Skip to main content

Χρηματιστήριο: Γιατί χωλαίνουν οι μετοχές των τραπεζών

Χρηματιστήριο (EUROKINISSI)

Το +400% από το πανδημικό ναδίρ και το +35% της τελευταίας 5ετίας

Αρκετά μακριά από τις φετινές «κορυφές» εξακολουθεί να βρίσκεται ο τραπεζικός δείκτης στο Χρηματιστήριο Αθηνών, ο οποίος αυτήν την στιγμή δείχνει να αποτελεί την αχίλλειο πτέρνα της αγοράς, μην καταφέρνοντας να προσφέρει τα απαιτούμενα «καύσιμα» για την επιδιωκόμενη σύγκλιση με τα πολυετή υψηλά του Μαΐου.

Άλλωστε, όπως έχει αποδείξει η προϊστορία, η συμμετοχή των τραπεζών συνιστά αναγκαία συνθήκη για κάθε ανοδική κίνηση του Γενικού Δείκτη.

Παρά την επιστροφή στα μερίσματα, τις ελκυστικές αποτιμήσεις (P/E πέριξ του 5x, P/BV κάτω του 0,8x) και τα ισχυρά θεμελιώδη μεγέθη, οι τραπεζικές μετοχές βρίσκονται «εγκλωβισμένες» στα επίπεδα του περασμένου Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου, έχοντας διορθώσει κατά σχεδόν -14% από τα πρόσφατα ρεκόρ των 1.354 μονάδων. Αυτό αποτυπώνεται έντονα στην καμπύλη των αποδόσεων, η οποία παρουσιάζει μια εικόνα παρατεταμένης επιπεδοποίησης.

Γιατί συμβαίνει αυτό; Εύκολες απαντήσεις, φυσικά, δεν υπάρχουν, με τους ανθρώπους της αγοράς να εξηγούν ότι πρόκειται για μια -εν μέρει φυσιολογική- εξέλιξη με πολλαπλές αιτίες.

Τα «γιατί»

Σίγουρα, η πρόθεση των κεντρικών τραπεζών να μειώσουν τα επιτόκια διαδραματίζει καίριο ρόλο, δεδομένης της επικείμενης κάμψης στα έσοδα από τόκους, τα οποία συνιστούν μία από τις βασικές πηγές κερδοφορίας. Έτσι, οι επενδυτές σπεύδουν να αποτιμήσουν το σενάριο της νομισματικής «χαλάρωσης», το οποίο θα επιφέρει μείωση της κερδοφορίας τα επόμενα 1-2 χρόνια, όπως περιγράφεται στις περισσότερες αναλύσεις των ξένων οίκων.

Ταυτόχρονα, υπάρχει και ο παράγοντας… κόπωση. Οι τράπεζες «τρέχουν» ένα ράλι +400% από το ναδίρ της πανδημίας (236 μονάδες τον Οκτώβριο του 2020), ενώ βρίσκονται σχεδόν στο +35% σε σχέση με τον Νοέμβριο του 2019 (πέριξ των 900 μονάδων), δηλαδή λίγο πριν το ξέσπασμα της υγειονομικής κρίσης. Ακόμα και σήμερα, επίσης, ο κλαδικός δείκτης καταγράφει διψήφια άνοδο για το 2024, με τους επενδυτές να εξασφαλίζουν μέχρι στιγμής επιστροφές της τάξης του +12%, οδεύοντας προς το 4ο συνεχόμενο κερδοφόρο χρηματιστηριακό έτος (2021 έως 2024). Κάπως έτσι, αρκετοί επενδυτές επιλέγουν να κατοχυρώσουν τα παραπάνω κέρδη, προεξοφλώντας ότι η περίοδος των μεγάλων αποδόσεων βαίνει σταδιακά προς ολοκλήρωση.

Παράλληλα, ο πρόσφατος κύκλος της αποεπένδυσης του ελληνικού δημοσίου, μέσω των διαδοχικών placements, έχει καλλιεργήσει τις συνθήκες για την εκδήλωση φαινομένων υπερ-προσφοράς, οι οποίες εξακολουθούν να ταλαιπωρούν τις μετοχές των συστημικών τραπεζών.

Επιπλέον, δεν πρέπει να παραβλέπουμε τη στροφή αρκετών ξένων funds προς την Κίνα, κάτι το οποίο στερεί πολύτιμα επενδυτικά κεφάλαια από άλλες αναδυόμενες αγορές, όπως είναι η ελληνική.

Μία ακόμη ερμηνεία, τέλος, έγκειται στα σενάρια περί πιθανής επιβολής έκτακτης φορολογίας από το κράτος στα κέρδη του 2024 (στα πρότυπα των όσων εφαρμόστηκαν στα δύο διυλιστήρια). Μια φημολογία, η οποία πλανάται σαν σκιά εδώ και αρκετές εβδομάδες, παρά τις κατά καιρούς διαψεύσεις.

Κλωστοϋφαντουργία: Από πυλώνας σε… παρία του Χρηματιστηρίου

Αποδόσεις του τραπεζικού δείκτη

• 5ετία +34,8%
• 3ετία +97,6%
• 12μηνο +11,9%
• 2024 +11,7%
• 6μηνο -9,9%
• 3μηνο -7,4%
• 30ήμερο -0,9%

(Τα παραπάνω αποτελούν προϊόν δημοσιογραφικής έρευνας και δεν συνιστούν προτροπή για αγορά, πώληση ή διακράτηση οποιασδήποτε μετοχής)