Ο Ντόναλντ Τραμπ ανάβει φωτιές στη γεωπολιτική σκηνή, αλλά καίει και τις αγορές. Μετοχές και bitcoin δέχονται ισχυρές πιέσεις, ενώ εμπορεύματα, όπως το πετρέλαιο βλέπουν τις τιμές τους να εκτινάσσονται.
Ο Αμερικανός πρόεδρος δεν κάνει τίποτα περισσότερο από το να υλοποιεί τις προεκλογικές δεσμεύσεις του. Έτσι επέβαλε δασμούς στον Καναδά, το Μεξικό και Κίνα, ενισχύνοτας τους φόβους για αναταράξεις στις αλυσίδες εφοδιασμού πρώτων υλών.
Υπό τις συνθήκες αυτές τα συμβόλαια μελλοντικής εκπλήρωσης του αργού τύπου Brent καταγράφουν αύξηση 78 σεντς, ή 1,03%, στα 76,45 δολάρια το βαρέλι λίγο μετά τις 12, έχοντας νωρίτερα σκαρφαλώσει έως και τα 77,34 δολάρια. Παρόμοια είναι η εικόνα για το ελαφρύ, αμερικανικό αργό (WTI), που άγγιξε έως και τα 75,18 δολάρια.
Οι σαρωτικοί δασμοί του Τραμπ σε προϊόντα από το Μεξικό, τον Καναδά και την Κίνα σηματοδοτούν ουσιαστικά την έναρξη ενός εμπορικού πολέμου, που θα μπορούσε να επηρεάσει την παγκόσμια ανάπτυξη και αναζωπυρώσει τον πληθωρισμό. Το διάταγμα, που θα τεθεί σε ισχύ στις 4 Φεβρουαρίου, περιλαμβάνει δασμό 25% για τα περισσότερα αγαθά από το Μεξικό και τον Καναδά. Δασμός 10% θα επιβληθεί σε εισαγωγές ενέργειας από τον Καναδά και δασμός 10% στις κινεζικές εισαγωγές. Όπως διεμήνυσε ο Αμερικανός πρόεδρος πολύ σύντομα θα ακολουθήσουν και οι δασμοί στις εισαγωγές από Ε.Ε., αφού «οι Ευρωπαίοι δεν αγοράζουν τίποτα από εμάς», όπως υποστήριξε.
«Η σχετικά ήπια στάση για τις καναδικές εισαγωγές ενέργειας σημαίνει ότι η αμερικανική κυβέρνηση προσπαθεί να κάνει προσεχτικά βήματα», έγραψε ο αναλυτής της Barclays, Amarpreet Singh σε ένα σημείωμα. Προειδοποίησε ωστόσο για περαιτέρω αναταράξεις στην αγορά πετρελαίου και υπονόμευση των προσπαθειών του Τραμπ να περιορίσει το ενεργειακό κόστος.
Αναλυτές της Goldman Sachs αναμένουν ότι οι δασμοί θα έχουν βραχυπρόθεσμη επίπτωση στις παγκόσμιες τιμές πετρελαίου και φυσικού αερίου. Ο Καναδάς και το Μεξικό είναι οι κορυφαίες πηγές εισαγωγών αργού για τις ΗΠΑ, καλύπτοντας από κοινού περίπου το ένα τέταρτο των αναγκών των αμερικανικών διυλιστηρίων. Η Rystad Energy επισημαίνει ότι η εξέλιξη θα αποτυπωθεί σίγουρα και στις τιμές της αντλίας για βενζίνη και πετρέλαιο θέρμανσης.
Oι στρατηγικές των αντιποίνων
Η ένταση και η διάρκεια που θα έχει ο αντίκτυπος στις αγορές θα εξαρτηθεί βεβαίως και από το πώς θα απαντήσουν οι χώρες, που βάζει στο στόχαστρο ο Αμερικανός πρόεδρος. Ο Τραμπ εγκαλεί τους εμπορικούς εταίρους ότι θέτουν σε κίνδυνο τα αμερικανικά συμφέροντα. Μετά από δεκαετίες στις οποίες η Αμερική υποστήριζε σε γενικές γραμμές τις ανοιχτές αγορές, οι ενέργειές του φαίνεται να σηματοδοτούν μια νέα εποχή προστατευτισμού.
Ο Καναδάς, η Κίνα και το Μεξικό επιδιώκουν να κερδίσουν χρόνο, να μετριάσουν τη ζημιά, να διατηρήσουν τα περιθώρια αντίδρασής τους και να δημιουργήσουν διόδους αποκλιμάκωσης. Ωστόσο, παρά το γεγονός ότι τους αντιμετωπίζουμε συχνά ως ενιαίο σύνολο και ότι έχουν παρόμοιους στόχους, ακολουθούν διαφορετικές στρατηγικές. Αυτές όπως εξηγεί ο Economist περιλαμβάνουν επιθετική ρητορική, στοχευμένα αντίμετρα και τεχνοκρατικές κινήσεις. Το πώς θα εξελιχθούν αυτές οι τακτικές θα καθορίσει τον βαθμό του οικονομικού και χρηματοπιστωτικού χάους που θα προκύψει, προειδοποιούν ειδικοί.
