Μπορεί μία οικονομική ένωση να μην εκδίδει κοινό χρέος; Το ερώτημα αυτό έχει τεθεί επανειλημμένα στην Ε.Ε., με τη Γερμανία και τους δορυφόρους της να αντιστέκονται σθεναρά, τονίζοντας ότι δεν θέλουν να μοιραστούν τους κινδύνους των υπερχρεωμένων κρατών και «κακών μαθητών». Ωστόσο ένα πρώτο βήμα έγινε στο πλαίσιο των έκτακτων μέτρων που προωθήθηκαν για την αντιμετώπιση των οικονομικών επιπτώσεων της πανδημίας το 2020 και σήμερα, με μία νέα κρίση να είναι σε εξέλιξη και τη σύνθεση «καλών» και «κακών» παιδιών να έχει αλλάξει, τα κοινά ευρωομόλογα έρχονται και πάλι στο προσκήνιο.
Η Ε.Ε. έχει στην αυλή της έναν μεγάλο πόλεμο να μαίνεται, ο οποίος πυροδότησε μία ενεργειακή κρίση, που εξελίχθηκε σε κρίση κόστους ζωής και λύγισε περισσότερο ίσως από κάθε άλλο μέλος… τη Γερμανία. Είναι ένας πόλεμος που δοκιμάζει την ευρωπαϊκή οικονομία και βγάζει ως μεγάλο κερδισμένο… τις ΗΠΑ, αφού τα ευρωπαϊκά κράτη αυξάνουν τις αγορές αμερικανικών μαχητικών και αμερικανικού LNG. (Διαβάστε εδώ περισσότερα για το πώς η αμερικανική οικονομία ωφελείται από τον πόλεμο).
Ο πόλεμος στην Ουκρανία, ωστόσο, δεν έχει μόνο οικoνομικές συνέπειες. Πυροδοτεί και φόβους για την ίδια την ασφάλεια της Ένωσης όσο και εάν ο Πούτιν τονίζει πως δεν σχεδιάζει εισβολή σε κανένα μέλος του ΝΑΤΟ. Σκανδιναβία και Βαλτική ανησυχούν περισσότερο από όλους και θέλουν να δουν την άμυνα της κοινότητας να ενισχύεται.
Κοινή έκδοση χρέους για την άμυνα;
Στο πλαίσιο αυτό η Εσθονή πρωθυπουργός, Κάγια Κάλας, πρότεινε χθες την έκδοση κοινών ευρωομολόγων αξίας 100 δισ. ευρώ, που θα κατευθυνθούν στην αμυντική βιομηχανία της Ε.Ε. «Είμαστε σε ένα σημείο που χρειάζεται να επενδύσουμε περισσότερα και να εξετάσουμε τι μπορούμε να κάνουμε μαζί, γιατί τα ομόλογα που εκδίδονται από κάθε χώρα ξεχωριστά είναι πολύ μικρά για να αποδώσουν. Τα ευρωομόλογα θα είχαν πολύ ισχυρότερο αντίκτυπο» σημείωσε σε συνέντευξή της στο Bloomberg.
Την ιδέα των κοινών ευρωομολόγων με στόχο την ενίσχυση των αμυντικών ικανοτήτων της Ε.Ε. στηρίζουν επίσης τόσο ο Γάλλος πρόεδρος, Εμανουέλ Μακρόν όσο και ο πρόεδρος του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου, Σαρλ Μισέλ. Η ανεύρεση νέων πόρων για τη στήριξη της Ουκρανίας στο πολεμικό μέτωπο, αλλά και την ευρύτερη θωράκιση έναντι πιθανών απειλών από τη Ρωσία ήταν ένα ζήτημα που κυριάρχησε στη Διάσκεψη του Μονάχου, με πολλούς να επισημαίνουν ότι η Ευρώπη δεν μπορεί πια να ποντάρει στις ΗΠΑ. Η επίμονη άρνηση του Κογκρέσου να εγκρίνει το ουκρανικό πακέτο βοήθειας, αλλά και οι πρόσφατες δηλώσεις του Ντόναλντ Τραμπ (που θα μπορούσε να επιστρέψει στον Λευκό Οίκο μετά τις προεδρικές εκλογές του Νοεμβρίου) προκαλούν έντονο εκνευρισμό και κινητοποίηση των Ευρωπαίων.
