Όπως συνέβη την προηγούμενη τριετία (2022 – 2024), έτσι και φέτος το Χρηματιστήριο Αθηνών βρίσκεται στο μέσο της «επίσκεψης» του… January Effect, δηλαδή της εποχικής τάσης για άνοδο των μετοχών κατά τον πρώτο μήνα του νέου έτους.
Μέσα στις έξι συνεδριάσεις του 2025, ο Γενικός Δείκτης ήδη κερδίζει +2,3%, έχοντας σκαρφαλώσει άνω των 1.500 μονάδων και έχοντας «καταρρίψει» δύο υψηλά 14ετίας (1.506 μονάδες στις 7/1 και 1.510 μονάδες στις 9/1).
Μάλιστα, η διάθεση για… αγορές αποδεικνύεται τόσο ισχυρή, ώστε οι επενδυτές σχεδόν αγνόησαν την ομολογουμένως ανησυχητική έκθεση της Goldman Sachs για τις Emerging Markets, η οποία θέτει την τιμή – στόχο της Αθήνας στις 1.475 μονάδες σε βάθος 12μήνου (περίπου -2% από τα τρέχοντα επίπεδα), ως απόρροια κυρίως της πρόβλεψης για μείωση της ετήσιας κερδοφορίας των εισηγμένων κατά -4%.
Τα turn-around-stories του Χρηματιστηρίου: Από την κόλαση στον… παράδεισο
Βασικός πυλώνας των «αλκυονίδων ημερών» στη Λεωφόρο Αθηνών αποτελεί ο τραπεζικός κλάδος, ο οποίος δείχνει έτοιμος να «πρωταγωνιστήσει» για ακόμη ένα έτος, αξιοποιώντας τις ελκυστικές αποτιμήσεις, την ανθεκτική κερδοφορία, αλλά και τις υψηλές μερισματικές αποδόσεις.
Μην ξεχνάμε ότι οι επιστροφές προς τους μετόχους αναμένεται να φθάσουν κατά περίπτωση το 50%. Μέσα στο 2025, ο κλάδος διευρύνεται κατά +5,7%, έχοντας επιστρέψει στα υψηλότερα επίπεδα της τελευταίας 9ετίας και έχοντας καταγράψει 5×6 θετικά κλεισίματα.
Όμως, η μεγάλη έκπληξη προέρχεται από τον κλάδο των «μεσαίων». Μπορεί πέρυσι να απογοήτευσε, αλλά φέτος τα πράγματα εξελίσσονται τελείως διαφορετικά, με τον FTSE Mid Cap να διευρύνεται κατά +3,7%, έχοντας υπερ-αποδώσει έναντι τόσο των blue chips, όσο και του Γενικού Δείκτη.
Κι αυτό, αναμφίβολα, αποτελεί ένα πολύ καλό νέο για την αγορά, η οποία βλέπει την ανοδική κίνηση να διαχέεται σ’ όλο το μήκος και το πλάτος του ταμπλό, με αρκετά μεσαία «χαρτιά» να μαγνητίζουν το ενδιαφέρον των traders.
Ο άγνωστος «Χ»
Βέβαια, το κατά πόσο αυτή η ευφορία, η οποία παρατηρείται τις τελευταίες ημέρες, θα συνεχιστεί και το επόμενο χρονικό διάστημα, δεν εξαρτάται εξ ολοκλήρου από τα χέρια της Αθήνας. Μπορεί η ελληνική αγορά να πληροί όλες τις προϋποθέσεις για ένα νέο upgrade (ελκυστικές αποτιμήσεις, σταθερή οικονομική ανάπτυξη, ανθεκτική κερδοφορία, υψηλά μερίσματα), αλλά ο παράγοντας… εξωτερικό εξακολουθεί να προκαλεί πονοκέφαλο.
Σάμι Φάις: Ο άνθρωπος που έφερε τα Nike στην Ελλάδα – Οι ημέρες δόξας, το διάλειμμα και η επάνοδος
«Η υπεροπλία των αγοραστών χαρακτηρίζει τις πρώτες συνεδριάσεις της χρονιάς προϊδεάζοντας για εκπλήρωση του January effect» συμφωνεί ο Δημήτρης Τζάνας της Κύκλος ΑΧΕΠΕΥ, ο οποίος όμως θέτει ως βασική προϋπόθεση τη μη διατάραξη του περιβάλλοντος από εξωγενείς παράγοντες.
Η αβεβαιότητα σε μια σειρά ευρωπαϊκών και διεθνών ζητημάτων, όπως οι δασμοί στο παγκόσμιο εμπόριο, η πορεία των αμερικανικών επιτοκίων και η οικονομική στασιμότητα της Ευρωζώνης, είναι ικανή να βάλει τέλος στη «δίψα» των ξένων για τα ελληνικά assets.
Όπως παρατηρεί και ο πιστοποιημένος αναλυτής, Πέτρος Στεριώτης, «η εν εξελίξει αύξηση των ομολογιακών αποδόσεων, των δασμολογικών πολιτικών και -πιθανώς- της αναζωπύρωσης του ενεργειακού πληθωρισμού μπορούν να “ψαλιδίσουν τα φτερά” της παγκόσμιας διάθεσης για ανάληψη ρίσκου».
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, ενδεχόμενη πρόβλεψη για άμεση προσέγγιση των 1.600 μονάδων, οι οποίες κατά πολλούς αποτελούν έναν από τους βασικούς στόχους του νέου έτους, φαντάζει κάπως παράτολμη, ακόμη κι αν λάβουμε υπόψη την ενθαρρυντική εκκίνηση του Γενικού Δείκτη.
Σύμφωνα με αρκετούς αναλυτές, εξάλλου, η ανάκτηση των 1.500 μονάδων, η οποία μην ξεχνάμε ότι έρχεται έπειτα από ένα εντυπωσιακό ράλι άνω του +80% μέσα στην τελευταία 4ετία, απαιτεί ορισμένες κινήσεις… χώνεψης και αφομοίωσης, προκειμένου να γεμίσουν ξανά οι «μπαταρίες» και να επιχειρηθεί η υπέρβαση αρχικά των 1.550 μονάδων και μετέπειτα των 1.600 μονάδων (αγνοούνται από τον Μάρτιο του 2011).
Σ’ αυτό τον στόχο μπορούν να συμβάλλουν και οι «πλούσιες» επιχειρηματικές εξελίξεις, οι οποίες ήδη αρχίζουν να γίνονται ορατές (περίπτωση ΟΛΘ) ή αναμένονται μέσα στο επόμενο χρονικό διάστημα.
«Εκτιμούμε ότι η άπλετη διαθέσιμη ρευστότητα, η βελτιούμενη ευχέρεια δανεισμού και οι εύρωστοι θεμελιώδεις δείκτες αρκετών εισηγμένων, αυξάνουν τις πιθανότητες υλοποίησης νέων επιχειρηματικών deals, τα οποία θα αναζωογονήσουν τη χρηματιστηριακή ειδησεογραφία και το συναλλακτικό ενδιαφέρον» σημειώνει χαρακτηριστικά ο Πέτρος Στεριώτης.
(Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν συνιστούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής)