Βρισκόμαστε στις αρχές του 2023 και η κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας εξακολουθεί να είναι ζοφερή. Οι επιλογές που έχουμε είναι οι εξής: είτε θα αφήσουμε τα πράγματα να επιδεινωθούν και θα πιάσουμε κυριολεκτικά πάτο, είτε θα αναλάβουμε πρωτοβουλία και θα αποτελέσουμε οι ίδιοι το εφαλτήριο για την αλλαγή. Στην πραγματικότητα πολλές είναι οι χώρες που κάνουν έκκληση για ενίσχυση της διεθνούς συνεργασίας και συντονισμό των μακροπρόθεσμων πολιτικών τους.
Στα τέλη του 2022, σημαντικοί διεθνείς θεσμοί και οργανισμοί έκρουσαν τον κώδωνα του κινδύνου για την επιβράδυνση της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης. Σύμφωνα με οικονομικές προβλέψεις που δημοσιεύτηκαν σε έκθεση του Οργανισμού Οικονομικής Συνεργασίας και Ανάπτυξης (ΟΟΣΑ), το 2023 η παγκόσμια οικονομία θα επιβραδυνθεί κατά 2,2%. Αντίστοιχα, η Παγκόσμια Τράπεζα προβλέπει ότι το 2023 ο κόσμος θα βυθιστεί σε μία παγκόσμια οικονομική ύφεση, καθώς μεγάλες κεντρικές τράπεζες αυξάνουν τα επιτόκια για να καταπολεμήσουν τον υψηλό πληθωρισμό. Σύμφωνα με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο (ΔΝΤ) ο ρυθμός της παγκόσμιας οικονομικής ανάπτυξης θα επιβραδυνθεί κατά 2,7% το 2023, και περίπου το ένα τρίτο των οικονομιών του κόσμου πρόκειται να συρρικνωθούν εντός του 2022 ή του 2023.
Ορισμένοι αναλυτές τονίζουν ότι ακόμα και να υπάρξουν αποκλίσεις στις προβλέψεις των διάφορων οργανισμών, οι απόψεις τους συγκλίνουν μερικώς είτε πάλι ταυτίζονται απόλυτα όσον αφορά τις τάσεις που καλούνται να περιγράψουν. Μεταξύ αυτών, η επίδραση των παρακάτω σημαντικών παραγόντων στην παγκόσμια οικονομία το 2023 χρήζει ιδιαίτερης προσοχής.
Πρώτον, η νομισματική πολιτική των ΗΠΑ και ο αντίκτυπος αυτής. Το 2022 η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών αύξησε τα επιτόκια στο εύρος 4,25-4,50%, με επτά διαδοχικές αυξήσεις 425 μονάδων βάσης, εγκαινιάζοντας την πιο επιθετική πολιτική αύξησης επιτοκίων από το 1982. Για τον υπόλοιπο κόσμο η κίνηση αυτή όχι μόνο έθεσε σε κίνηση τη συνεχή άνοδο των τιμών των εμπορευμάτων σε δολάρια, προκαλώντας εισαγόμενο πληθωρισμό, αλλά δημιούργησε ταυτόχρονα συστημικούς χρηματοοικονομικούς κινδύνους σε άλλες οικονομίες, όπως την εκτόξευση του χρέους χωρών με αναδυόμενες αγορές και των αναπτυσσόμενων οικονομιών. Παρόλο που η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των Ηνωμένων Πολιτειών σκοπεύει να μειώσει το ρυθμό εφαρμογής των περιοριστικών πολιτικών της για το 2023, ωστόσο, μέχρι να αντιστραφούν πλήρως, οι αρνητικές δευτερογενείς συνέπειες αυτών θα συνεχίσουν να επηρεάζουν για καιρό την ανθρωπότητα και θα αποτελέσουν τροχοπέδη για την ίδια την αμερικανική οικονομία.
