Λιέν Τζουν
Στο πλαίσιο των ραγδαίων εξελίξεων και των ιστορικών μεταβολών, πρωτόγνωρων για τα δεδομένα του αιώνα μας, της ελλιπούς παγκόσμιας οικονομικής ανάκαμψης και ανάγκης για της ανάγκης για ώθηση της τελευταίας, το κλίμα αλληλεγγύης και συνεργασίας που χαρακτήρισε τη σύνοδο κορυφής της Κίνας με τα κράτη της Κεντρικής Ασίας και τη σύνοδο κορυφής του Αραβικού Συνδέσμου δημιούργησε το κατάλληλο υπόβαθρο για πρόταση λύσεων, εντελώς διαφορετικών με αυτών της συνόδου κορυφής των G7 στη Χιροσίμα.
Στις 19 Μαΐου πραγματοποιήθηκε με μεγάλη επιτυχία στην πόλη Σιάν η σύνοδος κορυφής της Κίνας με τα κράτη της Κεντρικής Ασίας. Αυτή ήταν η πρώτη στην ουσία σύνοδος κορυφής των χωρών αυτών από τη σύναψη των διπλωματικών τους σχέσεων με την Κίνα τριανταένα χρόνια πριν. Είναι επίσης η πρώτη φορά που το όραμα μιας πανανθρώπινης κοινότητας με ένα κοινό μέλλον εφαρμόζεται πλήρως σε περιφερειακό πολυμερές και διμερές επίπεδο, προσφέροντας νέες προοπτικές για την εμβάθυνση του αμοιβαίου οφέλους της Κίνας και των χωρών της Κεντρικής Ασίας. Με επίκεντρο την κοινή ανάπτυξη, τα κράτη της συνόδου θα εργαστούν μαζί για τη δημιουργία ενός αποτελεσματικότερου και αμοιβαία επωφελούς μοντέλου συνεργασίας για όλους, βελτιώνοντας συνεχώς τη συνεργασία της Κίνας με τα πέντε κράτη της Κεντρικής Ασίας στην οικονομία, το εμπόριο, την ενέργεια και τις μεταφορές, προωθώντας νέους τομείς ανάπτυξης, όπως ο χρηματοπιστωτικός τομέας, η πράσινη ενέργεια και η μείωση των εκπομπών άνθρακα, η αντιμετώπιση της φτώχειας, η ιατρική και υγειονομική περίθαλψη και η ψηφιακή καινοτομία, και προσφέροντας ισχυρή ώθηση στην παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη και ανάπτυξη.
Το πνεύμα ενότητας και συνεργασίας ήταν ιδιαίτερα αισθητό και στη σύνοδο κορυφής του Αραβικού Συνδέσμου που πραγματοποιήθηκε την ίδια ημέρα. Στις 19 Μαΐου, η 32η σύνοδος κορυφής του Αραβικού Συνδέσμου ξεκίνησε τις εργασίες της στην παράκτια πόλη της Τζέντα στη δυτική Σαουδική Αραβία. Την παραμονή της συνόδου, η Συρία επανήλθε στους κόλπους του Συνδέσμου. Υπήρξε συναίνεση μεταξύ των ηγετών των συμμετεχόντων κρατών για ορισμένα ζητήματα, ενώ η «ενότητα», οι «ευκαιρίες» και η «κοινή δράση» αποτέλεσαν τις λέξεις-κλειδιά της συνόδου. Σύμφωνα με τα μέσα ενημέρωσης της Σαουδικής Αραβίας, η συμφιλίωση και η ενότητα αποτέλεσαν το βασικό θέμα της συνόδου κορυφής του Συνδέσμου, τονίζοντας ότι «η ασφάλεια και η ανάπτυξη μπορούν να επιτευχθούν μόνο μέσα από την ενότητα και τη συνεργασία».
