Ολοένα και μεγαλύτερη ορμή λαμβάνει το ξεπούλημα των ομολόγων, τροφοδοτώντας ανησυχίες για τα δημόσια οικονομικά και αυξάνοντας τα βάρη των δανείων για νοικοκυριά και επιχειρήσεις. Μεγάλες ανεπτυγμένες αγορές βρίσκονται στο στόχαστρο, ενώ ελάχιστες είναι οι χώρες που καταφέρνουν να μείνουν αλώβητες.
Στις ΗΠΑ η απόδοση του 10ετους έχει ανέλθει στο 4,799%, τα υψηλότερα επίπεδα των τελευταίων 14 μηνών, καθώς οι επενδυτές επανεκτιμούν τον ρυθμό με τον οποίο η Federal Reserve ενδέχεται να μειώσει τα επιτόκια. Με την αγορά εργασίας να εμφανίζεται εξαιρετικά ανθεκτική και τις πολιτικές Τραμπ να αναμένεται να ωθήσουν εκ νέου προς τα επάνω τον πληθωρισμό, τα περιθώρια χαλάρωσης για την αμερικανική κεντρική τράπεζα είναι περιορισμένα.
Στη Βρετανία την ίδια ώρα οι αποδόσεις των ομολόγων 30ετους διάρκειας έχουν εκτιναχθεί στο υψηλότερο σημείο από το 1998, ενώ η απόδοση του 10ετους κινείται σε επίπεδα, που είχαμε να συναντήσουμε από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση του 2008.
Η Ιαπωνία, η οποία προσπαθεί να ομαλοποιήσει τη νομισματική της πολιτική μετά τον τερματισμό του καθεστώτος αρνητικών επιτοκίων στις αρχές του περασμένου έτους, είδε την απόδοση των 10ετών κρατικών ομολόγων της να αυξάνεται πάνω από 1%. Αν και φαίνεται πολύ χαμηλή σε σύγκριση με τις αποδόσεις αμερικανικών και ευρωπαϊκών ομολόγων, πρόκειται για υψηλό 13 ετών.
Σε ακόμη μία μεγάλη ασιατική οικονομία, την Ινδία, οι αποδόσεις των 10ετών έχουν ανέλθει σε υψηλά δύο μηνών, κοντά στο 6,846%. Οι αποδόσεις των 10ετών κρατικών ομολόγων της Νέας Ζηλανδίας και της Αυστραλίας κινούνται επίσης κοντά στα υψηλά δύο μηνών.
Η μόνη εξαίρεση; Η Κίνα. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου του δράκου της Ασίας διολίσθησε σε ιστορικά χαμηλά επίπεδα πρόσφατα, εν μέσω φόβων για αποπληθωρισμό.
Τι συμβαίνει;
Τα ομόλογα έχουν κλονιστεί από μια σειρά παραγόντων, όπως εξηγούν ειδικοί της αγοράς. Οι επενδυτές αναμένουν τώρα λιγότερες μειώσεις επιτοκίων από τη Fed από ό,τι στο παρελθόν, και απαιτούν να αποζημιωθούν επαρκώς για τον κίνδυνο κατοχής ομολόγων που ωριμάζουν στο μέλλον, καθώς ανησυχούν για μεγάλα ελλείμματα στους κρατικούς προϋπολογισμούς.
Τον περασμένο μήνα, η Federal Reserve προέβλεψε μόλις δύο μειώσεις επιτοκίων μέσα το 2025, έχοντας προηγουμένως υποδείξει διπλάσιες μειώσεις. Μάλιστα τα πρόσφατα στοιχεία για την αύξηση της απασχόλησης καθιστούν ακόμη και τις δύο μειώσεις αμφίβολες για μερίδα αναλυτών. Γιατί αν η οικονομία αναπτύσσεται ταχύτερα του αναμενομένου και οι θέσεις εργασίας αυξάνονται, ενώ ταυτόχρονα αναμένεται ενίσχυση των πληθωριστικών πιέσεων, δεν υπάρχει πραγματικά λόγος για μείωση των επιτοκίων.
