Των Δημήτριου Αναστασίου, επισκέπτη καθηγητή Τραπεζικής Χρηματοοικονομικής, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Χρήστου Καλλανδράνη, επίκουρου καθηγητή Χρηματοοικονομικής, Πανεπιστήμιο Δυτικής Αττικής, Αντώνη Μπαλλή, επίκουρου καθηγητή Χρηματοοικονομικής, Πανεπιστήμιο Aston Business School
Μια συζήτηση που ίσως δεν έχει λάβει την πρέπουσα προσοχή στον ελληνικό δημόσιο διάλογο είναι το σοβαρό ενδεχόμενο της ψηφιακής έκδοσης του ευρώ από την ΕΚΤ. Ένα ενδεχόμενο που με πάσα βεβαιότητα θα συνταράξει τον συνήθη τρόπο συναλλαγών στην καθημερινότητα μας, αλλά και θα θέσει νέα δεδομένα στη λειτουργία του τραπεζικού συστήματος. Ήδη από τον Νοέμβριο του 2023 βρισκόμαστε βάσει της ΕΚΤ σε μια διετή φάση προετοιμασίας για το ψηφιακό ευρώ, όπου σε αυτή την περίοδο θα ολοκληρωθεί το φάσμα κανονισμών και δοκιμών. Συνεπώς κρίνεται, ότι η εξοικείωση μας με την νέα πραγματικότητα είναι τουλάχιστον επιβεβλημένη. Βεβαίως, πέραν της δικής μας μετάβασης στη νέα πραγματικότητα, θα πρέπει να δούμε και τις επιπτώσεις στο τραπεζικό σύστημα, αφού το ίδιο θα πρέπει να υιοθετήσει τα νέα δεδομένα μιας και είναι ουτοπικό να υποστηρίζουμε ότι η υποδοχή του ψηφιακού νομίσματος θα γίνει χωρίς τη συμβολή των εμπορικών τραπεζών.
Πριν αναφέρουμε τις επιπτώσεις που ενδέχεται να έχει το ψηφιακό ευρώ στο τραπεζικό σύστημα, θα πρέπει να συμβάλλουμε στην εξοικείωση του κοινού και να απαντήσουμε κάποιες βασικές απορίες που λογικά δημιουργούνται. Σε κάθε περίπτωση όμως, ακόμη και αν αναβληθεί ή παραταθεί η είσοδος του ψηφιακού ευρώ, σε κάθε περίπτωση, οι οικονομίες μας έχουν μπει σε μια νέα πραγματικότητα που δύσκολα υπάρχει δρόμος επιστροφής. Οι συνέπειες αυτής της μετάβασης θα κριθούν εφόσον αντιληφθούμε πρώτα για το τι είναι αυτό που συζητάμε. Σκοπός μας λοιπόν είναι να ρίξουμε φως σε αυτή τη νέα πραγματικότητα και σε δεύτερο χρόνο να είμαστε σε θέση να ασκήσουμε ή όχι κριτική.
Τι είναι το ψηφιακό ευρώ;
Το ψηφιακό ευρώ (Digital Euro) αντιπροσωπεύει μια ψηφιακή μορφή του φυσικού νομίσματος που χρησιμοποιείται από όλους, σχεδιασμένη να αποτελεί μια συμπληρωματική μορφή πληρωμής παρά μια αντικατάσταση, εφόσον ο σχεδιασμός της εξελιχθεί και φτάσει στο στάδιο της υλοποίησης, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ). Αποτελεί στην ουσία μια «Τρίτη» μορφή χρήματος που συνυπάρχει με τα μετρητά και τις ηλεκτρονικές καταθέσεις, προσφέροντας πρόσθετες λειτουργίες όπως δυνατότητα προγραμματισμού και ιχνηλασιμότητα. Είναι πλήρως ανταλλάξιμη σε ποσοστό 1:1 με τα μετρητά και τα αποθέματα της κεντρικής τράπεζας. Σημειώνεται δε ότι η ύπαρξη του ψηφιακού ευρώ δεν θα μεταβάλει το μέγεθος του ισολογισμού της ΕΚΤ, άρα και την ποσότητα του χρήματος, και οι τράπεζες θα συνεχίσουν τον ρόλο του ενδιάμεσου, όπως γίνεται μέχρι σήμερα διεκδικώντας επιπλέον τον ρόλο του χρήστη.
