Skip to main content

«Χαλινάρι» στα επιτόκια των κεντρικών τραπεζών

Οι πρόσφατοι κλυδωνισμοί και οι χρεοκοπίες στις περιφερειακές τράπεζες των ΗΠΑ, που εξαπλώθηκαν στην Ευρώπη μέσω της Credit Suisse, είναι έμμεση συνέπεια της ισχυρής νομισματικής σύσφιξης που αποφάσισαν η Fed και η ΕΚΤ πέρυσι.

«Aκριβά δάνεια, λιγότερες επενδύσεις: η αύξηση των επιτοκίων επιβαρύνει τις εταιρείες», γράφει στο κύριο άρθρο της η Handelsblatt. «Η ανατροπή των επιτοκίων αυξάνει το κόστος χρηματοδότησης. Οι εταιρείες λαμβάνουν δραστικά μέτρα. Κάποιοι προετοιμάζονται για πιστωτική κρίση» προειδοποιεί η γερμανική εφημερίδα.

Η γαλλική Les Echos προειδοποιεί από την πλευρά της ότι «αν και οι ευρωπαϊκές τράπεζες έχουν αντισταθεί καλύτερα στην κρίση μέχρι στιγμής, λόγω αυστηρότερων κανονιστικών ρυθμίσεων από ό,τι στις Ηνωμένες Πολιτείες, εντούτοις δεν έχουν ανοσία σε πιθανό ατύχημα».

Στο ίδιο μήκος κύματος, η ιταλική La Repubblica δημοσιεύει άρθρο για τον κίνδυνο στην αγορά ακινήτων στην Ευρώπη με τίτλο «Μια φούσκα αξίας ενός τρισεκατομμυρίου ευρώ».

Αν και ο άνεμος του πανικού μετά τις καταρρεύσεις τραπεζών στις ΗΠΑ και την Ελβετία, φαίνεται να απομακρύνεται, πολλά ερωτήματα που θέτει αυτή η κρίση παραμένουν αναπάντητα. Σε μια περίοδο μάλιστα που ηχούν τύμπανα πολέμου γύρω από την Ταϊβάν και που ο Ντόναλντ Τραμπ γράφει …νηφάλια στο Twitter: «Τρίτος Παγκόσμιος Πόλεμος».

Αναμφίβολα, οι πρόσφατοι κλυδωνισμοί και οι χρεοκοπίες στις περιφερειακές τράπεζες των Ηνωμένων Πολιτειών, που εξαπλώθηκαν στην Ευρώπη μέσω της Credit Suisse, είναι έμμεση συνέπεια της ισχυρής νομισματικής σύσφιξης που αποφάσισαν η Fed και η ΕΚΤ πέρυσι. Πρέπει να θεωρηθούν ως ανεπιθύμητη παράπλευρη απώλεια στην πολιτική καταπολέμησης του πληθωρισμού. Κάτι που η Fed και η ΕΚΤ είχαν καταστήσει σαφές πως ήθελαν να συνεχίσουν με κάθε κόστος, συμπεριλαμβανομένου του ενδεχόμενου ύφεσης ή, σιωπηρά, ενός οικονομικού ατυχήματος.

Οι κινήσεις Fed και ΕΚΤ

Με ορατή την επιβράδυνση στην ανάπτυξη και την ένταση στις χρηματοπιστωτικές αγορές, αρχίζει πάντως να συζητείται μια πιθανή ανάπαυλα στην αύξηση των επιτοκίων. Από την Fed τουλάχιστον – μετά από άλλη μία αύξηση 25 μονάδων βάσης τον Μάιο και να φτάσει στο 5,25%. Κάτι που θα σηματοδοτούσε την απομάκρυνση από την πιο αυστηρή νομισματική  πολιτική που έχει δει ο κόσμος εδώ και 10ετίες.Οι ειδικοί εκτιμούν πάντως ότι μετά την απόφαση του ΟΠΕΚ+ να μειώσει από τον επόμενο μήνα την ημερήσια παραγωγή πετρελαίου κατά ένα εκατομμύριο βαρέλια, ο πληθωρισμός  στις Ηνωμένες Πολιτείες πιθανότατα θα παραμείνει κοντά στο 4% το 2023. Κάτι που θα αποτρέψει τη Fed από μειώσεις επιτοκίων.

