Οι Financial Times σε άρθρο με τίτλο: Ο Ερντογάν ακολουθεί έναν αντισυμβατικό δρόμο στην οικονομία για να επανεκλεγεί στην Προεδρία της Τουρκίας, τονίζουν ότι «εκ πρώτης όψεως, οι επαναλαμβανόμενες μειώσεις των επιτοκίων – η κίνηση αυτής της εβδομάδας ήταν η τέταρτη μείωση – δεν έχουν νόημα σε μια εποχή πληθωρισμού 85%, υποτίμησης του νομίσματος και εξάντλησης των συναλλαγματικών αποθεμάτων».
Ωστόσο, τα στελέχη των τουρκικών επιχειρήσεων έχουν μακρά εμπειρία από ταραχώδεις πολιτικές συνθήκες, υψηλό πληθωρισμό και νομισματικές κρίσεις. Με ευρηματικούς και ανορθόδοξους τρόπους, πολλοί από αυτούς τα καταφέρνουν, σημειώνουν οι FT.
«Επιπλέον, το επιτόκιο αναφοράς της κεντρικής τράπεζας μπορεί να είναι λιγότερο σημαντικό από όσο φαίνεται. Οι ιδιωτικές τράπεζες βασίζονται σε άλλα επιτόκια, όπως τα επιτόκια καταθέσεων, που κινούνται ανεξάρτητα από το σημείο αναφοράς», γράφει η βρετανική εφημερίδα και προσθέτει: «Για αυτούς και άλλους λόγους, η Scope Ratings, ένας οργανισμός αξιολόγησης πιστοληπτικής ικανότητας, αναμένει ότι η τουρκική οικονομική ανάπτυξη θα είναι 5,3% φέτος και 3% το 2023 – πολύ πάνω από τα μέσα ευρωπαϊκά επίπεδα.
Επιπλέον, το τεράστιο έλλειμμα του ισοζυγίου τρεχουσών συναλλαγών της Τουρκίας, χρηματοδοτείται σε μεγάλο βαθμό από εισροές κεφαλαίων – περίπου 28 δισεκατομμύρια δολάρια τους πρώτους οκτώ μήνες του τρέχοντος έτους – των οποίων η προέλευση δεν είναι ξεκάθαρη. Ο υπουργός Οικονομικών Νουρεντίν Νεμπάτι λέει ότι όλα τα χρήματα είναι νόμιμα και ορισμένα από αυτά αποτελούνται από κεφάλαια που επαναπατρίστηκαν από τουρκικές εταιρείες και ιδιώτες».
Σε μια τέτοια εξέλιξη, η Σαουδική Αραβία προσφέρθηκε να βοηθήσει την Τουρκία, καταθέτοντας 5 δισ. δολάρια στην τουρκική κεντρική τράπεζα. «Φαίνεται ότι το πάγωμα των σχέσεων Σαουδικής Αραβίας-Τουρκίας, που προκλήθηκε από τη δολοφονία του δημοσιογράφου Τζαμάλ Κασόγκι το 2018 στο προξενείο της Σαουδικής Αραβίας στην Κωνσταντινούπολη, έχει τελειώσει», εκτιμούν οι FT.
Αύξηση των κυβερνητικών δαπανών
Ο Ερντογάν, προκειμένου να αυξήσει τις πιθανότητες επανεκλογής του στην προεδρική αναμέτρηση του επόμενου έτους, προχώρησε προεκλογικά σε μια απότομη αύξηση των κυβερνητικών δαπανών. Πρόκειται για ένα σχέδιο 50 δισεκατομμυρίων δολαρίων, που ο Ερντογάν αποκαλεί «το μεγαλύτερο έργο κοινωνικής στέγασης στην ιστορία της τουρκικής δημοκρατίας». Παρά την πίεση που ασκείται στους απλούς Τούρκους από τον ανεξέλεγκτο πληθωρισμό, υπάρχουν κάποιες ενδείξεις δημοσκοπήσεων ότι η αύξηση των δαπανών της κυβέρνησης μειώνει τη λαϊκή δυσαρέσκεια για τις οικονομικές πολιτικές του κυβερνώντος κόμματος. AKP.
Από την άλλη πλευρά, οι δυνάμεις της αντιπολίτευσης είναι αβέβαιο εάν μπορούν να συσπειρωθούν πίσω από έναν ενιαίο προεδρικό υποψήφιο και να παραμερίσουν τις έντονες διαφορές.
Χωρίς αλλαγή στην εξωτερική πολιτική
Σύμφωνα με την ανάλυση του ιδρύματος Carnegie for International Peace, υπό μια διαφορετική κυβέρνηση, η Τουρκία θα επιδίωκε μια πιο εποικοδομητική σχέση με την ΕΕ, το ΝΑΤΟ και τις ΗΠΑ. Ωστόσο, η στάση του τουρκικού κοινού προς τις δυτικές χώρες έχει ψυχρανθεί τα τελευταία 20 χρόνια.
Σε έρευνα από το Πανεπιστήμιο Kadir Has της Κωνσταντινούπολης, το 39,9% των ερωτηθέντων θεωρεί ότι η Τουρκία δεν πρέπει να κάνει καμία προσπάθεια για να βελτιώσει τις σχέσεις με τις ΗΠΑ, έναντι 34,9% που πιστεύει ότι η Τουρκία θα έπρεπε να κάνει προσπάθεια.
Η αναλύτρια Σινέμ Αντάρ που εξετάζει τις ευρασιατικές φιλοδοξίες της Τουρκίας σε μελέτη για το Centre for European Policy Studies, καταλήγει σχεδόν στο ίδιο συμπέρασμα. «Ακόμη και με πιθανή αλλαγή κυβέρνησης στις εκλογές του 2023, οι αντιλήψεις της Άγκυρας για την απειλή στην ανατολική Μεσόγειο σχετικά με την Κύπρο και την Ελλάδα πιθανότατα θα παραμείνουν παρόμοιες. Είναι επίσης ρεαλιστικό να μην περιμένουμε σημαντικές αλλαγές στις τουρκικές φιλοδοξίες για μια αυτόνομη εξωτερική πολιτική», γράφει η Αντάρ.
Οι FT εκτιμούν ότι είναι μάλλον πιθανό ότι οι εκλογές του επόμενου έτους θα είναι οι πιο δύσκολες που έχει αντιμετωπίσει ο Ερντογάν εδώ και δύο δεκαετίες. Αλλά είναι επίσης πιθανό ότι οποιαδήποτε μελλοντική κυβέρνηση θα διατηρήσει τον ρόλο της Τουρκίας ως ισχυρής περιφερειακής δύναμης, ενεργής σε σημεία ανάφλεξης από τη Λιβύη και τη Συρία έως τον Νότιο Καύκασο και θα διατηρήσει κάποια απόσταση από τις ΗΠΑ και τους Ευρωπαίους συμμάχους τους.
naftemporiki.gr