Πώς θα λειτουργήσει;
Οι πολίτες και οι επιχειρήσεις θα έχουν τη δυνατότητα να «φορτίζουν» τα ψηφιακά τους «πορτοφόλια» (wallets) με ψηφιακά ευρώ μέσω μεταφοράς από τον τραπεζικό τους λογαριασμό και, αν επιθυμούν, να το χρησιμοποιούν για ηλεκτρονικές συναλλαγές, πληρωμές και αγορές, ενδεχομένως με περιορισμό χρήσης ανά χρήστη σε μια πρώτη φάση. Σημαντική λεπτομέρεια αποτελεί εδώ, πως θα μπορεί κανείς το φορτίζει το ψηφιακό αυτό πορτοφόλι χωρίς να χρειάζεται να έχει σύνδεση στο ίντερνετ, κάτι το οποίο αναμένεται να βοηθήσει περαιτέρω στην λεγόμενη χρηματοοικονομική ενσωμάτωση, καθότι ακόμα και άτομα που είναι μεγαλύτερης ηλικίας και δεν έχουν γνώση χρήσης ίντερνετ θα μπορούν να το χρησιμοποιούν.
Γιατί χρειάζεται το ψηφιακό ευρώ;
Τα βασικά επιχειρήματα της ΕΚΤ περιλαμβάνουν:
Ακεραιότητα: Αυτό βασίζεται σε μεγάλο βαθμό στην άποψη ότι, σε περίπτωση εξαφάνισης των μετρητών, οι πολίτες θα πρέπει να έχουν πρόσβαση σε χρήματα της κεντρικής τράπεζας, κατόπιν ζήτησης.
Ανθεκτικότητα: Θεωρείται ως απάντηση στην απειλή των εναλλακτικών μέσων πληρωμής.
Ενσωμάτωση: Το ψηφιακό ευρώ θα βοηθήσει στη δημιουργία ενός πανευρωπαϊκού πλαισίου πληρωμών.
Διαφοροποίηση: Θα αποτελέσει μέρος εναλλακτικών συστημάτων πληρωμών.
Εμπιστοσύνη: Το ψηφιακό ευρώ είναι απαραίτητο για τη διασφάλιση της εμπιστοσύνης στο χρηματοπιστωτικό σύστημα.
Ποια είναι η τεχνολογία πίσω από το Digital Euro;
Το Digital Euro λειτουργεί με τεχνολογία κατανεμημένου λογιστικού, γνωστή ως Blockchain. Αυτή η τεχνολογία εξασφαλίζει διαφάνεια, σταθερότητα και ασφάλεια στις συναλλαγές που πραγματοποιούνται με τη χρήση του ψηφιακού ευρώ.
