Skip to main content

Το παράδοξο του Jevons: Αποκαλύπτει μια θεωρία 160 ετών τι θα γίνει στις αγορές;

Η αιμορραγία που πυροδότησε η DeepSeek ήταν σοκαριστική, αλλά δεν κράτησε πολύ. Τι θα γίνει όμως από εδώ και πέρα; Κάποιοι ποντάρουν στο παράδοξο του Jevons

Οι αγορές το τελευταίο διάστημα περνούν από 40 κύματα, με το βλέμμα στους εμπορικούς πολέμους, που έχουν μόλις ξεσπάσει, αλλά και στην κούρσα της τεχνητής νοημοσύνης. Τίποτα άλλο δεν έχει ταράξει τα χρηματιστήρια τα τελευταία 3 χρόνια τόσο όσο η εμφάνιση της DeepSeek και η απροσδόκητη επιτυχία του φθηνού μοντέλου AΙ, που παρουσίασε.

Η αιμορραγία που πυροδότησε ήταν σοκαριστική, αλλά δεν κράτησε πολύ. Οι αναλυτές είναι διχασμένοι ως προς τι θα ακολουθήσει. Κάποιοι περιμένουν συνέχεια στη διόρθωση – ειδικά στις τεχνολογικές μετοχές – τονίζοντας ότι οι αποτιμήσεις είναι αδικαιολόγητα υψηλές και σε συνδυασμό με άλλους δείκτες αποκαλύπτουν ότι έχουμε να κάνουμε με μία «φούσκα», που αργά ή γρήγορα θα σπάσει. Υπάρχουν ωστόσο και εκείνοι που βλέπουν πολύ περιορισμένο αρνητικό αντίκτυπο και επιμένουν στις εκτιμήσεις για ράλι μεσοπρόθεσμα. Οι «ταύροι» της τεχνητής νοημοσύνης στην Ευρώπη επαναφέρουν μια οικονομική θεωρία 160 ετών στο προσκήνιο για να εξηγήσουν γιατί οι μετοχές του κλάδου έχουν ακόμη περιθώρια ανόδου.

Οι τεχνολογικές μετοχές παγκοσμίως κατέρρευσαν στις 27 Ιανουαρίου μετά την κυκλοφορία του DeepSeek – ενός μοντέλου που φαίνεται να κοστίζει ένα κλάσμα των ανταγωνιστικών AI μοντέλων και απαιτεί λιγότερο προηγμένα τσιπ. Η αποκάλυψη αυτή έφερε στο φως σοβαρά ερωτήματα σχετικά με τις τεράστιες επενδύσεις της Δύσης σε κατασκευαστές τσιπ και κέντρα δεδομένων.

Στο επίκεντρο της πτώσης βρέθηκε η αμερικανική εταιρεία προηγμένων ημιαγωγών και «πρωταγωνίστρια» έως τώρα στη φρενίτιδα της τεχνητής νοημοσύνης, Nvidia. Έχασε το 17% της αξίας της – σχεδόν 600 δισεκατομμύρια δολάρια. Ήταν η μεγαλύτερη ημερήσια απώλεια κεφαλαιοποίησης που έχει καταγραφεί ποτέ για οποιαδήποτε εταιρεία. Και τούτο γιατί η αξία της τα τελευταία χρόνια έχει οκταπλασιαστεί ακριβώς χάρη στην αυξανόμενη ζήτηση για τους ημιαγωγούς της, που θεωρούνται καθoριστικής σημασίας για την ανάπτυξη της generative AI.

Μπορεί να αυξηθεί η ζήτηση για ημιαγωγούς;

Έκτοτε, οι τεχνολογικές μετοχές ανέκαμψαν, με τις ευρωπαϊκές αγορές να σημειώνουν νέα υψηλά, και μια οικονομική θεωρία του 19ου αιώνα βρέθηκε ξαφνικά στο προσκήνιο: το Παράδοξο του Jevons. Ονομάστηκε έτσι από τον Άγγλο οικονομολόγο William Stanley Jevons και υποστηρίζει ότι όταν ένας πόρος γίνεται πιο αποδοτικός στη χρήση του, η ζήτησή του μπορεί να αυξηθεί – αντί να μειωθεί – καθώς το κόστος χρήσης του μειώνεται.

