Η ξέφρενη κούρσα των τιμών πετρελαίου και φυσικού αερίου μέσα στο 2022 γέμισε ασφυκτικά τα ταμεία των κορυφαίων πετρελαιοβιομηχανιών της Δύσης. Οι 5 μεγαλύτερες, γνωστές και ως Big Oil, εμφάνισαν αθροιστικά καθαρά κέρδη σχεδόν 200 δισ. δολαρίων, γεγονός που πολλαπλασίασε τις φωνές εκείνες, οι οποίες ζητούν πιο σκληρή φορολόγηση.
Ο ίδιος ο Λευκός Οίκος για πρώτη φορά εξαπέλυσε βέλη κατά ενός πετρελαϊκού κολοσσού για τα κέρδη του. Χαρακτήρισε «εξωφρενικό» το ποσό των 56 δισ. δολαρίων, που ήταν το καθαρό κέρδος για την ExxonMobil μέσα στην προηγούμενη χρονιά, τονίζοντας ότι δεν είναι δυνατόν την ώρα που νοικοκυριά και άλλες επιχειρήσεις πιέζονται τόσο πολύ από τις τιμές στην αντλία, κάποιοι να κάνουν «πάρτι». Εγκάλεσε μάλιστα την εταιρεία ότι επιστρέφει τα κέρδη στους μετόχους της και στις τσέπες των στελεχών της, αντί να αυξάνει την παραγωγή – κάτι που πάντως η ίδια απέρριψε.
Δεν ήταν μόνο η ExxonMobil, ωστόσο, που βρέθηκε στο στόχαστρο της κριτικής. Και οι άλλες 4 μεγάλες εταιρείες- Shell, Chevron, TotalEnergies και BP– είδαν τα κέρδη τους να υπερδιπλασιάζονται το 2022 και να σκαρφαλώνουν σε νέα επίπεδα – ρεκόρ. Και οι 5 εταιρείες μαζί είχαν καθαρά κέρδη 196,3 δισ. δολαρίων- ποσό που υπερβαίνει το ΑΕΠ αρκετών οικονομιών. Και οι 5 έχουν προβεί στην καταβολή μερισμάτων και σε προγράμματα επαναγοράς μετοχών.
Η κυβέρνηση Μπάιντεν έχει προτείνει τον τετραπλασιασμό του φόρου επί των προγραμμάτων επαναγοράς μετοχών, ώστε να αποθαρρύνει από την πρακτική αυτή και να ενθαρρύνει τις μακροπρόθεσμες επενδύσεις. Στην Ευρώπη ήδη φορολογούνται τα υπερκέρδη ενεργειακών.
«Οι φόροι αποφασίζονται από τις κυβερνήσεις. Εμείς, βεβαίως, προσπαθούμε να δώσουμε το πλαίσιο μέσα στο οποίο κινούμαστε. Επιχειρήσεις σαν τις δικές μας, που χρειάζεται να επενδύουν δισεκατομμύρια δολάρια για τη στήριξη της ενεργειακής μετάβασης, πρέπει να λειτουργούν μέσα σε ένα ασφαλές και σταθερό επενδυτικό περιβάλλον» σχολίασε ο διευθύνων σύμβουλος της Shell.