«Είμαστε ευγνώμονες για τις επενδύσεις σας στην Πορτογαλία», έλεγε τον Νοέμβριο ο υπουργός Υποδομών της Πορτογαλίας, Πέντρο Νούνο Σάντος, στον πρόεδρο της τουρκικής Yilport, Ρόμπερτ Γιουκσέλ, ο οποίος μόλις είχε ανακοινώσει επένδυση 124 εκ. ευρώ για την επέκταση και τον εκσυγχρονισμό λιμένα εμπορευματοκιβωτίων στη Λισαβόνα. «Επενδύστε κι άλλο, επενδύστε όσο μπορείτε» δήλωνε χαρακτηριστικά ο Νούνο Σάντος, αλλά η αλήθεια είναι ότι ο Γιουκσέλ δεν μπορεί να επενδύσει πολύ ακόμη, γιατί έχει ήδη αγοράσει επτά λιμάνια στην Πορτογαλία. Σε αυτά περιλαμβάνονται το λιμάνι εμπορευματοκιβωτίων της πρωτεύουσας, αλλά και το μεγαλύτερο λιμάνι της χώρας, το Leixões στο Πόρτο.
Το 2016 η Yilport, που ανήκει στον επιχειρηματικό όμιλο Yildirim, είχε αγοράσει τις άδειες εκμετάλλευσης από την πορτογαλική εταιρεία Tertir, η οποία μέχρι τότε διαχειριζόταν τα λιμάνια της χώρας χωρίς ιδιαίτερη επιτυχία. Ως αντάλλαγμα για την παραχώρηση των λιμανιών μέχρι το 2038 η Yilport υποσχέθηκε να προχωρήσει σε επενδύσεις άνω των 500 εκ. ευρώ. Μέχρι εδώ, όλα καλά. Υπάρχει όμως ένα πρόβλημα: Εάν ήταν Ρώσος, ο Ρόμπερτ Γιουκσέλ Γιλντιρίμ θα αποτελούσε χαρακτηριστικό δείγμα «ολιγάρχη». Διατηρεί στενή φιλία με τον πρόεδρο της Τουρκίας Ταγίπ Ερντογάν και μέσα σε λίγα χρόνια έχει μετατρέψει την οικογενειακή του επιχείρηση σε όμιλο παγκόσμιας εμβέλειας. Στην Πορτογαλία «παίζει» εκτός συναγωνισμού, ενώ έχει ήδη αποκτήσει συνολικά 21 λιμάνια σε όλον τον κόσμο και θεωρείται ένα από τα κορυφαία ονόματα παγκοσμίως στον κλάδο των μεταφορών και των logistics.
«Οικονομικά κριτήρια» για την επένδυση
«Η απόφαση για παραχώρηση των λιμανιών στους Τούρκους έγινε μάλλον με αμιγώς οικονομικά κριτήρια», σημειώνει ο Ζοζέ Πέντρο Τεϊξέιρα Φερνάντες από το Πορτογαλικό Ινστιτούτο Διεθνών Σχέσεων (IPRI). «Απλά είχαν καταθέσει την καλύτερη προσφορά». Ωστόσο, ο Φερνάντες αμφιβάλλει, εάν η απόφαση ήταν σωστή. «Μέχρι στιγμής τα οικονομικά μεγέθη είναι ικανοποιητικά. Επενδύθηκαν πολλά χρήματα και αποκτήθηκε χρήσιμη τεχνογνωσία», επισημαίνει, για να συμπληρώσει ωστόσο ότι «από την άλλη πλευρά, τα λιμάνια ανήκουν στις στρατηγικές υποδομές, που μπορούν κάλλιστα να χρησιμοποιηθούν ως μέσο πολιτικής πίεσης. Κατά τη γνώμη μου, η κυβέρνηση δεν έχει προετοιμαστεί γι αυτό το ενδεχόμενο».
