Skip to main content

Λαγκάρντ: Συνεχίζεται η μάχη με τον πληθωρισμό- Τα βλέμματα στις μισθολογικές αυξήσεις

REUTERS/Heiko Becker

«Το βασικό σενάριο της ΕΚΤ δεν προβλέπει ύφεση για το 2023 στην Ευρωζώνη».

Η μάχη της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας (EKT) να ανακόψει τον πληθωρισμό δεν έχει τελειώσει και απαιτείται περισσότερη δράση, ήταν το μήνυμα της Κριστίν Λαγκάρντ σε συνέντευξή της στην ιαπωνική εφημερίδα Nikkei.

Η πρόεδρος της ΕΚΤ άφησε ανοιχτό το ενδεχόμενο νέων αυξήσεων των επιτοκίων, παρόλο που ο πληθωρισμός κινείται σε φάση αποκλιμάκωσης. Βέβαια παραμένει σε υψηλά επίπεδα, φθάνοντας στο 7% τον Απρίλιο στο 7%, πολύ μακριά από τον στόχο του 2% που έχει τεθεί από την ΕΚΤ.

Όπως είπε, οι προβλέψεις κάνουν λόγο για το ενδεχόμενο σημαντικών κινδύνων που θα τροφοδοτήσουν  νέες πληθωριστικές πιέσεις.

Στο πλαίσιο αυτό, η ΕΚΤ πρέπει να είναι ιδιαίτερα προσεκτική στις μισθολογικές πιέσεις, υπογράμμισε αναφερόμενη στις πιέσεις για μισθολογικές αυξήσεις για την αντιμετώπιση της μείωσης της αγοραστικής δύναμης των νοικοκυριών λόγω της αύξησης των τιμών.

«Έχουμε κινηθεί με πολύ στοχευμένο και αποφασιστικό τρόπο για να καταπολεμήσουμε τον πληθωρισμό», είπε η Λαγκάρντ. Αλλά, ακόμα κι έτσι, ««υπάρχει πολύς δρόμος μπροστά», είπε.

Υπενθυμίζεται ότι η ΕΚΤ επιβράδυνε τον ρυθμό αύξησης των επιτοκίων, ανακοινώνοντας αύξηση κατά 25 μονάδες βάσης την προηγούμενη εβδομάδα. Έστειλε όμως το μήνυμα ότι οι αυξήσεις δεν έχουν τελειώσει. Πλέον, οι οικονομολόγοι θεωρούν ότι η ΕΚΤ θα προχωρήσει σε αύξηση επιτοκίων κατά την διάρκεια και των δύο συνεδριάσεων που θα προηγηθούν της θερινής ανάπαυλας.

Αναφερόμενη στην πορεία της οικονομίας της Ευρωζώνη, η Λαγκάρντ ανέφερε ότι το βασικό σενάριο της ΕΚΤ δεν προβλέπει ύφεση για το 2023.  Η Ευρωζώνη βρίσκεται «σε καλύτερη θέση από όσο φοβόμασταν πριν από έξι μήνες», όταν η Ευρώπη αντιμετώπιζε το πρόβλημα της τροφοδοσίας σε ενέργεια. Ωστόσο, όπως είπε, παραμένει μία σκιά στο κάδρο: οι μεγάλες αβεβαιότητες «που περιλαμβάνουν την εξέλιξη του επιθετικού πολέμου της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας και ορισμένες ενδείξεις υποχώρησης της ζήτησης προϊόντων μεταποίησης».