«Πολύ ισχυρή» αύξηση των μισθών τα επόμενα τρίμηνα προβλέπει η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), γεγονός που ενισχύει τα επιχειρήματα ότι θα ακολουθήσουν περισσότερες αυξήσεις των επιτοκίων. Παρόλα αυτά, οι πραγματικοί μισθοί εξακολουθούν να είναι πιθανό να μειωθούν λόγω του ραγδαίου πληθωρισμού, σημειώνει.
Η ιστορική άνοδος του πληθωρισμού έχει περιορίσει τα πραγματικά εισοδήματα τα τελευταία δύο χρόνια. Οι επιχειρήσεις αρχίζουν πλέον να προσαρμόζουν τους μισθούς, εγείροντας ανησυχίες ότι ο υψηλός πληθωρισμός θα μπορούσε να διαιωνιστεί εάν ο καθορισμός των μισθών προσαρμοστεί σε πιο μόνιμη βάση.
Οι αυξήσεις των μισθών αποτελούν βασικό δείκτη για το πού κατευθύνεται ο πληθωρισμός, τον οποίο η ΕΚΤ προσπαθεί να τιθασεύσει μέσω της επιτοκιακής της πολιτικής, έχοντας προχωρήσει σε μια άνευ προηγουμένου σειρά αυξήσεων επιτοκίων που ανέβασαν το επιτόκιο καταθέσεων στο 2% τον περασμένο μήνα.
Όπως εξηγεί ο οικονομολόγος της ΕΚΤ, Φίλιπ Λέιν, η παρακολούθηση των αμοιβών θα αποτελέσει μεγάλο μέρος της κατανόησης της τάσης του πληθωρισμού. Σύμφωνα μάλιστα με τον ίδιο, θα χρειαστούν αρκετά χρόνια για να προσαρμοστούν πλήρως οι μισθοί στις πρόσφατες κρίσεις.
Αναλυτικότερα, άρθρο της ΕΚΤ, που θα δημοσιευθεί στο Οικονομικό Δελτίο της, αναφέρεται σε μελέτη των μισθολογικών εξελίξεων από την έναρξη της πανδημίας. Η μελέτη διαπιστώνει πως η υποκείμενη αύξηση των αμοιβών είναι «σχετικά μέτρια» και επί του παρόντος, κοντά στη μακροπρόθεσμη τάση της.
Ακόμα κι έτσι, «κοιτάζοντας τι έπεται στο μέλλον, η αύξηση των μισθών τα επόμενα τρίμηνα αναμένεται να είναι πολύ ισχυρή σε σύγκριση με τα ιστορικά πρότυπα», σημειώνει εξηγώντας πως αυτή η εκτίμηση αντανακλά «τις εύρωστες αγορές εργασίας που μέχρι στιγμής δεν έχουν επηρεαστεί ουσιαστικά από την επιβράδυνση της οικονομίας, τις αυξήσεις στους εθνικούς κατώτατους μισθούς και την ”διόρθωση” των μισθών στους υψηλούς ρυθμούς πληθωρισμού».
Ωστόσο, η αναμενόμενη οικονομική επιβράδυνση και η αβεβαιότητα σχετικά με τις προοπτικές είναι πιθανό να ασκήσουν πτωτική πίεση στην αύξηση των μισθών πέρα από το εγγύς μέλλον.
Στο άρθρο της, η ΕΚΤ αναφέρει ότι «υπάρχουν σημάδια ισχυρότερης αύξησης των μισθών στους τομείς των υπηρεσιών», κυρίως σε εκείνους που στερούνται προσωπικού. «Πέρα από το εγγύς μέλλον, η αναμενόμενη οικονομική επιβράδυνση στη ζώνη του ευρώ και η αβεβαιότητα σχετικά με τις οικονομικές προοπτικές είναι πιθανό να ασκήσουν πτωτική πίεση στην αύξηση των μισθών», προσθέτει.
Πάντως οι αναλυτές της ΕΚΤ υποβαθμίζουν τις ανησυχίες για τους μισθούς, υποστηρίζοντας ότι τα πραγματικά εισοδήματα θα συνεχίσουν να μειώνονται καθώς ο πληθωρισμός θα είναι υψηλότερος από την ισχυρή αύξηση των ονομαστικών μισθών. «Οι πραγματικοί μισθοί των καταναλωτών είναι πλέον σημαντικά χαμηλότεροι από ό,τι πριν από την πανδημία και είναι πιθανό να μειωθούν περαιτέρω τους επόμενους μήνες», καταλήγει η ΕΚΤ. «Αυτό θα μπορούσε να οδηγήσει τα συνδικάτα να ζητήσουν υψηλότερες αυξήσεις μισθών στους επερχόμενους γύρους διαπραγματεύσεων, ειδικά σε τομείς με χαμηλότερους μισθούς».
Ο πληθωρισμός και η πολιτική της ΕΚΤ για τα επιτόκια
Οι αυξήσεις των τιμών είναι πολύ πάνω από τον στόχο της ΕΚΤ για 2%. Αν και ο πληθωρισμός στην Ευρωζώνη δείχνει τα πρώτα σημάδια χαλάρωσης και για πρώτη φορά σε διάστημα τριών μηνών υποχώρησε κάτω από το 10% τον Δεκέμβριο, ο δομικός (βασικός) πληθωρισμός- που εξαιρεί ευμετάβλητα είδη όπως τα τρόφιμα και η ενέργεια- έφτασε σε ιστορικό υψηλό τον περασμένο μήνα. Ενώ δηλαδή ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή υποχώρησε τον Δεκέμβριο στο 9,2%, ο δομικός πληθωρισμός σημείωσε άνοδο και διαμορφώθηκε στο 5,2%.
Ο δομικός πληθωρισμός είναι ένας από τους δείκτες που υποδεικνύουν μακροπρόθεσμες πληθωριστικές πιέσεις και τους οποίους παρακολουθεί η ΕΚΤ για να αποφασίσει πώς θα προχωρήσει στη μάχη της έναντι του πληθωριστικού κύματος. Οι αυξήσεις των μισθών είναι ανάμεσα σε αυτούς τους δείκτες, όπως και τα μέτρα στήριξης των κυβερνήσεων προς τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις που αντιμετωπίζουν υψηλές τιμές ενέργειας καθώς υπάρχει ανησυχία ότι θα μπορούσαν να ενισχύσουν τη ζήτηση.
Παράλληλα, το γενικότερο κλίμα συμπληρώνουν οι προβλέψεις που προειδοποιούν ότι ο στόχος του 2% είναι «άπιαστος» μέχρι το τέλος του 2025 και τα συνδικάτα που πιέζουν για γενναιόδωρες αυξήσεις στους μισθούς.
Πάντως η πρόεδρος Κριστίν Λαγκάρντ έχει ήδη δείξει έτοιμη για νέα αύξηση επιτοκίων στη συνεδρίαση του Φεβρουαρίου «και πιθανώς στη συνέχεια» για να αποφευχθεί ένα σπιράλ αυξήσεων μισθών και αυξήσεων των τιμών.
naftemporiki.gr