Μεγαλύτερη περίοδο δημοσιονομικής προσαρμογής μέσα όμως από σειρά δεσμεύσεων για μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις που θα συμβάλουν στην μείωση του χρέους προτείνει η Κομισιόν παρουσιάζοντας τους νέους κανόνες που θα διέπουν το Σύμφωνο Σταθερότητας.
Πρόκειται για ένα πακέτο για τη μεταρρύθμιση των κανόνων που διέπουν το Σύμφωνο Σταθερότητας με στόχο να γίνουν πιο απλοί και ρεαλιστικοί, που να ικανοποιούν τις αγορές.
Να θυμίσουμε ότι από την άνοιξη του 2020 – κατά την κορύφωση της πανδημίας- αποφασίστηκε προσωρινή κάμψη του Συμφώνου Σταθερότητας και δόθηκε η ευελιξία στα κράτη – μέλη να αντιμετωπίσουν την πρωτοφανή υγειονομική και οικονομική κρίση. Ωστόσο είχε για καιρό παγώσει η συζήτηση για τη μεταρρύθμισή του.
Τα όρια του 3% και του 60%
Με βάση τα όσα παρουσιάστηκαν χθες από τον αντιπρόεδρο της Κομισιόν κ. Βάλντις Ντομπρόβσκις και τον Επίτροπο Οικονομίας κ. Πάολο Τζεντιλόνι, παραμένει το κριτήριο ότι το έλλειμμα θα πρέπει να είναι μικρότερο από το 3% του ΑΕΠ. Για το χρέος, αν ξεπερνά το 60% του ΑΕΠ, τότε οι χώρες καλούνται να προχωρήσουν στην υιοθέτηση ενός σχεδίου 4ετούς διάρκειας για την μείωση του μέσα από μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις.
«Θα πρέπει να σχεδιαστεί για να επιτευχθεί μια σταδιακή και διαρκής μείωση των του δημόσιου χρέους ή να διατηρήσει το χρέος σε συνετά επίπεδα για τις χώρες με χαμηλό χρέος. Στην πραγματικότητα, τα σχέδια θα αποτελούν την «ιδιοκτησία» των σχεδίων τους συμμετέχοντας άμεσα στο σχεδιασμό τους» τόνισε ο κ. Βάλντις Ντομπρόβσκις.
Από την πλευρά του ο Ευρωπαίος Επίτροπος Οικονομίας κ. Πάολο Τζεντιλόνι επεσήμανε ότι πρόκειται για κανόνες οι οποίοι διέπονται από τις αρχές της απλότητας, της εθνικής ιδιοκτησίας και της εύκολης εφαρμογής.
Στα κράτη – μέλη η «ιδιοκτησία» των μεταρρυθμίσεων
Τι θα συμβεί λοιπόν στην περίπτωση που το δημόσιο χρέος μίας χώρας ξεπερνά το 60% του ΑΕΠ με βάση την πρόταση της Ευρωπαϊκής Επιτροπής;
Εάν ένα κράτος-μέλος έχει πολύ υψηλό δημόσιο χρέος, π.χ. Ελλάδα, Ιταλία, κ.α. θα μπορεί να καταθέσει ένα σχέδιο 4ετούς διάρκειας για τη μείωση του. Το σχέδιο αυτό θα περιλαμβάνει σειρά από μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις, το οποίο θα πρέπει να εγκριθεί από την Επιτροπή και στη συνέχεια από το Συμβούλιο. Η Κομισιόν θα αξιολογήσει επίσης εάν διασφαλίζεται αξιόπιστα ότι το έλλειμμα διατηρείται κάτω από το 3% του ΑΕΠ για μια περίοδο10 ετών.
