H τάση φυγής μόλις τώρα αρχίζει, προειδοποιούν dealmakers από το Σίτι του Λονδίνου. Ο λόγος για τις εισηγμένες στο χρηματιστήριο του Λονδίνου εταιρείες, που σχεδιάζουν να διαγραφούν και να μεταφερθούν στη Νέα Υόρκη, καθώς και για πολλές ακόμη που αναθεωρούν τα σχέδιά τους για αρχική δημόσια εγγραφή (IPO) στη Βρετανία.
Βασικά αιτία η έλλειψη επενδυτών στη βρετανική αγορά μετοχών, αλλά και η έλλειψη ενδιαφέροντος από τους Βρετανούς επενδυτές, ειδικά συνταξιοδοτικά ταμεία που έχουν κάνει στην άκρη τις βρετανικές μετοχές στη διάρκεια των δύο τελευταίων δεκαετιών, σύμφωνα με τους FT. «Δεν υπάρχουν εδώ επενδυτές. Δεν τίθεται θέμα για το πλαίσιο κανόνων περί δημόσιων εγγραφών, τη διαχείριση ή τις απαιτήσεις για την ελεύθερη ροή», αναφέρει ο Μάικλ Τόρι, ιδρυτής της εταιρείας συμβούλων Ondra Partners.
Tα στελέχη των βρετανικών επιχειρήσεων βλέπουν τις ΗΠΑ ως ένα περιβάλλον που ευνοεί τους υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης και τις υψηλότερες αποτιμήσεις, διαθέτει πρόσβαση σε περισσότερο κεφάλαιο και δεν ασκεί τόσο στενό έλεγχο ως προς τις απολαβές των διευθυνόντων συμβούλων.
Τώρα, ολοένα και περισσότερες βρετανικές επιχειρήσεις καταστρώνουν σχέδια για να μεταφέρουν τις δημόσιες εγγραφές τους στις ΗΠΑ, σύμφωνα με τραπεζικούς κύκλους, σε μια ολοένα και μεγαλύτερη έξοδο που απειλεί να υπονομεύσει την προσπάθεια του Λονδίνου να ανακτήσει τη χαμένη λάμψη του ως διεθνούς χρηματοοικονομικού κέντρου.
Καίριο πλήγμα στο Λονδίνο επέφερε η απόφαση της βρετανικής εταιρείας Arm, που ειδικεύεται στον σχεδιασμό επεξεργαστών και ανήκει στον ιαπωνικό όμιλο Softbank, να επιλέξει για την αρχική δημόσια εγγραφή της το χρηματιστήριο του Nasdaq, παρά τις παρασκηνιακές προσπάθειες της βρετανικής κυβέρνησης να το κρατήσει στην εσωτερική χρηματιστηριακή αγορά.
Πολιτικές πιέσεις
Ο Βρετανός πρωθυπουργός Ρίσι Σούνακ φέρεται να είχε επαφές με στελέχη της Softbank τον Ιανουάριο, προκειμένου να τους πείσει να κάνουν την IPO της Arm στο Λονδίνο.
Είχε προηγηθεί η CRH, η μεγαλύτερη στον κόσμο εταιρεία οικοδομικών υλικών που έχει την έδρα της στην Ιρλανδία αλλά είναι εισηγμένη στο Λονδίνο, η οποία εξετάζει έξοδο από το βρετανικό χρηματιστήριο. Αντίστοιχα, η εταιρεία τυχερών παιχνιδιών Flutter εξετάζει δευτερογενή δημόσια εγγραφή στις ΗΠΑ τον Απρίλιο.
Ο πετρελαϊκός γίγαντας Shell σχεδιάζει επίσης να μετακινηθεί από το Λονδίνο σε Νέα Υόρκη, ενώ ο όμιλος σωλήνων Ferguson και η εταιρεία βιοτεχνολογίας Abcam είναι μεταξύ αυτών που διεγράφησαν πέρυσι από το Λονδίνο για να επιλέξουν τις ΗΠΑ.
Ο Πίτερ Χάρισον, επικεφαλής της εταιρείας διαχείρισης κεφαλαίου Schroders και ένα από τα κορυφαία στελέχη του Σίτι, προειδοποίησε ότι η αποτυχία του Λονδίνου να προσελκύσει επενδυτές που ήθελαν να αναλάβουν κινδύνους σημαίνει ότι η βρετανική πρωτεύουσα δεν μπορεί να ανταγωνιστεί τη Νέα Υόρκη.
«Πώς να δημιουργήσουμε ένα σύστημα περισσότερο πρόθυμο να αναλάβει κίνδυνο; Όλα εδώ ευνοούν τη μείωση της ανάληψης ρίσκου. Και αυτός ακριβώς είναι ο παράγοντας που έχει υπονομεύσει την ανάπτυξη και κυρίως τις αποδόσεις για τους επενδυτές», σημειώνει. Αναλυτές υπολογίζουν την αξία της IPO της Arm από 35 έως 70 δισ. δολ., ένα αρκετά μεγάλο εύρος διακύμανσης που έχει να κάνει με την αστάθεια που παρουσιάζουν οι μετοχές τεχνολογίας. Η Arm ήταν εισηγμένη στο Λονδίνο για 18 χρόνια, έως ότου αγοράστηκε από τη Softbank το 2016 στην τιμή των 32 δισ. δολ.
Δριμεία κριτική
Ενώ ο FTSE 100 παρέμεινε σχετικά ανθεκτικός στις καταιγιστικές ρευστοποιήσεις των διεθνών αγορών πέρυσι, εν μέρει επειδή δεν διαθέτει τεχνολογικούς γίγαντες, έχει επικριθεί δριμύτατα γι’ αυτό, ότι δεν κατάφερε να προσελκύσει κολοσσούς στο συγκεκριμένο χώρο.
Υπήρξαν άλλωστε και κάποιες παταγώδεις αποτυχίες στον βρετανικό τεχνολογικό τομέα, με την Deliveroo και την THG που «είδαν» την τιμή μετοχής τους να ακολουθεί ελεύθερη πτώση.