Μια «πιο αυστηρή» προσέγγιση από την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα για την καλύτερη διαχείριση και κάλυψη των πιστωτικών κινδύνων στις εποπτευόμενες τράπεζες, ζητά με ανακοίνωσή του το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο (ΕΕΣ).
Σε ένα δύσκολο οικονομικό περιβάλλον, όπως σήμερα, το ΕΕΣ διενήργησε έλεγχο για την ευρωπαϊκή τραπεζική εποπτεία, με στόχο να αξιολογήσει «αν είναι επαρκής η προσέγγιση της ΕΚΤ για την αντιμετώπιση πιθανών πιστωτικών κινδύνων στις τράπεζες, κάτι που είναι καθοριστικής σημασίας για τη χρηματοπιστωτική σταθερότητα και για τη διασφάλιση της εμπιστοσύνης στο τραπεζικό σύστημα», αναφέρει το Ελεγκτικό Συνέδριο της Ε.Ε. στη «Διαδικασία Εποπτικής Επισκόπησης και Αξιολόγησης – SREP», η οποία στοχεύει στη συμμόρφωση των τραπεζών με τις προληπτικές απαιτήσεις της Ε.Ε.
Η προσοχή των ελεγκτών του ΕΕΣ επικεντρώθηκε στη δράση της ΕΚΤ, αναφορικά με ένα «δείγμα» 10 τραπεζών στις οποίες είχαν εντοπιστεί προβλήματα με μη εξυπηρετούμενα δάνεια.
Σε μια έκθεση 70 σελίδων, το ΕΕΣ κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «οι αξιολογήσεις πιστωτικού κινδύνου που διενεργεί η ΕΚΤ είναι καλής ποιότητας, αλλά η τραπεζική εποπτεία δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τα εργαλεία που έχει στη διάθεσή της για να εξασφαλίσει χρηστή διαχείριση και κάλυψη αυτού του κινδύνου». Συγκεκριμένα, σύμφωνα με τους ελεγκτές «η ΕΚΤ δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τα εργαλεία της για να διασφαλίσει ότι ο πιστωτικός κίνδυνος καλύπτεται πλήρως από πρόσθετα κεφάλαια». Επίσης, «δεν χρησιμοποιεί αποτελεσματικά τις εποπτικές της εξουσίες για να πει στις τράπεζες πώς να διαχειρίζονται καλύτερα τον πιστωτικό κίνδυνο».
Πρόκειται για την πρώτη έκθεση του ΕΕΣ για την ΕΚΤ, ιδίως για την τραπεζική εποπτεία, μετά την υπογραφή τον Οκτώβριο του 2019 του Μνημονίου Συνεννόησης μεταξύ του Ελεγκτικού Συνεδρίου και της ΕΚΤ με στόχο τη διασφάλιση μεγαλύτερης συνεργασίας μεταξύ των δύο ιδρυμάτων
Το γενικό συμπέρασμα του ΕΕΣ είναι ότι η ΕΚΤ έχει «εντείνει μεν τις προσπάθειες για την εποπτεία του τραπεζικού πιστωτικού κινδύνου και, ειδικότερα, των μη εξυπηρετούμενων δανείων», αλλά ταυτόχρονα «χρειάζεται να γίνουν περισσότερα για να διασφαλιστεί ότι η ΕΚΤ λαμβάνει μεγαλύτερες εγγυήσεις και ο πιστωτικός κίνδυνος θα έχει την κατάλληλη αντιμετώπιση».
Το Ευρωπαϊκό Ελεγκτικό Συνέδριο αποτελεί ένα από τα κύρια όργανα της Ε.Ε. Ιδρύθηκε το 1975 και η αποστολή του είναι να ελέγχει τη χρηστή διαχείριση των πόρων της Ε.Ε., έτσι ώστε τα χρήματα των Ευρωπαίων πολιτών να χρησιμοποιούνται με τον καλύτερο δυνατό τρόπο. Το Ελεγκτικό Συνέδριο αποτελείται από ένα μέλος από κάθε χώρα της Ε.Ε., τα οποία διορίζονται για θητεία έξι ετών που μπορεί να ανανεωθεί.
Η έκθεση εγκρίθηκε από το Τμήμα IV, υπό την προεδρία του Μιχάιλς Κοζλόβς, μέλους του Ευρωπαϊκού Ελεγκτικού Συνεδρίου. Ο Κοζλόβς τόνισε ότι η ΕΚΤ έχει εντείνει τις εποπτικές προσπάθειες και έχει κάνει «καλή δουλειά καλής ποιότητας» στην τραπεζική εποπτεία, αλλά «πρέπει να κάνει περισσότερα για τον πιστωτικό κίνδυνο για να έχει επαρκή διαχείριση και να ενισχύσει τη διαφάνειά», ώστε να ενισχυθεί η εμπιστοσύνη στο τραπεζικό σύστημα και η χρηματοπιστωτική σταθερότητα. Ο Κοζλόβς υπογράμμισε πως το Συνέδριο είναι πεπεισμένο ότι ορισμένες τράπεζες, που εκτίθενται σε περισσότερο πιστωτικό κίνδυνο, θα έπρεπε να είχαν υψηλότερα πρόσθετα κεφάλαια και μια «αυστηρότερη» εφαρμογή των μεθοδολογιών, με καλύτερη χρήση των διαθέσιμων εργαλείων και εξουσιών στην εποπτική αρχή. Σύμφωνα με τον Κοζλόβς, η ΕΚΤ εφαρμόζει ήδη ορισμένες από τις συστάσεις που περιλαμβάνονται στην έκθεση.
Η απάντηση της ΕΚΤ
Η ΕΚΤ απάντησε στις αιτιάσεις του ΕΕΣ με ένα λεπτομερές έγγραφο 15 σελίδων, αποδεχόμενη εν μέρει ή πλήρως ορισμένες συστάσεις και απορρίπτοντας άλλες .
Η ΕΚΤ υπογραμμίζει ότι η επίλυση των μη εξυπηρετούμενων δανείων απαιτεί χρόνο και δεν μπορεί να γίνει «εν μία νυκτί» χωρίς να προκληθούν σημαντικές αρνητικές επιπτώσεις στην οικονομία.