Πώς διατηρείται η ιδιωτικότητα στις συναλλαγές του Digital Euro;
Ενώ οι συναλλαγές καταγράφονται στο Blockchain, η ταυτότητα των εμπλεκομένων παραμένει εμπιστευτική, εξασφαλίζοντας στους χρήστες την άνεση των ψηφιακών πληρωμών χωρίς να θίγεται η ιδιωτικότητά τους. Η ΕΚΤ θα προστατεύει μόνο τα μεταδεδομένα και δεν θα έχει πρόσβαση στα δεδομένα συναλλαγών. Συνεπώς, οι ενδιάμεσοι θα βλέπουν μόνο τις πληροφορίες χρήστη που απαιτούνται για τη συμμόρφωση με τους ισχύοντες κανονισμούς που σχετίζονται με παράνομες ενέργειες, όπως το οργανωμένο έγκλημα. Ο στόχος είναι να γίνει το ψηφιακό ευρώ το πιο ιδιωτικό ψηφιακό νόμισμα. Ποιος θα είναι ο ρόλος του Digital Euro;
Το Digital Euro έχει ως στόχο να συμπληρώνει μετρητά και καταθέσεις, να υποστηρίξει την καινοτομία και την ψηφιοποίηση της οικονομίας της ΕΕ, να προλαμβάνει τους κινδύνους από μη ρυθμιζόμενες λύσεις πληρωμών, και να ενισχύσει τον διεθνή ρόλο του ευρώ και τη στρατηγική αυτονομία της ΕΕ, προσφέροντας ένα πιο ανθεκτικό και ποικίλο τοπίο πληρωμών.
Πώς διαφέρει από το ιδιωτικό χρήμα;
Η χρηματοδότηση της κεντρικής τράπεζας, όπως το ψηφιακό ευρώ, εκδίδεται από τις κεντρικές τράπεζες και αντιπροσωπεύει τη νομισματική κυριαρχία μιας χώρας ή μιας ένωσης κρατών, ενώ το ιδιωτικό χρήμα δημιουργείται από τις εμπορικές τράπεζες και περιλαμβάνει τις καταθέσεις πελατών και τα δάνεια που χορηγούνται από αυτές.
Η εισαγωγή του ψηφιακού ευρώ φαίνεται να φέρνει μια νέα εποχή στο χώρο της χρηματοπιστωτικής τεχνολογίας, ωστόσο, διάφοροι δυνητικοί κίνδυνοι και επιπτώσεις αναδύονται για τις τράπεζες. Στο πλαίσιο αυτό, εξετάζουμε τρεις βασικές κατηγορίες κινδύνων που προκύπτουν από την εφαρμογή του ψηφιακού νομίσματος.
1. Συμπίεση Περιθωρίου Επιτοκίου:
Η πίεση στα επιτόκια αποτελεί έναν σημαντικό παράγοντα που μπορεί να επηρεάσει σημαντικά τα οικονομικά των τραπεζών. Η δυνητική συμπίεση των περιθωρίων οφείλεται στον ανταγωνισμό που μπορεί να δημιουργηθεί με το ψηφιακό ευρώ. Δεδομένου των σημαντικά χαμηλότερων επιτοκίων καταθέσεων σε σχέση των αντιστοίχων των δανείων, η εφαρμογή του Digital Euro ίσως επηρεάσει τα καθαρά έσοδα από τόκους των τραπεζών, καθώς αναμένεται να αυξήσουν σημαντικά τα επιτόκια καταθέσεων λόγω ύπαρξης ανταγωνισμού. Έτσι, οι τράπεζες θα πρέπει να αντιμετωπίσουν προκλήσεις στη διατήρηση της παραδοσιακής κερδοφορίας βάσει τόκων.
2. Κόστος Εφαρμογής Τεχνολογίας:
Η μετάβαση στο ψηφιακό ευρώ συνεπάγεται σημαντικό αρχικό κόστος επένδυσης, καθώς οι τράπεζες θα πρέπει να προβούν σε επενδύσεις σε τεχνολογία και υποδομές που να υποστηρίζουν αυτό το εγχείρημα. Το κόστος αυτό μπορεί να έχει βραχυπρόθεσμες επιπτώσεις στην κερδοφορία τους, καθώς η εφαρμογή της νέας τεχνολογίας απαιτεί σημαντικούς πόρους. Η ανάγκη για προσεκτική διαχείριση κόστους κατά τη διάρκεια της μετάβασης είναι κρίσιμη για την αποτροπή αρνητικών επιπτώσεων στην οικονομική τους επίδοση.