«Δεν το είχα συζητήσει μέχρι τη Δευτέρα (της περασμένης εβδομάδας), και ξαφνικά είναι παντού», δήλωσε στο Reuters η Helen Jewell, επικεφαλής επενδύσεων στη BlackRock Fundamental Equities, EMEA. «Αυτό το παράδοξο αναδεικνύει μια από τις αβεβαιότητες της τρέχουσας περιόδου», πρόσθεσε η Jewell, επισημαίνοντας ότι ένα βασικό ερώτημα για τους επενδυτές ευρωπαϊκών μετοχών είναι το εάν τα κέντρα δεδομένων και οι προμηθευτές τους θα εξακολουθήσουν να έχουν τη ζήτηση που είχαν.

«Ένα από τα μεγάλα ερωτήματα μετά τα νέα της Δευτέρας είναι πόση ενέργεια θα χρειαστεί για την επανάσταση της τεχνητής νοημοσύνης;»

Η μαζική πώληση έπληξε τόσο τις άμεσες όσο και τις έμμεσες επενδύσεις στην AI. Η ολλανδική κατασκευάστρια εξοπλισμού ημιαγωγών ASML και οι ανταγωνιστές της, ASMI και BE Semi είχαν απώλειες 7% και 12% αντίστοιχα, στις 27 Ιανουαρίου, προτού ανακτήσουν τις απώλειες αργότερα μέσα στην εβδομάδα – το ίδιο συνέβη και με τη Siemens Energy, η οποία προμηθεύει εξοπλισμό για υποδομές AI.

«Το Παράδοξο του Jevons ξαναχτυπά!» έγραψε στο X (Twitter) ο CEO της Microsoft, Satya Nadella. «Καθώς η τεχνητή νοημοσύνη γίνεται πιο αποδοτική και προσιτή, η χρήση της θα εκτοξευθεί, μετατρέποντάς τη σε ένα αγαθό που απλώς δεν μπορούμε να χορτάσουμε».

Η νέα «καυτή» ορολογία και η ευκαιρία

Την Παρασκευή, ο Tomasz Godziek, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στο Tech Disruptors fund της J. Safra Sarasin Sustainable Asset Management, δήλωσε επίσης ότι το χαμηλότερο κόστος της AI θα μπορούσε να αποτελεί παράδειγμα του Παράδοξου του Jevons.

«Τελικά, αυτό θα μπορούσε να πυροδοτήσει ένα νέο κύμα επενδύσεων στην AI, δημιουργώντας νέες ευκαιρίες, ιδιαίτερα στον τομέα του λογισμικού και των τεχνολογιών inference», είπε ο Godziek.

Οι διαχειριστές χαρτοφυλακίων της Thematics Asset Management, θυγατρικής της Natixis IM, επικαλέστηκαν το Παράδοξο του Jevons ως έναν από τους λόγους που πιστεύουν ότι η ζήτηση για τσιπ AI θα παραμείνει ισχυρή.

Ο Mark Hawtin, επικεφαλής της Liontrust Global Equities, δήλωσε επίσης ότι η επενδυτική του στρατηγική για την AI ενισχύθηκε από τα γεγονότα της 27ης Ιανουαρίου, κάνοντας αναφορά στο παράδοξο.

«Όλοι έχουν γίνει ειδικοί στο Παράδοξο του Jevons», σχολιάζει ο Kunal Kothari, διαχειριστής χαρτοφυλακίου στην Aviva Investors, ο οποίος διαχειρίζεται ένα βρετανικό fund μετοχικού εισοδήματος ύψους περίπου 2 δισ. λιρών (2,5 δισ. δολάρια).

«Η μείωση του κόστους και η βελτίωση της παραγωγικότητας μέσω της γενετικής AI πιθανότατα θα ωφελήσει εταιρείες στη βρετανική αγορά, καθώς αυτές θα είναι κυρίως καταναλωτές αυτών των τεχνολογιών», πρόσθεσε, επισημαίνοντας εταιρείες δεδομένων και λογισμικού όπως η RELX, η LSEG, η Experian και η Sage ως πιθανούς ωφελούμενους.

