι τρεις χώρες της Βαλτικής. Ωστόσο, η πλειονότητα των χωρών μελών του ΝΑΤΟ διαθέτουν λίγο-πολύ κάτω από το 2% για την άμυνα. Η Γερμανία ανήκει σε αυτή την ομάδα με περίπου 1,5%. Ο γερμανός υπουργός Άμυνας, Μπόρις Πιστόριους, δήλωσε αισιόδοξος ότι ο στόχος του 2% «θα επιτευχθεί από το 2024».
Ειδικός φόρος για την άμυνα
Ο στόχος του 2% στις αμυντικές δαπάνες τέθηκε το 2014 στη σύνοδο κορυφής του ΝΑΤΟ στην Ουαλία. Ο Πούτιν είχε μόλις εισβάλει στην Κριμαία και το ΝΑΤΟ το θεώρησε ως προειδοποίηση για να επενδύσει περισσότερο στην άμυνά της μετά από χρόνια ύφεσης.
Οι Ευρωπαίοι γνωρίζουν το πρόβλημα. Ξοδεύουν περισσότερα από 200 δισεκατομμύρια ευρώ για εξοπλισμούς κάθε χρόνο – αλλά κυρίως το κάνουν σε εθνικό επίπεδο. Ο Μίκαελ Χούτερ, διευθυντής του Ινστιτούτου Γερμανικής Οικονομίας (IW), θεωρεί ότι αυτό είναι ανοησία από οικονομική άποψη και καλεί την Ευρώπη να σχεδιάσει και να αγοράσει από κοινού οπλικά συστήματα. «Η κοινή χρηματοδότηση της ευρωπαϊκής άμυνας είναι πιο λογική», λέει ο Χούτερ. «Οι Ηνωμένες Πολιτείες, η μεγαλύτερη στρατιωτική δύναμη στον κόσμο, τα καταφέρνει με πολύ λιγότερα διαφορετικά οπλικά συστήματα από τους Ευρωπαίους», προσθέτει.
Ο διευθυντής του IW τονίζει ότι πολλά μπορούν να γίνουν για μια πραγματική ευρωπαϊκή αμυντική ένωση, στην οποία θα αποφασίζεται η πιο αποτελεσματική και καλύτερη προσφορά σε όλους τους κλάδους των όπλων. «Αυτό θα πρέπει στη συνέχεια να χρηματοδοτηθεί από κοινού με έναν φόρο ειδικού σκοπού, αντί να βασίζεται σε δαπανηρές εθνικές δαπάνες, όπως συνέβαινε μέχρι τώρα».
«Στην εποχή του Χέλμουτ Σμιντ, περισσότερο από το 3% του ΑΕΠ πήγαινε για την άμυνα, σε μια δύσκολη οικονομική κατάσταση με μαζική ανεργία». Ωστόσο, ήταν δυνατή η χρηματοδότηση των αμυντικών δαπανών. Θα είναι επίσης δυνατό και τώρα, λέει ο Μίκαελ Χούτερ.