Ο Καναδάς επιδιώκει να δείξει πυγμή, ενώ ταυτόχρονα δημιουργεί ένα φαινόμενο «κλιμάκωσης» επιβάλλοντας τα αντίμετρά του σε δύο φάσεις. «Δεν το ζητήσαμε αυτό, αλλά δεν θα κάνουμε πίσω στην υπεράσπιση των Καναδών», δήλωσε με αυστηρό ύφος ο πρωθυπουργός Τζάστιν Τριντό. Επικαλέστηκε τους βαθύτατους δεσμούς που ενώνουν τις δύο χώρες. Τα κύρια αντίμετρα που ανακοίνωσε μπορεί να ακούγονται δρακόντεια: ένας αντίστοιχος δασμός 25% σε αμερικανικές εξαγωγές προς τον Καναδά αξίας 155 δισ. καναδικών δολαρίων (106 δισ. δολαρίων ΗΠΑ), ποσό που αντιστοιχεί περίπου στο ένα τρίτο της αξίας των προϊόντων που διακινούνται προς βορρά κάθε χρόνο.
Η πρώτη δέσμη δασμών, ύψους 30 δισ. καναδικών δολαρίων, στοχεύει προϊόντα που είναι εύκολο να θυμάται κανείς, με απλές εφοδιαστικές αλυσίδες και γεωγραφικά συγκεντρωμένη παραγωγή (εσπεριδοειδή, φυστικοβούτυρο, μπέρμπον, μοτοσικλέτες). Η λογική είναι να ελαχιστοποιηθεί ο αντίκτυπος στον Καναδά και να προκληθεί στοχευμένη ζημιά στους Αμερικανούς.
Όμως, ο κ. Τριντό απέφυγε να επιβάλει άμεσα δασμούς σε βασικά βιομηχανικά προϊόντα, όπως τα αυτοκίνητα και τα φορτηγά, που αποτελούν μέρος διασυνοριακών εφοδιαστικών αλυσίδων. Μια τέτοια κίνηση θα μπορούσε να πλήξει περισσότερο τον Καναδά παρά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Αντίθετα, αυτά και άλλα προϊόντα θα καλυφθούν από τη δεύτερη φάση δασμών, ύψους 125 δισ. καναδικών δολαρίων, η οποία έχει καθυστερήσει για τουλάχιστον 21 ημέρες.
Το Μεξικό ακολουθεί διαφορετική προσέγγιση. Η πρόεδρός του, Κλαούντια Σέινμπαουμ, μετά από συνομιλία με τον κ. Τριντό, απέρριψε την κατηγορία του κ. Τραμπ ότι το μεξικανικό κράτος έχει «απαράδεκτη συμμαχία» με τα καρτέλ ναρκωτικών, κατηγορώντας τις Ηνωμένες Πολιτείες ότι διατηρούν τη δική τους συμφωνία μαζί τους για την πώληση όπλων. Δήλωσε ότι η κυβέρνησή της έχει κατασχέσει 20 εκατομμύρια δόσεις φαιντανύλης σε 4 μήνες και ότι έχει δώσει εντολή να εξεταστεί ένα «σχέδιο Β» για την επιβολή αντιποίνων μέσω δασμών.
Πιο ήπια αντίδραση από Κίνα – Τι θα κάνει η Ε.Ε.
Η Κίνα, από την πλευρά της, επέδειξε τη μεγαλύτερη αυτοσυγκράτηση. Αντιμετώπισε νέο δασμό 10%, πέρα από αυτούς που ήδη ισχύουν, ενώ ο κ. Τραμπ απέκλεισε τα κινεζικά προϊόντα από την απαλλαγή «de minimis» που αφορά μικρές αποστολές. Μέχρι στιγμής, η κινεζική κυβέρνηση έχει περιοριστεί στο να δηλώσει ότι θα λάβει «τα απαραίτητα αντίμετρα» και θα προσφύγει στον Παγκόσμιο Οργανισμό Εμπορίου—μια μάλλον κενή απειλή.
Παρά τις διαφορές στις αντιδράσεις τους, ο Καναδάς, το Μεξικό και η Κίνα ακολουθούν κοινή στρατηγική: εκφράζουν λεκτικές ενστάσεις, επιβάλλουν περιορισμένα αντίμετρα, αποφεύγουν ενέργειες που θα μπορούσαν να τους βλάψουν σημαντικά και κρατούν ισχυρότερα μέτρα σε εφεδρεία.
Και πάλι όμως η επιβολή των δασμών αναμένεται να πλήξει περισσότερο τις τρεις αυτές χώρες παρά τις Ηνωμένες Πολιτείες. Οι εκτιμήσεις δείχνουν ότι το μεξικανικό ΑΕΠ μπορεί να μειωθεί κατά 2-4% λόγω των δασμών, ενώ ο Καναδάς ενδέχεται να δει απώλειες 2-3% του ΑΕΠ του και έως 2,4 εκατομμύρια χαμένες θέσεις εργασίας. Η αντίδραση της ΕΕ σε πιθανούς δασμούς αναμένεται επίσης εναγωνίως.