3. Κίνδυνος Αποδιαμεσολάβησης:
Η εμφάνιση του ψηφιακού ευρώ μπορεί να μειώσει την εξάρτηση από τις παραδοσιακές τραπεζικές υπηρεσίες. Οι καταναλωτές θα έχουν τη δυνατότητα άμεσης κατοχής και συναλλαγής σε ψηφιακά νομίσματα, αποτελώντας απειλή για τα παραδοσιακά τραπεζικά μοντέλα και τις ροές εσόδων. Αντιμέτωπες με τον κίνδυνο αυτό, οι τράπεζες θα πρέπει να εξελίξουν καινοτόμες στρατηγικές ανακαλύπτοντας νέα επιχειρηματικά μοντέλα για να διατηρήσουν την ανταγωνιστικότητά, δημιουργώντας νέες υπηρεσίες προστιθέμενης αξίας για τους πελάτες τους.
Ανήσυχοι ψίθυροι από τις ελληνικές τράπεζες
Στους κύκλους των ελληνικών τραπεζών συζητείται έντονα το εγχείρημα της υλοποίησης του ψηφιακού ευρώ, αντιμετωπίζοντάς το με επιφυλακτικότητα, με τον βασικότερο λόγο να αποτελεί την ενδεχομένη επίδραση στην καταθετική τους βάση. Στην Ελλάδα, αν και είναι δύσκολο να υπολογιστεί με ακρίβεια, εκτιμάται πως το μέσο ποσό κατάθεσης ανά καταθέτη ανέρχεται στα 4.000 ευρώ περίπου, σημαντικά χαμηλότερο έναντι του αντιστοίχου μέσου στην ευρωζώνη (σχεδόν τετραπλάσιο). Το ακόμα πιο ανησυχητικό είναι πως το μεγαλύτερο μέρος των καταθέσεων είναι ταμιευτηρίου (καταθέσεις μιας ημέρας) με σχεδόν μηδενικό επιτόκιο, ακόμη και μετά την συνεχόμενη και σημαντική αύξηση των επιτοκίων από την ΕΚΤ. Το ποσό αυτό δεν διαφέρει σημαντικά από το φημολογούμενο προς ώρας μέγιστό πόσο μεταφοράς στο ψηφιακό πορτοφόλι.
Κάτω από αυτές τις συνθήκες, υπάρχει ο κίνδυνος να επηρεαστεί ασύμμετρα περισσότερο το ελληνικό τραπεζικό σύστημα σε σχέση με εκείνο της Ευρωζώνης με την εισαγωγή του ψηφιακού ευρώ μιας και το σύνολο της μέσης κατάθεσης μπορεί να μεταφερθεί στο ψηφιακό πορτοφόλι αποστραγγίζοντας το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Αυτό διότι θα μπορούσε να μετακινηθεί, αν όχι το μεγαλύτερο, σίγουρα ένα σημαντικό μερίδιο των καταθέσεων των ελληνικών τραπεζών εκτός του εγχώριου τραπεζικού συστήματος προς την ΕΚΤ.
Επιπροσθέτως, υπάρχει ανησυχία για τον αρνητικό αντίκτυπο που θα έχει το ψηφιακό ευρώ στις προσπάθειες των τραπεζών να αυξήσουν τα έσοδα από προμήθειες. Για παράδειγμα, οι υψηλές προμήθειες για τη μεταφορά κεφαλαίων από μια τράπεζα σε άλλη μπορεί να χάσουν τη σημασία τους, εάν οι καταναλωτές μπορούν να μεταφέρουν έως 3.000 ή 4.000 ψηφιακά ευρώ χωρίς επιβάρυνση από τον έναν λογαριασμό στον άλλον ή να πληρώσουν τέλη, λογαριασμούς και οφειλές με μηδενικές προμήθειες.
