Murdoch στη σκωτσέζικη διάλεκτο σημαίνει θάλασσα. Τι πιο ταιριαστό για τον άνθρωπο που ελέγχει έναν «ωκεανό» εφημερίδων, περιοδικών, τηλεοπτικών/ραδιοφωνικών σταθμών και sites σε τουλάχιστον 3 ηπείρους; O Ρούπερτ Μέρντοχ είναι αναμφίβολα ο πιο ισχυρός «καπετάνιος» στον παγκόσμιο χάρτη των media. Και έχει κρατήσει σε σταθερή πλεύση το πλοίο του μέσα από ένα τσουνάμι επιτυχιών αλλά και σκανδάλων. Γεννήθηκε εν μέσω μίας μεγάλης οικονομικής κρίσης, στις 11 Μαρτίου 1931. Και στα 92 χρόνια του μπορεί να υπερηφανεύεται ότι τα έχει ζήσει όλα – χωρίς όμως να είναι υπερήφανος για κάμποσα από αυτά.
Ο Αυστραλός μεγιστάνας είχε την τύχη να κληρονομήσει μια επικερδή επιχείρηση. Αλλά χρειάστηκε σίγουρα κάτι περισσότερη τύχη για να την επεκτείνει σε μία παγκόσμια αυτοκρατορία. Προσπάθεια, επιμονή, πείσμα, τόλμη, αποφασιστικότητα, ακόμη και θράσος όπως έχει ο ίδιος πει. Ας πάρουμε όμως τα πράγματα από την αρχή.
Από το Πανεπιστήμιο και τον Λένιν
Πέρασε τα παιδικά του χρόνια στη Μελβούρνη και φοίτησε στο Geelong Grammar School, όπου ήταν συνεκδότης του επίσημου περιοδικού του σχολείου The Corian και εκδότης του μαθητικού περιοδικού If Revived. Σπούδασε Φιλοσοφία, Πολιτική και Οικονομικά στο Worcester College της Οξφόρδης, στην Αγγλία. Στο δωμάτιο της εστίας όπου έμενε είχε τοποθετήσιε μία προτομή του Λένιν, με αποτέλεσμα να αποκτήσει το παρατσούκλι “Red Rupert”. Ήταν μέλος της Παράταξης των Εργατικών στο Πανεπιστήμιο της Οξφόρδης και διηύθυνε τον εκδοτικό οίκο Oxford Student Publications Limited.
Στις εκδοτικές επιχειρήσεις
Η δημοσιογραφία είχε μπει ακόμη νωρίτερα στη ζωή του και καθόρισε τη μετέπειτα πορεία του. Και τούτο γιατί το 1949 ο Σερ Κιθ Μέρντοχ, πατέρας του Ρούπερτ, ανέλαβε τον έλεγχο της News Limited (μετέπειτα News Corp Australia). Η εταιρεία είχε ιδρυθεί το 1923 από τον Τζέιμς Έντουαρντ Ντέιβιντσον και εξέδιδε αρκετές από τις πιο δημοφιλείς εφημερίδες στην Αυστραλία.
Μετά τον θάνατο του πατέρα του και πριν επιστρέψει στην Αυστραλία εργάστηκε ως μαθητευόμενος στην Daily Express του Λονδίνου για δύο χρόνια. Σε ηλικία μόλις 22 ετών, ωστόσο, κλήθηκε να αναλάβει τη διεύθυνση της News Corp Australia. Ήταν μία τεράστια ευθύνη, αλλά δεν τρόμαξε μπροστά της.
Άρχισε να κάνει αλλαγές στις εφημερίδες δίνοντας το δικό του στίγμα. Επικεντρώθηκε σε αντιπαραθέσεις και σκάνδαλα και είδε τις πωλήσεις να αυξάνονται αισθητά.
