Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή κατηγορεί την Deutsche Bank και την ολλανδική τράπεζα Rabobank ότι συμφώνησαν μεταξύ 2005 και 2016 να χειραγωγήσουν τον ανταγωνισμό στη δευτερογενή αγορά κρατικών ομολόγων σε ευρώ, ανακοίνωσε σε δελτίο τύπου την Τρίτη.
Οι Βρυξέλλες έστειλαν στις δύο τράπεζες μια «ανακοίνωση ενστάσεων», που ισοδυναμεί με κατηγορητήριο, αναφέροντας σοβαρές υποψίες για αντιανταγωνιστικές πρακτικές. Σύμφωνα με την Κομισιόν, η Deutsche Bank και η Rabobank θα μπορούσαν να έχουν «ανταλλάξει ευαίσθητες εμπορικές πληροφορίες και να έχουν συντονίσει τις στρατηγικές τιμολόγησης και συναλλαγών τους όταν συναλλάσσονται σε αυτά τα ομόλογα».
«Αυτές οι επαφές θα πραγματοποιούνταν κυρίως μέσω email και διαδικτυακών επικοινωνιών σε φόρουμ συζητήσεων», διευκρινίζει η Επιτροπή στο δελτίο τύπου της, χωρίς να παρέχει άλλες λεπτομέρειες. «Η Επιτροπή συμφώνησε αρχικά να μελετήσει τη δυνατότητα επίτευξης συμφωνίας» με τις δύο ενδιαφερόμενες τράπεζες, «αλλά στη συνέχεια διέκοψε τις συζητήσεις λόγω του αδιεξόδου τους και αποφάσισε να επιστρέψει γρήγορα στην κανονική διαδικασία που εφαρμόζεται στα καρτέλ».
Οι Βρυξέλλες, οι οποίες δεν δεσμεύονται από καμία νόμιμη προθεσμία σε αυτήν την έρευνα, θα μπορούσαν να επιβάλουν πρόστιμο έως και 10% στον ετήσιο κύκλο εργασιών των ενδιαφερόμενων εταιρειών εάν επιβεβαιωθούν οι ισχυρισμοί της.
Τον Απρίλιο του 2021, η Επιτροπή επέβαλε συνολικά πρόστιμα 28 εκατομμυρίων ευρώ στην Crédit Suisse, την Crédit Agricole και την Bank of America Merrill Lynch για συμπαιγνία επί σειρά ετών με σκοπό τη στρέβλωση του ανταγωνισμού στην αγορά ομολόγων, μεταξύ 2010 και 2015.
Στην Deutsche Bank , η οποία είχε μεν εμπλοκή αλλά ταυτόχρονα είχε αποκαλύψει την υπόθεση στις ευρωπαϊκές αρχές, δεν είχε επιβληθεί κυρώσεις, μετά από αυτήν την έρευνα που ξεκίνησε τον Αύγουστο του 2015.
Τον Μάιο του 2021, σε ξεχωριστή υπόθεση, οι Βρυξέλλες επέβαλαν συνολικά πρόστιμα 371 εκατομμυρίων ευρώ σε τρεις επενδυτικές τράπεζες (ιαπωνική Nomura, ελβετική UBS και ιταλική UniCredit), αφού σημείωσαν συμφωνία μεταξύ επτά τραπεζών στην ευρωπαϊκή αγορά κρατικών ομολόγων μεταξύ 2007 και 2011.
Η Bank of America και η γαλλική Natixis είχαν ξεφύγει από την κύρωση χάρη στην παραγραφή, καθώς και η Portigon (πρώην WestLB), λόγω έλλειψης τζίρου και η βρετανική Natwest (πρώην RBS) εξαιρούνταν επειδή αποκάλυψαν τη συμφωνία στην Επιτροπή.
Πηγή: Le Figaro