Στη Φρανκφούρτη, η ΕΚΤ προσπαθεί να ισορροπήσει ανάμεσα στον υψηλό πληθωρισμό, την επιβράδυνση της οικονομίας και τα προβλήματα στον παγκόσμιο τραπεζικό τομέα, αλλά όπως φαίνεται θα συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια, ίσως ως τον Σεπτέμβριο. Αναμένονται αυξήσεις για έβδομη και όγδοη φορά, κατά 25 μονάδες βάσης στις 4 Μαΐου και τον Ιούνιο, ανεβάζοντας το επιτόκιο καταθέσεων στο 3,50%. Δεν αποκλείεται μάλιστα μια ακόμα αύξηση, ίδιου μεγέθους τον Ιούλιο. Ο επικεφαλής της ισπανικής κεντρικής τράπεζας, Πάμπλο Χερνάντες ντε Κος, εξέφρασε την πεποίθηση ότι ο βασικός πληθωρισμός στην ευρωζώνη θα παραμείνει υψηλός για το υπόλοιπο του έτους, αφήνοντας ανοιχτή την πόρτα για περαιτέρω αυξήσεις επιτοκίων από την ΕΚΤ. «Ορισμένες συνιστώσες του βασικού πληθωρισμού αρχίζουν να δείχνουν σημάδια σταθεροποίησης, ωστόσο ο ευρωπαϊκός τραπεζικός τομέας είναι ανθεκτικός και η ΕΚΤ είναι έτοιμη να ανταποκριθεί για τη διατήρηση της χρηματοπιστωτικής σταθερότητας» δήλωσε στην Ουάσιγκτον, όπου βρίσκεται για την εαρινή συνεδρίαση του ΔΝΤ, ο διοικητής της Banco de Espana και μέλος του Συμβουλίου της ΕΚΤ. Σύμφωνα με το Bloomberg πάντως, οι περισσότερες κεντρικές τράπεζες πλησιάζουν ή έχουν φτάσει πλέον στο υψηλότερο επίπεδο των επιτοκίων και είναι πιθανή μια περίοδος στασιμότητας πριν από την ενδεχόμενη χαλάρωση.

Ακριβό μου χρήμα

Οι νομισματικές πολιτικές βρίσκονται όμως προς το παρόν σε περιοριστικό έδαφος, καθιστώντας το χρήμα όλο και πιο ακριβό. Σε μια εποχή που νοικοκυριά και εταιρείες αναγκάζονται να καταφεύγουν στον δανεισμό για να ορθοποδήσουν. Η αβεβαιότητα που περιβάλλει όμως τον τραπεζικό τομέα ενδέχεται τελικά να οδηγήσει τις τράπεζες σε περαιτέρω αυστηρότερους όρους πρόσβασης στην πίστωση, αυξάνοντας έτσι το επίπεδο του νομισματικού περιορισμού στο οικονομικό σύστημα. Ο πληθωρισμός μπορεί να μειώθηκε τους τελευταίους μήνες λόγω της πτώσης των τιμών των βασικών εμπορευμάτων, αλλά ο πληθωρισμός των τροφίμων δεν μειώνεται τόσο γρήγορα όσο αναμενόταν. Ιδιαίτερα στη ζώνη του ευρώ όπου δεν έχει φτάσει ακόμη στο αποκορύφωμά του. Μπορεί οι κεντρικές τράπεζες να κάνουν ό,τι χρειάζεται για να περιορίσουν τη χρηματοπιστωτική αστάθεια, αλλά οι προσδοκίες θα μπορούσαν σταδιακά να αναθεωρηθούν προς τα πάνω, ειδικά εάν τα μακροοικονομικά στοιχεία αποδειχθούν και πάλι πιο ανθεκτικά από το αναμενόμενο.

«Το νόμισμα της πολιτικής»

Όπως λέει ο Στέφαν Aϊχ, επίκουρος καθηγητής στο Πανεπιστήμιο Τζορτζτάουν, στο βιβλίο του «The Currency of Politics», η πολιτική του χρήματος μπορεί «να είναι αόρατη, αλλά επανεμφανίζεται κατά τη διάρκεια των κρίσεων. Το χρήμα, λέει ο καθηγητής Εϊχ, «είναι ένας από εκείνους τους θεσμούς που είναι τόσο πανταχού παρόντες, που σπάνια σκεφτόμαστε τι είναι πραγματικά. Γενικά, δεν αναρωτιόμαστε τι συνέβη όταν χρησιμοποιούμε ένα χαρτονόμισμα των 5 ευρώ, και ακόμη λιγότερο όταν πληρώνουμε με κάρτα ή με το smartphone μας. Μόνο όταν τα πράγματα δεν πάνε καλά, ξαφνικά πρέπει να αμφισβητήσουμε αυτό που θεωρούσαμε ως δεδομένο. Αυτές οι στιγμές μπορούν να λάβουν διάφορες μορφές: πληθωριστικό σοκ, χρηματοπιστωτική κρίση, ένας πόλεμος, κάθε είδους διακοπή κατά την οποία το νομισματικό σύστημα δεν φαίνεται πλέον να λειτουργεί από μόνο του».

Όπως λέει ο καθηγητής Στέφαν Αϊχ, «δεν είναι καθόλου σαφές ότι το κύριο εργαλείο που έχουν στη διάθεσή τους οι κεντρικές τράπεζες – η αύξηση των επιτοκίων – είναι ένα ιδιαίτερα αποτελεσματικό μέσο ελέγχου του πληθωρισμού που έχει τις ρίζες του στις αλυσίδες εφοδιασμού και στο ενεργειακό σοκ λόγω του πολέμου στην Ουκρανία. Τώρα οι κεντρικοί τραπεζίτες εκθέτουν ανοιχτά αυτό που κάποτε επρόκειτο να παραμείνει κεκλεισμένων των θυρών: «Αυξάνοντας τα επιτόκια, θα αυξήσουμε σκόπιμα την ανεργία γιατί αυτός είναι ο μόνος τρόπος για να πετύχουμε τον στόχο μας για σταθερότητα των τιμών». Ό,τι κι αν σκεφτεί κανείς για τη νομισματική θεωρία πίσω από αυτήν την πολιτική, δεν είναι ο τρόπος με τον οποίο τα δημοκρατικά κράτη υποτίθεται πώς πρέπει να  αντιμετωπίζουν τους πολίτες τους»!