Δεύτερον, οι τάσεις του παγκόσμιου πληθωρισμού. Το 2022, υπό την επίδραση πολυποίκιλων παραγόντων, οι κίνδυνοι του παγκόσμιου πληθωρισμού συνεχώς εντείνονταν. Σύμφωνα με εκτιμήσεις του ΔΝΤ, το 2022 ο μέσος δείκτης τιμών καταναλωτή παγκοσμίως σημείωσε σημαντική αύξηση κατά 8,8% από 4,7% το 2021. Το 2023, οι επιπτώσεις των πολιτικών συνεχούς αύξησης επιτοκίων των κεντρικών τραπεζών θα καταστούν όλο και πιο εμφανείς. Εάν ο πληθωρισμός δεν μειωθεί σημαντικά μέσα σε ένα σύντομο χρονικό διάστημα, οι διακυμάνσεις στις χρηματοπιστωτικές αγορές και τις αγορές συναλλάγματος και η μείωση της οικονομικής ανάπτυξης με τις επακόλουθες κοινωνικές αναταραχές θα αποτελέσουν σοβαρή πρόκληση για όλες τις χώρες.
Τρίτον, ο αντίκτυπος των γεωπολιτικών συγκρούσεων και του ανταγωνισμού ισχύος στις παγκόσμιες βιομηχανικές και εφοδιαστικές αλυσίδες. Η έναρξη της ρωσο-ουκρανικής σύγκρουσης το 2022 προκάλεσε πολλαπλές κρίσεις, όπως στα τρόφιμα και την ενέργεια, βλάπτοντας σοβαρά τη σταθερότητα των παγκόσμιων βιομηχανικών και εφοδιαστικών αλυσίδων. Ταυτόχρονα, οι Ηνωμένες Πολιτείες, αποφασισμένες να εντείνουν τις προσπάθειές τους για ανάσχεση της Κίνας, κατέφυγαν συχνά σε μεθόδους που παραβίαζαν τον διεθνή θεμιτό ανταγωνισμό ανά τον κόσμο, γεγονός που οδήγησε σε αύξηση του κόστους προστασίας των παγκόσμιων βιομηχανικών αλυσίδων. Εάν το 2023 η σύγκρουση της Ρωσίας με την Ουκρανία συνεχιστεί και οι Ηνωμένες Πολιτείες δεν μεταβάλουν την πολιτική εργαλειοποίησης των βιομηχανικών και εφοδιαστικών αλυσίδων, ο αντίκτυπος των ανωτέρω παραγόντων θα είναι αναπόφευκτα μεγαλύτερος.
Τέλος, κρίσιμη παραμένει η πορεία της πανδημίας της COVID-19. Ο Μάικλ Ράιαν, αρμόδιος για τη διαχείριση υγειονομικών κρίσεων στον Παγκόσμιο Οργανισμό Υγείας (ΠΟΥ), δήλωσε ότι καθώς πολλά από τα χαρακτηριστικά του ιού παραμένουν ασαφή, είναι άγνωστο το πώς αυτός θα εξελιχθεί στο μέλλον. Αυτή η αβεβαιότητα ενέχει περισσότερους κινδύνους. Ως εκ τούτου, ο αντίκτυπος της COVID-19 στην παγκόσμια οικονομική ανάκαμψη το 2023 δεν μπορεί να αγνοηθεί.
Οι περισσότερες χώρες κατανοούν πλήρως την παρούσα παγκόσμια οικονομική κατάσταση και συμφωνούν ότι μόνο μέσα από το αμοιβαίο όφελος και την αμοιβαία επωφελή συνεργασία μπορούμε να υπερβούμε τις δυσκολίες. Το 2023 έφτασε. Όλες οι χώρες πρέπει να ενώσουν τα χέρια και μέσω εμπράκτων δράσεων να ενισχύσουν την μακροοικονομική τους συνεργασία και την αποτελεσματική πρόληψη των κινδύνων και των δευτερογενών συνεπειών αυτών, αντιστρέφοντας τη δυσμενή κατάσταση της παγκόσμιας οικονομίας το συντομότερο δυνατό.