Τουλάχιστον 160 εκατομμύρια ευρώ την ημέρα στοιχίζει στη Ρωσία το εμπάργκο της ΕΕ στις εισαγωγές μέσω θαλάσσης αργού πετρελαίου και η επιβολή πλαφόν των 57 ευρώ στην τιμή του βαρελιού. Το κόστος αυτό αναμένεται να αυξηθεί στα 280 εκατομμύρια ευρώ την ημέρα, με την εφαρμογή του πρόσθετου εμπάργκο στα προϊόντα διϋλισης που θα τεθεί σε ισχύ στις 5 Φεβρουαρίου, σύμφωνα με το Center for Research on Energy and Clean Air (CREA).
Σύμφωνα με την ανάλυση του CREA, «τον Δεκέμβριο του 2022, τα κέρδη της Ρωσίας μειώθηκαν κατά 17%, στο χαμηλότερο επίπεδο από την έναρξη της εισβολής στην Ουκρανία. Η απαγόρευση εισαγωγής αργού πετρελαίου στην ΕΕ και το ευρύτερο ανώτατο όριο τιμών προκάλεσαν πτώση των εξαγωγών αργού πετρελαίου της Ρωσίας κατά 12%, της τιμής πώλησης κατά 23% και μείωση των εσόδων κατά 32%.
Οι εξαγωγές ορυκτών καυσίμων εξακολουθούν πάντως να αποφέρουν στη Μόσχα 640 εκατομμύρια ευρώ την ημέρα, που αναμένεται να μειωθούν σε περίπου 520 εκατομμύρια ευρώ τον Φεβρουάριο. «Το πρόβλημα για τους Ρώσους – γράφει η γερμανική Handelsblatt – στην πραγματικότητα ο Βλαντιμίρ Πούτιν, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, έχει αποτύχει στην προσπάθειά του να εκμεταλλευτεί ως όπλο το φυσικό αέριο και το πετρέλαιο». Οι προμήθειες φυσικού αερίου στην Ευρώπη είναι εξασφαλισμένες για αυτόν τον χειμώνα και οι περισσότεροι οικονομολόγοι αναμένουν μια ήπια ύφεση στην ΕΕ.
Τα όποια προβλήματα στον ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης θα προκύψουν από την άνοιξη και μετά και θα αφορούν την αποθήκευση φυσικού αερίου για τον επόμενο χειμώνα. Σύμφωνα με το Bloomberg, «τα χειρότερα είναι πίσω μας».
Αν και τα ευρωπαϊκά οικονομικά έχουν δοκιμαστεί και δοκιμάζονται – το κόστος έχει ανέλθει περίπου στα 950 δισεκατομμύρια ευρώ – και πολλές βιομηχανίες υποφέρουν από την άνοδο του ενεργειακού κόστους, η πλήρης κατάρρευση της ΕΕ που στόχευε η Ρωσία δεν έχει πραγματοποιηθεί» αναφέρει το Bloomberg. Στο γεγονός αυτό – τονίζει το αμερικανικό πρακτορείο – συνέβαλε και η σημαντική πτώση της ευρωπαϊκής κατανάλωσης φυσικού αερίου κατά 16% σε σύγκριση με τον μέσο όρο τα προηγούμενα πέντε χρόνια.
Το άσχημο για τη Μόσχα είναι ότι ο ρωσικός μαύρος χρυσός Urals έχει χάσει τη «λάμψη» του, καθώς η τιμή πώλησης ήταν στις 10 Ιανουαρίου μόλις στα 50 δολάρια το βαρέλι. Σύμφωνα επίσης με το Bloomberg, την περασμένη Παρασκευή η ποικιλία Urals κόστιζε μόλις 37,80 δολάρια στο λιμάνι Πριμόρσκ της Βαλτικής, σύμφωνα με αναλυτές της Argus Media. Αυτή η τιμή ήταν κάτω από τη μισή για τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του Brent. Η αμερικανίδα υπουργός Οικονομικών, Τζάνετ Γέλεν, υποστήριξε σε συνάντηση με την Καναδή ομόλογό της, Κρίστια Φρίλαντ, ότι «αν και το ανώτατο όριο της τιμής του ρωσικού αργού πετρελαίου ισχύει μόνο για ένα μήνα, υπάρχει κάποια πρόοδος, καθώς κορυφαίοι Ρώσοι αξιωματούχοι παραδέχθηκαν ότι το πλαφόν κατατρώει τα ενεργειακά έσοδα της Ρωσίας».
Επιπτώσεις στον ρωσικό προϋπολογισμό
Το πλαφόν έχει ήδη τεράστιο αντίκτυπο στον ρωσικό κρατικό προϋπολογισμό. Το Bloomberg υπολόγισε την επίδραση με βάση τα προκαταρκτικά κυβερνητικά στοιχεία που δόθηκαν χθες στη δημοσιότητα, σύμφωνα με τα οποία το δημοσιονομικό έλλειμμα στη Ρωσία τον Δεκέμβριο σκαρφάλωσε στα 3,9 τρισεκατομμύρια ρούβλια (56 δισεκατομμύρια δολάρια).
Αν και η Ρωσία είχε δημιουργήσει σημαντικό πλεόνασμα τους πρώτους 11 μήνες του περασμένου έτους, ο Δεκέμβριος χτύπησε στο «κόκκινο».
Η ρωσική κυβέρνηση δεν πανικοβάλλεται για αυτήν την τρύπα του προϋπολογισμού, το αντίθετο. Σύμφωνα με το Bloomberg, ο ρώσος πρωθυπουργός, Μιχαήλ Μισούστιν, είπε ότι τα στοιχεία «δεν είναι άσχημα».
Για εφέτος, η ρωσική κυβέρνηση αναμένει έλλειμμα 2% του ΑΕΠ-ένας στόχος που απαιτεί όμως υψηλότερα έσοδα από πέρυσι. Για να επιτευχθεί αυτός ο στόχος, οι ρωσικές εξαγωγές πετρελαίου θα πρέπει να φτάσουν στην τιμή των 70 δολαρίων ανά βαρέλι. Εάν το επίπεδο τιμών παραμείνει στο επίπεδο του Δεκεμβρίου, τότε το έλλειμμα θα είναι πιθανώς περίπου 2,4 τρισεκατομμύρια ρούβλια υψηλότερο από το προγραμματισμένο.
Για να επιτύχει το στόχο της, η ρωσική κυβέρνηση θα πρέπει να καταφέρει να εκτρέψει όλο και περισσότερο τις ροές εφοδιασμού από την Ευρώπη σε άλλες περιοχές. Η παγκόσμια ζήτηση για πετρέλαιο θα μπορούσε επίσης να αυξηθεί. Σύμφωνα με την Goldman Sachs, η παγκόσμια ζήτηση πετρελαίου θα αυξηθεί κατά 2,7 εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα το 2023. Αναμένεται ότι η ζήτηση θα υπερβεί την προσφορά το δεύτερο εξάμηνο του έτους, κάτι που θα μπορούσε να ωθήσει τις τιμές του Brent έως και τα 105 δολάρια το βαρέλι.