Με τη Yilport στο «τιμόνι» τα πορτογαλικά λιμάνια έγιναν πιο ανταγωνιστικά. Ο λιμένας εμπορευματοκιβωτίων του Πόρτο θεωρειται πλέον ο πιο αποδοτικός στην Ιβηρική Χερσόνησο. Στο παρελθόν τα λιμάνια είχαν παραλύσει απο τις απεργίες, ενώ δεν μπορούσαν να ανταποκριθούν στον ανταγωνισμό της γειτονικής Ισπανίας. Τώρα η Yilport προσπαθεί να μετατρέψει τα πορτογαλικά λιμάνια σε πρώτο σταθμό υποδοχής για τα πλοία που έρχονται από τις ΗΠΑ. Αλλά έτσι εντείνεται η εξάρτηση της χώρας από τους ξένους επενδυτές. Μετά τη διάσωση της πορτογαλικής οικονομίας από την ευρωζώνη μεγάλο μέρος των ενεργεικών υποδομών εξαγοράστηκε από Κινέζους επενδυτές, ενώ τώρα έρχεται η σειρά των Τούρκων να επενδύσουν στα λιμάνια. Για όλα αυτά δεν έχει προηγηθεί δημόσια συζήτηση, ούτε καμία αντιπαράθεση μεταξύ κυβέρνησης και αντιπολίτευσης.
«Γεωπολιτική σημαίνει να προβλέπεις εκ των προτέρων πιθανούς μελλοντικούς κινδύνους» τονίζει ο αναλυτής Τεϊξέιρα Φερνάντες. «Αλλά αυτό δεν συμβαίνει στην Πορτογαλία. Όλες οι αποφάσεις λαμβάνονται με κριτήρια αμιγώς οικονομικά και όχι γεωπολιτικά. Αν υπάρξουν αρνητικές συνέπειες για το κράτος, θα φανούν εν καιρώ. Ειδικά η Τουρκία, μέχρι το 2016, φάνταζε ως μία εξωτική, αλλά φιλικά διακείμενη χώρα, την οποία η κυβέρνηση δεν θα θεωρούσε απειλή για τα στρατηγικά συμφέροντα της Πορτογαλίας»
Έλλειψη στρατηγικής σκέψης
Τα τελευταία χρόνια οι πορτογαλικές κυβερνήσεις εκτιμούσαν ότι οι επενδυτικές συμφωνίες με την Τουρκία προσφέρουν αρκετές ρήτρες εξασφάλισης σε περίπτωση κινδύνου και το χειρότερο που θα μπορούσε να συμβεί θα ήταν μία καταγγελία λόγω αθέτηση συμβολαίου. Σε γενικές γραμμές επικρατούσε η αίσθηση ότι η Πορτογαλία είναι μία μικρή χώρα, που διατηρεί φιλικές σχέσεις με όλους και κανείς δεν έχει λόγους να την επιβουλεύεται. Ωστόσο, εκτιμά ο Τεϊξέϊρα Φερνάντες, θα ήταν καλύτερα εάν υπήρχε μεγαλύτερη διασπορά κινδύνου, με επενδυτές από διάφορες χώρες, από τη στιγμή που δεν εμφανίζεται εγχώριος επενδυτής.
Αντ΄αυτού η κυβέρνηση της Λισαβόνας προτίμησε να ποντάρει σε ένα και μοναδικό «άλογο» με καθαρά οικονομικά κριτήρια. «Το ότι ένα τόσο σημαντικό όνομα, όπως ο όμιλος Yildirim, αποφασίζει να επενδύσει εδώ, αποδεικνύει ότι θα πρέπει να έχουμε και οι ίδιοι εμπιστοσύνη στην οικονομία μας», έλεγε προ ετών ο υπουργός Υποδομών Πέντρο Νούνο Σάντος. Ο Πορτογάλος αναλυτής Τεϊξέιρα Φερνάντες εκφράζει διαφορετική άποψη. «Ασφαλώς μπορούμε να επαναπαυθούμε στη σκέψη ότι βρισκόμαστε στο δυτικό άκρο της Ευρώπης, μακριά από κάθε είδους προβλήματα», λέει. «Αλλά είναι μία σκέψη επικίνδυνη, που μπορεί να εγκυμονεί σημαντικά προβλήματα…»
Πηγή: Deutsce Welle