Πέραν των παραπάνω, η υλοποίηση του ψηφιακού ευρώ συνιστά και μια αξιόλογη ευκαιρία για τις τράπεζες, προσφέροντας σημαντικά οφέλη που θα διαμορφώσουν το μέλλον του χρηματοπιστωτικού τομέα. Σε κάθε περίπτωση η ενδεχόμενη έλευση του ψηφιακού ευρώ θέτει ίσως νωρίτερα για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα το ερώτημα του εξ ορθολογισμού των προμηθειών των εμπορικών τραπεζών.
1. Λειτουργική Αποδοτικότητα:
Η εισαγωγή του ψηφιακού ευρώ θα δημιουργήσει βελτιωμένες διαδικασίες πληρωμής και θα μειώσει το κόστος συναλλαγών. Οι ταχύτερες και αποτελεσματικότερες διασυνοριακές συναλλαγές θα συμβάλλουν στη βελτίωση της λειτουργικής αποδοτικότητας, η οποία μπορεί να οδηγήσει σε πιθανή εξοικονόμηση κόστους.
2. Χρηματοοικονομική Ένταξη:
Με την υλοποίηση του ψηφιακού ευρώ, προσφέρεται βελτιωμένη προσβασιμότητα σε τραπεζικές υπηρεσίες για όσους δεν έχουν πρόσβαση (υπολογίζεται περίπου στο 6% στην Ευρωζώνη). Αυτή η κίνηση ενισχύει τη χρηματοοικονομική ένταξη, προσφέροντας σε περισσότερους ανθρώπους τη δυνατότητα να αξιοποιήσουν τις τραπεζικές υπηρεσίες.
3. Καινοτομία και Ροές Εσόδων:
Για τις τράπεζες, το ψηφιακό ευρώ δημιουργεί νέες ευκαιρίες καινοτομίας στον χώρο των ψηφιακών υπηρεσιών. Επιπλέον, προσφέρει τη δυνατότητα για νέες ροές εσόδων μέσω ψηφιακών χρηματοπιστωτικών προϊόντων, επέκτασης των εσόδων από τέλη μέσω αυξημένων ψηφιακών συναλλαγών και κατανάλωσης.
4. Παγκόσμια Ανταγωνιστικότητα:
Η υιοθέτηση του ψηφιακού ευρώ ενισχύει την ανταγωνιστικότητα των ελληνικών τραπεζών στο παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό τοπίο αφού τους επιτρέπει να λειτουργούν σε ένα γεωγραφικό όριο μεγαλύτερο του στενού εγχώριου πλαισίου. Αναδεικνύει τις ευρωπαϊκές/ελληνικές τράπεζες ως ηγέτες στην υιοθέτηση ψηφιακών νομισμάτων, προσελκύοντας διεθνείς επιχειρήσεις που αναζητούν προηγμένες χρηματοοικονομικές υπηρεσίες.
Συνοψίζοντας, από τη μία ο ενδεχόμενος αντίκτυπος που ίσως προκαλέσει θα είναι διπλός για το εγχώριο τραπεζικό σύστημα. Λόγω των σχεδόν μηδενικών επιτοκίων που υπάρχουν στις καταθέσεις μιας ημέρας, και του κόστους προμηθειών το οποίο εξαλείφεται με την μεταφορά των καταθέσεων στην ΕΚΤ, μπορεί να οδηγήσει τόσο σε εκροή καταθέσεων όσο και σε συμπίεση της κερδοφορίας τους από την μη-πληρωμή προμηθειών τόσο για διατραπεζικές συναλλαγές όσο και για πληρωμές λογαριασμών. Από την άλλη, με το ψηφιακό ευρώ, οι Ελληνικές τράπεζες ανοίγουν τον δρόμο για μια νέα εποχή οικονομικής καινοτομίας, προωθώντας την ανάπτυξη και ενδυναμώνοντας τη θέση τους στον παγκόσμιο χρηματοπιστωτικό χώρο. Το τελευταίο δεν αποτελεί επιλογή, αλλά αναγκαιότητα στο σύγχρονο περιβάλλον.