Το 1968 ο Μέρντοχ έστρεψε το επιχειρηματικό του ενδιαφέρον εκτός της Αυστραλίας. Μετακόμισε στην Αγγλία και απέκτησε τη News of the World και μετέπειτα τη Sun. Το 1973 μετακόμισε στις ΗΠΑ και ολοκλήρωσε μια σειρά από εξαγορές. Πρόσθεσε στο χαρτοφυλάκιό του τη San Antonio News, τη Star, το περιοδικό New York, τους Chicago Sun-Times και τους Times του Λονδίνου. Η εταιρεία του απέκτησε επίσης δύο μεγάλους εκδοτικούς οίκους, τους Harper & Row και Collins.
Δεν ήθελε να μείνει στα έντυπα. Έβλεπε ότι το μέλλον είναι στα ηλεκτρονικά μέσα. Άρπαξε μια μεγάλη ευκαιρία όταν απέκτησε το μερίδιο του Μαρκ Ριτς στην 20th Century FOX Film Corporation το 1984 έναντι 250 εκατ. δολαρίων. Αργότερ αγόρασε και το μερίδιο του Μάρβιν Ντέιβις έναντι 350 εκατ. δολαρίων.
Ο Μέρντοχ εξαγόρασε επίσης αρκετούς ανεξάρτητους τηλεοπτικούς σταθμούς. Αυτές οι εταιρείες αργότερα ενώθηκαν για να σχηματίσουν την Fox Broadcasting Company. Έχτισε επίσης τον γίγαντα των τηλεοπτικών σταθμών, την 21st Century Fox και ήταν ήταν υπεύθυνος για τη δημιουργία του δικτύου Fox News.
Το 1990 ο Μέρντοχ ίδρυσε τον βρετανικό ραδιοτηλεοπτικό φορέα BSkyB, ενώ μέσα στην επόμενη δεκαετία επεκτάθηκε στα τηλεοπτικά δίκτυα Ασίας και Νότιας Αμερικής. Μέχρι το 2000, η Murdoch’s News Corporation κατείχε περισσότερες από 800 εταιρείες σε περισσότερες από 50 χώρες, με καθαρή περιουσία άνω των 5 δισεκατομμυρίων δολαρίων. Το 2007 απέκτησε και τη ναυαρχίδα του οικονομικού Τύπου, τη Wall Street Journal.
Το μεγάλο σκάνδαλο των τηλεφωνικών υποκλοπών
Από το 2006 ήρθαν στο φως οι πρώτες καταγγελίες για παγίδευση τηλεφώνων από την News of the World, μία από τις εφημερίδες με την υψηλότερη κυκλοφορία στη Βρετανία τότε. Η μεγάλη αποκάλυψη ήρθε στις 4 Ιουλίου 2011. Τότε έγινε γνωστό ότι σχεδόν μια δεκαετία νωρίτερα, ένας ιδιωτικός ερευνητής που είχε προσλάβει η εφημερίδα είχε υποκλέψει το φωνητικό ταχυδρομείο της αγνοούμενης έφηβης Milly Dowler, η οποία αργότερα βρέθηκε δολοφονημένη.
Εν μέσω δημόσιας αντίδρασης και μαζικής απόσυρσης διαφημίσεων, η News International ανακοίνωσε το κλείσιμο της εφημερίδας στις 7 Ιουλίου 2011.
Το σκάνδαλο κορυφώθηκε όταν έγινε γνωστό ότι η εφημερίδα είχε παγιδεύσει και τα τηλέφωνα των οικογενειών βρετανών στρατιωτών που είχαν πέσει στη μάχη. Συνελήφθησαν στις 8 Ιουλίου 2011 ο πρώην εκδότης Άντι Κούλσον και ο συντάκτης Κλάιβ Γκουντμαν. Ο τελευταίος μπήκε στη φυλακή το 2007.
Κατά τη διάρκεια μιας επίσκεψής του στο Λονδίνο στις 17 Φεβρουαρίου 2012, ο Μέρντοχ ανακοίνωσε ότι επρόκειτο να κυκλοφορήσει σύντομα μια κυριακάτικη έκδοση της Sun ως της News of the World.
Οι γάμοι και η μάχη της διαδοχής
Μέσα σε μία γεμάτη επαγγελματική ζωή ο Μέρντοχ πρόλαβε να κάνει 4 γάμους και 6 παιδιά με τρεις από τις συζύγους του. Πρόσφατα μάλιστα δήλωσε έτοιμος να παντρευτεί για 5η φορά, αλλά τελικά ο αρραβώνας διελύθη.
