Η Γερμανία ήταν κάποτε ελκυστική χώρα ως επιχειρηματική τοποθεσία. Τώρα όμως πολλές εταιρείες είναι έτοιμες να ετοιμάσουν τις βαλίτσες τους και να μεταφέρουν την παραγωγή τους στις Ηνωμένες Πολιτείες. Ο λόγος; Η ενέργεια είναι φθηνότερη στις ΗΠΑ σε σχέση με την Ευρώπη. Ο πόλεμος στην Ουκρανία και οι κυρώσεις στη Ρωσία βυθίζουν άλλωστε την ΕΕ όλο και πιο βαθιά σε μια ενεργειακή κρίση, που είναι άγνωστο πότε και πώς θα ξεπεραστεί. Την ίδια ώρα, η Αμερική φαίνεται να κερδίζει από τον πόλεμο:
Έρευνα του Συνδέσμου Γερμανικών Βιομηχανικών και Εμπορικών Επιμελητηρίων (DIHK) αποκάλυψε ότι οι ΗΠΑ είναι πλέον ο πιο ελκυστικός επενδυτικός προορισμός από όλες τις χώρες στον κόσμο.
Στην έρευνα μετείχαν 3.100 γερμανικές εταιρείες που δραστηριοποιούνται στο εξωτερικό. Περίπου το 62% των εταιρειών αυτών, αξιολόγησαν την σημερινή επιχειρηματική κατάσταση στη Βόρεια Αμερική ως θετική. Σχεδόν το 39% δήλωσαν ότι σκοπεύουν να επενδύσουν περισσότερα στις Ηνωμένες Πολιτείες τους επόμενους μήνες. Μόνο το 17 % θέλει να μειώσει τις αμερικανικές επενδύσεις τους. Αντίθετα, μόνο το ένα τρίτο περίπου των εταιρειών θέλουν να επενδύσουν στην ευρωζώνη. Πάνω από τις μισές δήλωσαν ότι ανέμεναν οικονομική ύφεση εδώ.
«Επίκειται εμπορικός πόλεμος μεταξύ ΗΠΑ και ΕΕ», γράφει το Der Spiegel και εξηγεί: «Εδώ και πολλά χρόνια, η φθηνή ενέργεια από τη Ρωσία ήταν ένας αποφασιστικός παράγοντας στον οποίο βασιζόταν η οικονομική δύναμη της Γερμανίας και της Ευρώπης. Με τον οικονομικό πόλεμο κατά της Ρωσίας και την ανατίναξη των αγωγών Nord Stream 1 και Nord Stream 2 στη Βαλτική Θάλασσα, αυτό τελειώνει. Το κεφάλαιο μεταναστεύει εκεί όπου βρίσκει ευνοϊκότερες συνθήκες εκμετάλλευσης» γράφει το γερμανικό περιοδικό.
Τα «κατάφεραν» λοιπόν μια χαρά οι Ευρωπαίοι ακολουθώντας τυφλά την Αμερική στην όξυνση των σχέσεων με τη Ρωσία! Γιατί δεν επηρεάζεται αρνητικά μόνο η βιομηχανία στη Γερμανία, αλλά και σε πολλές άλλες χώρες της ΕΕ.
«Με υψηλές επιδοτήσεις για τις τεχνολογίες του μέλλοντος, ο Τζο Μπάιντεν προσελκύει ευρωπαϊκές βιομηχανικές εταιρείες στις ΗΠΑ, σημειώνει το Spiegel και προσθέτει: «Στις Βρυξέλλες, οι άνθρωποι αναρωτιούνται τώρα: πρέπει να διαπραγματευτούμε με την Ουάσιγκτον – ή να δείξουμε τα δόντια μας;»
Κάποιοι Ευρωπαίοι αξιωματούχοι, όπως ο αντιπρόεδρος της Κομισιόν Φρανς Τίμερμανς, μπορεί να επαίρονται για τη μείωση της εξάρτησης από το ρωσικό φυσικό αέριο, αλλά οι επιχειρηματίες σκέφτονται διαφορετικά.
Ο Φρέντερικ Πέρσον, Πρόεδρος της ευρωπαϊκής εμπορικής ένωσης BusinessEurope δήλωσε στους Financial Times ότι μεγάλο μέρος της μείωσης στην κατανάλωση φυσικού αερίου οφείλεται στο γεγονός ότι οι εταιρείες μείωσαν ή ακόμα και έκλεισαν την παραγωγή. Στην Ιταλία, όπου η κατανάλωση φυσικού αερίου μειώθηκε κατά 24% τον Οκτώβριο « αυτό συνέβη επειδή οι επιχειρήσεις μειώνουν την παραγωγή», είπε ο Πέρσον.