Το ιστορικό των ευρωομολόγων και ο Τραμπ
Για πολλά χρόνια, τα κράτη της ΕΕ που ήταν παραδοσιακά πιο συντηρητικά σχετικά με τον τρόπο με τον οποίο ξοδεύουν τα χρήματά τους δεν ήθελαν τις κοινές εκδόσεις χρέους. Ωστόσο, το 2020, τα 27 μέλη αποφάσισαν ότι ο καλύτερος τρόπος για να αντιμετωπίσουν τις οικονομικές και έκτακτες επιπτώσεις της πανδημίας Covid-19 ήταν να τολμήσουν αυτό το βήμα προς τη δημοσιονομική ένωση.
Τώρα σχεδόν τέσσερα χρόνια αργότερα, ορισμένοι αξιωματούχοι της ΕΕ λένε ότι αυτό που έγινε κατά τη διάρκεια της πανδημίας είναι το σχέδιο που πρέπει να ακολουθηθεί για να χρηματοδοτηθούν τα νέα αμυντικά τους σχέδια. Άλλοι όμως διαφωνούν.
«Αυτή δεν είναι η μαγική λύση, αλλά θα μπορούσε να βοηθήσει πραγματικά να επιταχύνουμε και να επεκτείνουμε τη βιομηχανική μας ικανότητα. Και αυτό είναι πραγματικά αυτό που διακυβεύεται σήμερα», είπε ο Αλεξάντερ ντε Κρό, πρωθυπουργός του Βελγίου, στο CNBC την Παρασκευή στο περιθώριο της Διάσκεψης για την Ασφάλεια του Μονάχου, σχετικά με το τι θα μπορούσε να σημαίνει η αύξηση του νέου χρέους για τα αμυντικά σχέδια της Ευρώπης.
Αλλά ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας, Κρίστιαν Λίντνερ, ήταν κατηγορηματικά αντίθετος: «Οι Βρυξέλλες, είναι ένα μέρος όπου όλοι ψάχνουν για προβλήματα και καταλήγουν στην ίδια λύση πάντα, αμοιβαιοποίηση του χρέους» σχολίασε αρνητικά. Ο Λίντνερ αντιπρότεινε η ΕΕ να αναπτύξει μια ενιαία αγορά για αμυντικά προϊόντα, καθώς και να προωθήσει την κοινή προμήθεια στρατιωτικών αγαθών. Ολλανδοί αξιωματούχοι ήταν επίσης σαφείς στο ότι δεν θα υποστήριζαν έκδοση κοινωνικών ευρωομολόγων για αμυντικές δαπάνες.
Την πίεση ωστόσο εντείνουν οι δηλώσεις του πρώην πρόεδρος των ΗΠΑ, που διεμήνυσε ότι θα ενθάρρυνε τη Ρωσία να εισβάλει σε μέλη του ΝΑΤΟ, που «δεν πληρώνουν τον λογαριασμό», που δεν τηρούν δηλαδή το 2% του ΑΕΠ στις αμυντικές δαπάνες. Πολλές ευρωπαϊκές χώρες του ΝΑΤΟ έχουν χάσει αυτόν τον στόχο δαπανών για πολλά χρόνια, επικαλούμενες οικονομικές κρίσεις και ιστορικούς λόγους. Δανοί αξιωματούχοι έχουν προειδοποιήσει ότι η Ρωσία θα μπορούσε να επιτεθεί σε χώρα του ΝΑΤΟ σε τρία έως πέντε χρόνια. Οι Γερμανοί αξιωματούχοι έχουν παρουσιάσει ένα παρόμοιο χρονοδιάγραμμα κινδύνου. Αν πουν όχι στα ευρωομόλογα θα πρέπει να πουν ποια είναι η λύση.