Σύμφωνα με ρεπορτάζ αμερικανικών μέσων ο Μέρντοχ θα ήθελε να δει ένα από τα τρία παιδιά του του από τη δεύτερη σύζυγό του, Άννα, να αναλαμβάνουν τα ηνία της μιντιακής αυτοκρατορίας. Πρόκειται για την Ελίζαμπεθ, τον Λάχλαν και τον Τζέιμς. Ο Μέρντοχ πίστευε ότι ένας δαρβινικός αγώνας θα έδινε τον πιο ικανό κληρονόμο.
Η Ελίζαμπεθ ήταν για πολλούς η πιο ικανή. Εγκατέλειψε την οικογενειακή επιχείρηση το 2000 και ίδρυσε τη δική της εξαιρετικά επιτυχημένη εταιρεία τηλεοπτικών παραγωγών. Ο Λάχλαν έμοιαζε να ακολουθεί τα βήματά του, αλλά το 2005, παραιτήθηκε από τη θέση του αναπληρωτή διευθύνοντος συμβούλου της News Corp, ύστερα από σύγκρουση με τον επικεφαλής του Fox News, Ρότζερ Έιλς.
Αυτό άφησε τον Τζέιμς ως προφανή διάδοχο. Για την επόμενη δεκαετία, ο Τζέιμς θα ανέβαινε τις κλίμακες της ιεραρχείας υποσχόμενος να κάνει την αυτοκρατορία του Μέρντοχ ουδέτερη από εκπομπές άνθρακα και επενδύοντας σε brands πολυμέσων όπως η Hulu και το National Geographic Channel. Αλλά η φιλελεύθερη πολιτική του Τζέιμς και η επιθυμία του να κάνει την News Corp σεβαστή στους κύκλους της ελίτ ερχόταν σε σύγκρουση με τη γραμμή του πατέρα του. Το 2015, ο μεγαλύτερος γιος, Λάχλαν, συμφώνησε να επιστρέψει από την Αυστραλία ως διάδοχος του πατέρα του.
Το κεντρικό ρήγμα παραμένει το ρήγμα μεταξύ Τζέιμς και Λάχλαν. Σύμφωνα με πηγές, τα αδέρφια δεν μιλούν πλέον. Ο Τζέιμς τρομοκρατείται από το Fox News και λέει στους ανθρώπους ότι το δίκτυο που αγκαλιάζει την άρνηση της κλιματικής αλλαγή και τις συνωμοσίες για νοθεία στις εκλογές αποτελεί απειλή για την αμερικανική δημοκρατία. Αλλά για να ανατρέψει τον Λάχλαν και να πάρει τον έλεγχο του Fox, ο Τζέιμς θα πρέπει να έχει τη στήριξη από τα υπόλοιπα αδέλφια του που είναι στο διοικητικό συμβόυλιο. Και αυτό δεν είναι καθόλου σίγουρο.
Η υπόθεση Dominion
Καταλύτης εξελίξεων θα μπορούσε να υποδεχθεί o διακανονισμός του Fox News με τη Dominion Voting Systems ύψους 785,5 εκατ. δολαρίων. H εταιρεία υπέβαλε μήνυση για συκοφαντική δυσφήμιση κατά του δικτύου, καθώς το Fox News προωθούσε τις θεωρίες συνωμοσίας και τα fake news που κυκλοφορούσαν το 2020 περί ηλεκτρονικής νοθείας στις προεδρικές εκλογές στις ΗΠΑ, προκειμένου να χάσει τις εκλογές ο Ντόναλντ Τραμπ.
Ο εξωδικαστικός συμβιβασμός δίνει στη Dominion περίπου το ήμισυ του ποσού που αρχικά ζητούσε (1,6 δισ. δολάρια).
Μετά τη συμφωνία, η υπόθεση δεν θα καταλήξει σε δίκη απαλλάσσοντας τα στελέχη της Fox, όπως ο Ρούπερτ Μέρντοχ, από την υποχρέωση να καταθέσουν.