Παράλληλα, οι χώρες θα έχουν τη δυνατότητα να ζητήσουν μακρύτερη, πιο σταδιακή πορεία προσαρμογής, η οποία με βάση την πρόταση της Κομισιόν, δεν θα ξεπερνά τα 3 χρόνια. Όμως σε αυτή την περίπτωση θα πρέπει να προχωρήσουν σε πρόσθετες διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις και επενδύσεις για την τόνωση της δημοσιονομικής βιωσιμότητας και της βιώσιμης ανάπτυξης.
Αναφορικά με την εφαρμογή του σχεδίου, κάθε κράτος- μέλος θα πρέπει να συμμορφωθεί με την πλήρη εφαρμογή του σχεδίου του για ολόκληρη την χρονική περίοδο. Από την πλευρά της η Επιτροπή θα παρακολουθεί την πορεία υλοποίησης του με βάση τις καθαρές πρωτογενείς δαπάνες. Εισάγεται δηλαδή ένας ενιαίος δείκτης, δηλαδή οι δαπάνες που ελέγχονται από την κυβέρνηση. Θα είναι η βάση για τον καθορισμό της πορείας της δημοσιονομικής προσαρμογής και για την εκτέλεση της ετήσιας δημοσιονομικής εποπτείας.
Η Κομισιόν θα παρέχει θετική αξιολόγηση εάν το χρέος είναι σε καθοδική πορεία ή διατηρείται σε συνετά επίπεδα και το δημοσιονομικό έλλειμμα παραμείνει αξιόπιστα κάτω από την τιμή αναφοράς του 3% του ΑΕΠ μεσοπρόθεσμα.
Η «τιμωρία»
Εάν ένα κράτος-μέλος δεν συμμορφωθεί σε αυτή τη βάση, θα υπόκειται σε ισχυρότερους μηχανισμούς επιβολής. Δηλαδή εάν μια χώρα με υψηλό δημόσιο χρέος δεν τηρήσει το συμφωνηθέν σχέδιο που έχει καταθέσει, τότε θα ενεργοποιείται η Διαδικασία Υπερβολικού Ελλείμματος, όπως και στην περίπτωση μη τήρησης του ελλείμματος 3% του ΑΕΠ.
Αντίστοιχα, εάν το κράτος μέλος πραγματοποιεί τις μεταρρυθμίσεις και τις επενδύσεις για τις οποίες έχει δεσμευθεί, θα λαμβάνει ως αντάλλαγμα μια πιο σταδιακή πορεία προσαρμογής.
Εάν όμως δεν τηρεί τις δεσμεύσεις της, η Επιτροπή θα μπορεί να ζητήσει αναθεώρηση του σχεδίου αλλά μέσα από μία πιο αυστηρή δημοσιονομική πορεία – όπως και να επιβάλει και οικονομικές κυρώσεις.
Παράλληλα, οι μηχανισμοί επιβολής θα ενισχυθούν. Δηλαδή οι οικονομικές κυρώσεις θα μπορούν να προβλέπουν τη μείωση των ποσών με τα οποία συνδέονται. Οι μακροοικονομικές προϋποθέσεις για τα διαρθρωτικά ταμεία και για το Ταμείο Ανάκαμψης θα εφαρμοστούν με παρόμοιο πνεύμα, δηλαδή η χρηματοδότηση της ΕΕ θα μπορούσε επίσης να ανασταλεί αν τα κράτη-μέλη δεν λάβουν αποτελεσματικά μέτρα για τη διόρθωση του υπερβολικού τους ελλείμματος.
Στο πλαίσιο της αναθεώρησης των δημοσιονομικών κανόνων, παραμένει η γενική ρήτρα διαφυγής για την αντιμετώπιση εξαιρετικών καταστάσεων.
Παράλληλα, εντός του πρώτου τριμήνου του 2023 η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα παράσχει καθοδήγηση προς τα κράτη-μέλη για την δημοσιονομική πολιτική που πρέπει να ακολουθήσουν και την προετοιμασία των προγραμμάτων σταθερότητας για το 2024 και μετά.