Τα data centers στο προσκήνιο

Η ανάγκη για κέντρα δεδομένων και οι τεράστιες ποσότητες ενέργειας που απαιτούνται για τη λειτουργία τους έχουν ήδη τροφοδοτήσει σημαντικές επενδύσεις στην AI στην Ευρώπη, δεδομένου ότι δεν υπάρχουν εγχώριοι ανταγωνιστές απέναντι σε κολοσσούς όπως η Nvidia, της οποίας οι μετοχές έχουν εκτοξευθεί κατά περίπου 200% σε λιγότερο από δύο χρόνια.

«Υπάρχει μια σιωπηρή υπόθεση ότι η υιοθέτηση και η χρήση της AI θα απαιτεί όλο και περισσότερα τσιπ, μεγαλύτερη χωρητικότητα κέντρων δεδομένων και αυξημένη κατανάλωση ενέργειας», δήλωσε ο Kasper Elmgreen, CIO του τομέα ομολόγων και μετοχών στη Nordea Asset Management.

«Αυτό που έκανε το DeepSeek είναι να θέσει υπό αμφισβήτηση το τι απαιτείται από αυτήν την πορεία και τι μπορεί να επιτευχθεί με πολύ καλύτερο λογισμικό».

Οι ρίζες της θεωρίας

Η θεωρία διατυπώθηκε για πρώτη φορά από τον Άγγλο οικονομολόγο William Stanley Jevons στο βιβλίο του The Coal Question το 1865. Ο Jevons παρατήρησε ότι η κατανάλωση άνθρακα στην Αγγλία αυξήθηκε ραγδαία μετά την εισαγωγή της ατμομηχανής Watt από τον James Watt, η οποία βελτίωσε σημαντικά την απόδοση της ατμομηχανής που λειτουργούσε με άνθρακα, σε σύγκριση με τον προηγούμενο σχεδιασμό του Thomas Newcomen.

Οι καινοτομίες του Watt κατέστησαν τον άνθρακα πιο οικονομική πηγή ενέργειας, οδηγώντας σε αυξημένη χρήση της ατμομηχανής σε ένα ευρύ φάσμα βιομηχανιών. Αυτό, με τη σειρά του, αύξησε τη συνολική κατανάλωση άνθρακα, παρόλο που η ποσότητα άνθρακα που απαιτούνταν για κάθε συγκεκριμένη εφαρμογή μειώθηκε.

Ο Jevons υποστήριξε ότι οι βελτιώσεις στην απόδοση καυσίμων τείνουν να αυξάνουν (αντί να μειώνουν) τη χρήση καυσίμων, γράφοντας: «Είναι σύγχυση ιδεών να υποθέτουμε ότι η οικονομική χρήση καυσίμου ισοδυναμεί με μειωμένη κατανάλωση. Η αλήθεια είναι ακριβώς το αντίθετο».

Εκείνη την εποχή, πολλοί στη Βρετανία ανησυχούσαν ότι τα αποθέματα άνθρακα εξαντλούνταν γρήγορα, αλλά ορισμένοι ειδικοί υποστήριζαν ότι η βελτίωση της τεχνολογίας θα μείωνε την κατανάλωση άνθρακα. Ο Jevons διαφώνησε, επισημαίνοντας ότι οι περαιτέρω αυξήσεις στην αποδοτικότητα θα οδηγούσαν, αντιθέτως, σε μεγαλύτερη χρήση άνθρακα. Επομένως, η τεχνολογική πρόοδος θα επιτάχυνε την εξάντληση των αποθεμάτων άνθρακα της Αγγλίας και δεν θα μπορούσε να αποτελέσει λύση στο πρόβλημα.

Παρόλο που ο Jevons επικεντρώθηκε αρχικά στον άνθρακα, η έννοια αυτή επεκτάθηκε έκτοτε και σε άλλους πόρους, όπως η χρήση νερού. Το παράδοξο του Jevons παρατηρείται επίσης στην κοινωνική υδρολογία, μέσα από το λεγόμενο παράδοξο της ασφαλούς ανάπτυξης ή αποθεματικό αποτέλεσμα (reservoir effect), όπου η κατασκευή ενός ταμιευτήρα με σκοπό τη μείωση του κινδύνου λειψυδρίας μπορεί, αντί να μειώσει, να επιδεινώσει αυτόν τον κίνδυνο, καθώς η αυξημένη διαθεσιμότητα νερού οδηγεί σε μεγαλύτερη ανάπτυξη και, κατά συνέπεια, σε αυξημένη κατανάλωση νερού.