Υποχώρησε στη σημερινή συνεδρίαση ο Dow Jones, χάνοντας μέρος των μεγάλων κερδών που αποκόμισε τη προηγούμενη εβδομάδα, καθώς οι αποδόσεις των αμερικανικών κρατικών ομολόγων σημείωσαν μεγάλη άνοδο και οι επενδυτές περιμένουν τα νέα εταιρικά αποτελέσματα τρίτου τριμήνου.
Ο S&P 500 υποχώρησε 0,18% κλείνοντας στις 5.853,98 μονάδες, ενώ ο Dow Jones απώλεσε 344,31 μονάδες ή 0,8% της αξίας του, στις 42.931,60 μονάδες. Στον αντίποδα, ο Nasdaq ο οποίος πήγε κόντρα στο ρεύμα και ενισχύθηκε 0,27% κλείνοντας στις 18.540,01 μονάδες.
Οι μετοχές στον κλάδο καταναλωτικών αγαθών ήταν μεταξύ των μεγαλύτερων χαμένων, εν μέσω ανησυχιών για την άνοδο των ομολογιακών αποδόσεων. Οι μετοχές των Target και Builders FirstSource υποχώρησαν 3,8% και 5,2% αντίστοιχα, ενώ η Lennar σημείωσε πτώση 4,4%.
Η απόδοση του αμερικανικού 10ετούς κρατικού ομολόγου αυξήθηκε 12 μονάδες βάσης στο 4,17%.
«Οι ομολογιακές αποδόσεις συνεχίζουν να ανεβαίνουν, που σημαίνει ότι οι επενδυτές σκέφτονται τώρα πως η Fed θα επιβραδύνει τον ρυθμό μείωσης των επιτοκίων, επειδή η οικονομία παραμένει ανθεκτική. Συνεπώς, η Fed ενδεχομένως να δυσκολευθεί περισσότερο να φέρει τον πληθωρισμό στο στόχο του 2% το επόμενο έτος», αναφέρει ο στρατηγικός αναλυτής της CFRA, Σαμ Στόβαλ.
Εν τω μεταξύ συνεχίζονται οι ανακοινώσεις εταιρικών αποτελεσμάτων τρίτου τριμήνου – αυτή την εβδομάδα ανακοινώνουν περίπου το ένα-πέμπτο των εισηγμένων στον S&P 500. Μεταξύ των εταιρειών είναι Tesla, Coca-Cola και GE Aerospace.
Aπό το 14% των επιχειρήσεων του S&P 500 που έχουν ήδη ανακοινώσει αποτελέσματα τρίτου τριμήνου, το 79% έχει παρουσιάσει έσοδα και κέρδη καλύτερα των προσδοκιών, σύμφωνα με στοιχεία της FactSet. Ωστόσο, οι αναλυτές έχουν υποβαθμίσει σημαντικά τις προσδοκίες τους για τα κέρδη τους στο τρίτο τρίμηνο.
«Δεν πιστεύω ωστόσο ότι είμαστε στην αρχή μίας περιόδου ύφεσης εταιρικών κερδών ή κάτι αντίστοιχου, όμως ο πήχης έχει κατέβει», προσθέτει ο Στόβαλ.
Ενώ όμως οι επενδυτές είναι αισιόδοξοι ότι οι μετοχές εξακολουθούν να έχουν περιθώρια ανόδου, τους προβληματίζουν οι υψηλές αποτιμήσεις, ειδικά εν όψει των προεδρικών εκλογών στις ΗΠΑ και εν μέσω γεωπολιτικών κινδύνων, καθώς οι συνθήκες αυτές θα μπορούσαν να φέρουν έντονη μεταβλητότητα.