Η Ευρώπη έχει βρεθεί «μπλεγμένη» σε μια πληθωριστική καταιγίδα που οδήγησε σε επίπεδα-ρεκόρ τις τιμές της ενέργειας και των τροφίμων. Η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ), απάντησε στον πληθωρισμό, αν και αργοπορημένα, ξεκινώντας ένα κύκλο επιθετικών αυξήσεων των επιτοκίων.
Στην αποστολή της να τιθασεύσει την αύξηση των τιμών καλείται να κρατήσει μια ισορροπία, καθώς υπάρχει ο φόβος ότι όσο θα αυξάνεται και το κόστος δανεισμού, θα πλήττεται η κατανάλωση και θα βαθαίνει η ύφεση. Γι’ αυτό και θεωρείται ότι η μάχη των κεντρικών τραπεζών απέναντι στον πληθωρισμό εισέρχεται σε μια νέα φάση, κατά την οποία δεν σταματούν τις επιτοκιακές αυξήσεις, αλλά κατεβάζουν ταχύτητα.
Στην περίπτωσης της Ευρώπης, υπάρχει ένα αστερίσκος, σχολιάζει η Wall Street Journal. Τα σημάδια δείχνουν ότι η ευρωπαϊκή οικονομία θα βγάλει τον χειμώνα με μια ήπια ύφεση. «Και η ΕΚΤ το γνωρίζει (ότι η ύφεση θα είναι ήπια)», σημειώνει αναφέροντας τα στοιχεία της S&P Global για τον μήνα Δεκέμβριο όσον αφορά την επιχειρηματική δραστηριότητα στην Ευρωζώνη, η οποία συρρικνώθηκε με τον χαμηλότερο ρυθμό των τελευταίων τεσσάρων μηνών.
Σύμφωνα με τη διάμεση πρόβλεψη οικονομολόγων που συμμετείχαν σε δημοσκόπηση του FactSet, η οικονομία της Ευρωζώνης θα συρρικνωθεί κατά 0,4% αυτό το τρίμηνο και επιπλέον 0,3% το επόμενο τρίμηνο, πράγμα που σημαίνει ότι το μπλοκ των 19 χωρών πιθανότατα βρίσκεται ήδη σε «ρηχή» ύφεση. Ωστόσο, τα τελευταία στοιχεία φαίνεται να υποδηλώνουν ότι η ύφεση θα μπορούσε να είναι ακόμη πιο ήπια από ό,τι αρχικά αναμενόταν.
«Για να είμαστε δίκαιοι, οι κίνδυνοι παραμένουν υψηλότεροι στην Ευρώπη από ό,τι στις ΗΠΑ, όπου τα νοικοκυριά συσσώρευσαν περισσότερες αποταμιεύσεις κατά τη διάρκεια της πανδημίας και η ενεργειακή ανεξαρτησία είναι μεγαλύτερη. Συνολικά, ωστόσο, φαίνεται ότι η βοήθεια που παρέχεται από τις ευρωπαϊκές κυβερνήσεις για την αντιμετώπιση των υψηλών λογαριασμών ενέργειας μετριάζει τον μακροοικονομικό πόνο που προκαλείται από την απώλεια φυσικού αερίου», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Όλα αυτά έρχονται με έναν μεγάλο αστερίσκο, υπογραμμίζει η WSJ. Εάν επιβεβαιωθούν οι προβλέψεις για μια ήπια ύφεση, αυτή η εξέλιξη αφήνει περιθώριο στην ΕΚΤ να συνεχίσει ακόμη πιο επιθετικά την επιτοκιακή της πολιτική. Την Πέμπτη, μετά την αύξηση των επιτοκίων κατά 50 μονάδες βάσης, η πρόεδρος της ΕΚΤ, Κριστίν Λαγκάρντ, δήλωσε ότι η σύσφιξη θα ξεπεράσει αυτή που εκτιμάται σήμερα από την αγορά.
Έτσι το επιτόκιο αναφοράς ανέρχεται πλέον στο 2,5%. Οι επενδυτές βλέπουν όμως ότι τα επιτόκια θα «πιάσουν» το 3,8%. «Αυτό βγάζει νόημα», σχολιάζει η WSJ εξηγώντας ότι οι ενδείξεις για μια ισχυρότερη οικονομία συνοδεύονται με ενδείξεις ότι ο πληθωρισμός μετριάζεται. «Οι δείκτες PMI της Παρασκευής υποδεικνύουν ότι το κόστος των επιχειρήσεων αυξήθηκε με τον χαμηλότερο ρυθμό από τον Μάιο του 2021 και τα στοιχεία δείχνουν τώρα επιβράδυνση στους μισθούς της Ευρωζώνης. Ωστόσο, οι ενέργειες των αξιωματούχων φέτος υποδηλώνουν ότι θα πραγματοποιήσουν τις ”απειλές” τους».
Σύμφωνα με την WSJ, στην περίπτωση μιας ήπιας ύφεσης, οι μετοχές της Ευρωζώνης θα μπορούσαν να έχουν ανοδική πορεία. «Τα καλά νέα εξακολουθούν να είναι καλά νέα για τις ευρωπαϊκές μετοχές», σχολιάζουν. «Ωστόσο, με τους κεντρικούς τραπεζίτες να επικεντρώνονται στενά στον πληθωρισμό, είναι λιγότερο καλά νέα από όσο θα μπορούσε να ήταν».
naftemporiki.gr