Την ίδια ημέρα, εντελώς διαφορετικό ήταν το κλίμα που επικρατούσε στη σύνοδο κορυφής της G7 στη Χιροσίμα. Επί του παρόντος, οι χώρες τις G7 βρίσκονται αντιμέτωπες με μια ζοφερή οικονομική και χρηματοπιστωτική πραγματικότητα. Ο ρυθμός οικονομικής ανάπτυξης των Ηνωμένων Πολιτειών, του Ηνωμένου Βασιλείου, της Γερμανίας, της Γαλλίας και άλλων χωρών κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους δεν ανταποκρίθηκε στις προσδοκίες, με τις οικονομίες τους να βρίσκονται στο χείλος της ύφεσης. Απέναντι στον επίμονο και υψηλό πληθωρισμό και σε ένα όλο και πιο δυσμενές χρηματοοικονομικό περιβάλλον, τα κύρια μέλη της G7 βρίσκονται αντιμέτωπα με τον αυξανόμενο κίνδυνο των μέτρων καταπολέμησης του πληθωρισμού και με τραπεζική αστάθεια. Ωστόσο, αντί να επικεντρώνονται στην επίλυση των δικών τους προβλημάτων, τα κράτη της G7 επιμένουν να «κουνούν το δάχτυλο» σε άλλες χώρες, υποδεικνύοντας «δυτικούς κανόνες» που βασίζονται σε δικές τους αξίες και ιδεολογίες. Σε σχέση με το θέμα αυτό, ο Γενικός Γραμματέας των Ηνωμένων Εθνών Αντόνιο Γκουτέρες δήλωσε σε συνέντευξή του στη Χιροσίμα ότι, αντί να διχάζει την ανθρωπότητα, η G7 θα πρέπει να επιδιώξει «ενεργό διάλογο και συνεργασία» με τα μεγάλα κράτη για θέματα που αφορούν την κλιματική αλλαγή και την ανάπτυξη.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες, ο βασικός υποκινητής πίσω από τη συγκρουσιακή στάση της G7, προσπαθούν να αποτρέψουν τον κίνδυνο χρεοκοπίας τους λόγω του συσσωρευμένου εγχώριου χρέους λαμβάνοντας σχετικά μέτρα. Το Γραφείο Προϋπολογισμού του αμερικανικού Κογκρέσου προειδοποίησε πρόσφατα ότι εάν το όριο χρέους παραμείνει αμετάβλητο τότε η χώρα κινδυνεύει να αθετήσει το χρέος της στις αρχές Ιουνίου. Ωστόσο, οι συνομιλίες για το όριο χρέους μεταξύ του προέδρου Τζο Μπάιντεν και του προέδρου της Βουλής των Αντιπροσώπων Κέβιν ΜακΚάρθι δεν έχουν αποφέρει κανένα αποτέλεσμα. Παρόλο που οι ακραίοι πολιτικοί ελιγμοί είναι συνηθισμένοι στις Ηνωμένες Πολιτείες και κανένα μέρος δεν επιθυμεί να φέρει την ιστορική ευθύνη της χρεοκοπίας του κράτους, ο κίνδυνος να χαθεί κατά λάθος ο έλεγχος αυξάνεται ραγδαία στο πλαίσιο της όλο και μεγαλύτερης πολιτικής πόλωσης εντός των Ηνωμένων Πολιτειών.
Με βάση το «κλείσιμο» της κυβέρνησης των Ηνωμένων Πολιτειών λόγω χρέους και της πιστοληπτικής υποβάθμισης της χώρας στο παρελθόν, είναι αρκετά πιθανόν να βρεθούμε προ νέων εκπλήξεων. Επιπλέον, ακόμη και αν τελικά επιτευχθεί κάποια συμφωνία, ανάμεσα στην οχλοβοή και την πολιτική αντιπαράθεση, η διάβρωση της αξιοπιστίας των Ηνωμένων Πολιτειών συνεχώς εντείνεται.