Σε άλλες χώρες, η πτώση ήταν ακόμη μεγαλύτερη. Στην Πορτογαλία ήταν 48% και στη Ρουμανία 78%.
Απώλεια ανταγωνιστικότητας
Οι εταιρείες της ΕΕ αντιμετωπίζουν «σοβαρή απώλεια ανταγωνιστικότητας», τόνισε ο Πέρσον. Ο λόγος για αυτό είναι οι τιμές χονδρικής του φυσικού αερίου, οι οποίες είναι πέντε έως επτά φορές υψηλότερες στην Ευρώπη από ό,τι στην Ασία και τις ΗΠΑ.
Οι χαμηλές τιμές ενέργειας αποτελούν σημαντικό παράγοντα. αλλά και τα φορολογικά οφέλη που προσφέρει η αμερικανική κυβέρνηση με τον νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού αυξάνουν την ελκυστικότητα. «Οι ΗΠΑ είναι οι νικητές στον πόλεμο στην Ουκρανία», λέει ο Ματίας Χόφμαν, επικεφαλής του Γερμανο-Αμερικανικού Εμπορικού Επιμελητηρίου στην Ατλάντα.«Για τις εταιρείες στις ΗΠΑ, ο πόλεμος στην Ουκρανία είναι πολύ μακριά και οι οικονομικές επιπτώσεις είναι επομένως πολύ λιγότερο αισθητές», τόνισε ο Χόφμαν σε διάλεξη στο Βερολίνο.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο πρόεδρος του γερμανικού SPD Λαρς Κλίνγκμπαϊλ είπε σε συνέντευξή του στη Die Welt ότι ο κίνδυνος αποβιομηχάνισης στη Γερμανία είναι υπαρκτός,καθώς οι ΗΠΑ επιδιώκουν τα δικά τους συμφέροντα. «Τα σλόγκαν στις ΗΠΑ είναι «Buy American» και «Made in America»», λέει ο Γερμανός σοσιαλδημοκράτης ηγέτης.
Από κοντά και ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών Μπρουνό Λεμέρ προειδοποιεί ότι «η μαζική πολιτική επιδοτήσεων των ΗΠΑ λειτουργεί σε βάρος της βιομηχανίας στην Ευρώπη:«Ο πραγματικός κίνδυνος για την Ευρώπη είναι ένα βιομηχανικό κραχ», τόνισε ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών. Η βιομηχανία στις ευρωπαϊκές χώρες υποφέρει ήδη από ένα ανταγωνιστικό μειονέκτημα λόγω των διαφορών στις τιμές της ενέργειας μεταξύ των ΗΠΑ και της Ευρώπης, δήλωσε ο Λεμέρ στη Handelsblatt . Οι τεράστιες επιδοτήσεις που παρέχονται από τον αμερικανικό νόμο για τη μείωση του πληθωρισμού (IRA) θα διεύρυναν το χάσμα ακόμη περισσότερο. Ο IRA – γνωστός ως HR 5376 – Νόμος για τη μείωση του πληθωρισμού του 2022 – καλύπτει ένα ευρύ φάσμα τομέων, συμπεριλαμβανομένης της νομοθεσίας που σχετίζεται με την ενέργεια. Αυξάνει την έκπτωση φόρου για επενδύσεις για έργα ανανεώσιμων πηγών ενέργειας από 26 σε 30% και την επεκτείνει σε όλα τα έργα αποθήκευσης.
Η ΕΕ απειλεί με αντίμετρα
Ο Γάλλος υπουργός Οικονομικών φοβάται τα άσχημα που έρχονται στην ΕΕ: «Απορρίπτουμε έναν ανταγωνισμό επιδοτήσεων, είναι ενάντια σε όλους τους κανόνες του διεθνούς εμπορίου. Ωστόσο, ορισμένες μεγάλες ξένες εταιρείες που ήθελαν να επενδύσουν στην Ευρώπη διστάζουν τώρα…Ο πραγματικός κίνδυνος για την Ευρώπη είναι να μείνει πίσω ως βιομηχανικός χώρος», τονίζει ο Λεμέρ, προειδοποιώντας και για τον κίνδυνο αύξησης της ανεργίας.
Δεν είναι περίεργο που και η γαλλική Figaro, προειδοποιεί για « το φάντασμα ενός εμπορικού πολέμου μεταξύ της Ευρωπαϊκής Ένωσης και των Ηνωμένων Πολιτειών ». Η εφημερίδα επικαλείται τον Επίτροπο Εσωτερικής Αγοράς της ΕΕ Τιερί Μπρετόν, ο οποίος συμφωνεί απόλυτα με τον Λεμέρ και απειλεί με σκληρά αντίμετρα στο πλαίσιο του. Παγκόσμιου Οργανισμού Εμπορίου, αν η Ουάσιγκτον δεν «διορθώσει» αυτά τα ζητήματα.