Μπορεί ο Γενικός Δείκτης στο Χρηματιστήριο Αθηνών να προσφέρει μια μέση απόδοση άνω του +4,5%, αλλά υπάρχουν ορισμένες μετοχές, οι οποίες όχι μόνο αδυνατούν να ακολουθήσουν τον υψηλό αγοραστικό ρυθμό, αλλά τις τελευταίες εβδομάδες καταγράφουν σημαντική πτώση.
Πρόκειται για εισηγμένες, κατά κύριο λόγο της μικρής κεφαλαιοποίησης, οι οποίες βρίσκονται σταθερά στο «κόκκινο» τις τελευταίες 30 συνεδριάσεις, διαγράφοντας μια έντονα πτωτική πορεία. Η κάθε μία, φυσικά, για τον δικό της ξεχωριστό λόγο.
Ωστόσο, μην ξεχνάμε ότι επειδή πρόκειται για μετοχές με συνήθως μικρό ημερήσιο τζίρο συναλλαγών (επομένως το πρόσημο μπορεί να καθοριστεί από λίγους και μόνο πωλητές) αυτή η αρνητική εικόνα είναι εύκολο να ανατραπεί. Αρκεί βέβαια, οι αγοραστές να πειστούν για το story τους.
Στην «κορυφή» των απωλειών, λοιπόν, συναντάμε τη ΒΙΟΤΕΡ, η οποία -ευρισκόμενη σε Καθεστώς Επιτήρησης- χάνει τουλάχιστον 15% στις τελευταίες 30 συνεδριάσεις, κατρακυλώντας μόλις στο 0,20 ευρώ. Από κοντά ακολουθεί και η Trastor, η οποία υποχωρεί κατά 12%, εν όψει της σημερινής εισαγωγής των νέων μετοχών που προέκυψαν από την ΑΜΚ των 75 εκατ. ευρώ.
Η ΛΑΝΑΚΑΜ, από την πλευρά της, περιορίζεται κατά 10% στο τελευταίο 30ήμερο, απέχοντας παρασάγγας από τα υψηλά του 1,7 ευρώ, τα οποία είχαν σημειωθεί το 2021. Απώλειες κατά 8% εμφανίζει, επίσης, η ΕΛΤΟΝ, η οποία «πέφτει» κάτω του ψυχολογικού ορίου των 2 ευρώ για πρώτη φορά από τον Νοέμβριο του 2023.
Η Interwood συνιστά ακόμη μία εισηγμένη, η οποία βρίσκεται στο «κόκκινο», εμφανίζοντας απώλειες της τάξης του 8%, ενώ στα ίδια επίπεδα καθορίζεται και η κάμψη για τη μετοχή της MIG, για την οποία όμως η Τράπεζα Πειραιώς φαίνεται ότι ετοιμάζει ένα νέο επενδυτικό αφήγημα. Από εκεί και πέρα, με επίδοση -7,5% κινείται στο τελευταίο 30ήμερο η μετοχή της Attica Group, με τις μετοχές των Κυριακούλης και Ακρίτα να έπονται στο -7%.
Η μετοχή του ΑΒΑΞ, τέλος, αποτελεί τη μοναδική «εκπρόσωπο» από τον κλάδο της μεσαίας και υψηλής κεφαλαιοποίησης, έχοντας σωρευτικές απώλειες 5% στο 30ήμερο. Αυτό έχει φέρει τη χρηματιστηριακή αξία της εισηγμένης σε επίπεδα μικρότερα των 250 εκατ. ευρώ. Ωστόσο, η συνολική μεταβολή από τις αρχές του 2023 εξακολουθεί να είναι ευμεγέθης, καθώς αγγίζει το +80%, γεγονός το οποίο δικαιολογεί την εν εξελίξει διόρθωση από τα πρόσφατα υψηλά 10ετίας του 1,8 ευρώ.