Να σημειωθεί πως όταν τα επιτόκια μειώνονται, τείνουν να αυξάνονται οι τιμές των ομολόγων και να μειώνονται οι αποδόσεις τους. Τιμές και αποδόσεις στα ομόλογα κινούνται πάντα σε αντίθετες κατευθύνσεις, με τις δεύτερες να σηματοδοτούν το κόστος δανεισμού κυβερνήσεων και επιχειρήσεων.
Στην Ευρωζώνη είναι η πολιτική κρίση σε συνδυασμό με την αισθητή επιδείνωση των δημοσιονομικών μεγεθών σε μεγάλες οικονομίες, όπως η Γερμανία και η Γαλλία, οι παράγοντες που ωθούν τις εξελίξεις. Έτσι παρά το γεγονός ότι η ΕΚΤ αναμένεται να προβεί σε τέσσερις μειώσεις επιτοκίων φέτος, για να στηρίξει την αναιμική ανάπτυξη, οι τιμές των ομολόγων δέχονται ισχυρές πιέσεις και οι αποδόσεις τους ανεβαίνουν. Η Γαλλία βλέπει το κόστος δανεισμού της να είναι στα ίδια ή και υψηλότερα επίπεδα με εκείνα της Ελλάδας, που όσο σημαντική πρόοδο και εάν έχει παρουσιάσει, εξακολουθεί να είναι το κράτος – μέλος με το υψηλότερο δημόσιο χρέος.
Στη Βρετανία είναι το θολό τοπίο για τις δημοσιονομικές επιπτώσεις των πολιτικών του Κιρ Στάρμερ, σε συνδυασμό με τις επιθέσεις που δέχεται ο πρωθυπουργός από τον Έλον Μασκ, που πυροδοτούν το sell off.
Οι τιμωροί επέστρεψαν
Αν υπάρχει ένα κοινό μήνυμα που στέλνουν οι επενδυτές είναι πως πρέπει τα δημοσιονομικά να μπουν σε τάξη. Βλέποντας τις κυβερνήσεις να ακολουθούν επεκτατικές πολιτικές και τις κεντρικές τράπεζες να χαλαρώνουν, αναλαμβάνουν ουσιαστικά τον ρόλο του «τιμωρού» κάτι που είχαμε να δούμε πολλά χρόνια. Η σημαντική – για εμάς – διαφορά; Ότι η Ελλάδα αυτή τη φορά δεν είναι μεταξύ των οικονομιών, που μπαίνουν στο στόχαστρο.
Στη Γαλλία το έλλειμμα έχει υπερβεί το 6% του ΑΕΠ και – ακόμη και εάν σταθεροποιηθεί η κυβέρνηση και δεν έχουμε νέες πολιτικές εξελίξεις – δεν προβλέπεται να πέσει κάτω από το 5,5% φέτος. Ορισμένοι μάλιστα φοβούνται περαιτέρω διεύρυνσή του. Στις ΗΠΑ τον Δεκέμβριο το έλλειμμα άνοιξε στα 129 δισ. δολάρια – σε μία αύξηση 52% (!) σε σχέση με έναν χρόνο νωρίτερα. Το καθαρό χρέος του δημόσιου τομέα υπερβαίνει το 98% του ΑΕΠ.
Δεν είναι μόνο οι κυβερνήσεις που επηρεάζονται από τις υψηλότερες αποδόσεις των ομολόγων. Το κόστος δανεισμού για πολλές επιχειρήσεις επηρεάζεται από τα κρατικά ομόλογα αφού όσο ανεβαίνουν οι δικές τους αποδόσεις τόσο εντείνονται οι πιέσεις και στα εταιρικά.
Το πραγματικό τεστ για την αγορά πάντως θα έρθει πάντως όταν ο Ντόναλντ Τραμπ αναλάβει και επισήμως καθήκοντα. Το πόσα (και πώς ) θα κάνει πράξη από τα όσα έχει υποσχεθεί – από τους δασμούς έως τους περιορισμούς στη μετανάστευση – θα έχουν καθοριστικό ρόλο στην πορεία της οικονομίας, την πολιτική της Fed και τις αγορές ομολόγων παγκοσμίως.