Μια εμφανώς καλύτερη εικόνα σε σχέση με το εξωτερικό παρουσιάζει το Χρηματιστήριο Αθηνών στις πρώτες συνεδριάσεις του 2024, με τους επενδυτές να αποτυπώνουν στο ταμπλό τις υψηλές προσδοκίες τόσο για την ελληνική οικονομία, όσο και για τις ελληνικές μετοχές.
Κόντρα στη διεθνή πτώση, λοιπόν, ο Γενικός Δείκτης «μετράει» άνοδο 1,4% από τις αρχές του νέου έτους, έχοντας σκαρφαλώσει στις 1.311 μονάδες και το υψηλότερο επίπεδο από τον Αύγουστο του 2023. Αυτό σημαίνει ότι η απόσταση από το υψηλό 10ετίας των 1.345 μονάδες είναι πλέον μικρότερη του 3%.
Αναμφίβολα, αν εξαιρέσουμε τις προκλήσεις στο εξωτερικό, το κλίμα στην ελληνική κεφαλαιαγορά είναι κάτι παραπάνω από ευοίωνο, με τους αναλυτές να περιμένουν μια σειρά κρίσιμων εξελίξεων, οι οποίες μπορούν να δρομολογήσουν μια περαιτέρω ανοδική κίνηση προς τον μεγάλο στόχο των 1.500 μονάδων.
Ωστόσο, για να φθάσουμε μέχρι εκεί, θα πρέπει να κυλήσει αρκετό… νερό ακόμα, δεδομένου ότι μέσα στις επόμενες εβδομάδες ακολουθεί ένα αρκετά «βαρύ» πρόγραμμα για τη Λεωφόρο Αθηνών, το οποίο θα κρίνει πολλά για το τελικό πρόσημο του 2024.
Ο στόχος των 885 εκατ. ευρώ
Για αρχή, μέσα στην τρέχουσα εβδομάδα ενδεχομένως θα έχουμε την έγκριση του ενημερωτικού δελτίου για το πρώτο ομόλογο της χρονιάς, το οποίο θα εκδοθεί από την Autohellas, με στόχο την άντληση έως και 200 εκατ. ευρώ. Προς τα τέλη του Ιανουαρίου θα ακολουθήσει και η Intralot, η οποία στοχεύει να «σηκώσει» έως 130 εκατ. ευρώ. Σύνολο 330 εκατ. ευρώ.
Λίγες ημέρες μετέπειτα αναμένεται η Αρχική Δημόσια Προσφορά από το αεροδρόμιο «Ελ. Βενιζέλος». Η διοίκηση θα διαθέσει το 30% του μετοχικού κεφαλαίου, εκ του οποίου το 18,5% θα καλυφθεί από την αγορά (υπολογίζεται ένα ποσό 555 εκατ. ευρώ, εφόσον η κεφαλαιοποίηση της εταιρείας φθάσει τα 3 δισ. ευρώ) και το υπόλοιπο 12,5% από ιδιωτική τοποθέτηση (Καναδοί και Όμιλος Κοπελούζου).
Με άλλα λόγια; Μέσα στις πρώτες εβδομάδες του νέου έτους, η αγορά θα πρέπει να βρει ένα ποσό σχεδόν 900 εκατ. ευρώ, προκειμένου να καλύψει τις προσφορές για τα δύο εταιρικά ομόλογα αλλά και για την IPO του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών.
Μην ξεχνάμε δε, ότι στα τέλη Φεβρουαρίου – αρχές Μαρτίου θα ακολουθήσει και η αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας στην Πειραιώς, η οποία μπορεί να ξεπεράσει σε αξία το 1 δισ. ευρώ. Η επιτυχία της διάθεσης του 27% των μετοχών θεωρείται κρίσιμο μέγεθος για τη μετέπειτα πορεία της αγοράς, όπως κατέδειξε και το πρόσφατο (θετικό) παράδειγμα της Εθνικής Τράπεζας.
Λαμβάνοντας υπόψη τις παραπάνω ανάγκες -και σε συνδυασμό με τη νωθρότητα των διεθνών αγορών, το «τσίμπημα» του πληθωρισμού, την αβεβαιότητα γύρω από το χρονοδιάγραμμα μείωσης των επιτοκίων και τις γεωπολιτικές προκλήσεις- προκύπτει η εκτίμηση ότι μια ανοδική διαφυγή του Γ.Δ. δεν είναι προς ώρας εφικτή. Άλλωστε, μέχρι να ολοκληρωθούν οι διαδικασίες άντλησης των απαιτούμενων κεφαλαίων, αναμένεται να επικρατήσει αυξημένη μεταβλητότητα στην ελληνική αγορά.
Μέσα σ’ αυτό το πλαίσιο, οι αναλυτές προβλέπουν ότι οι διακυμάνσεις του Γενικού Δείκτη θα εξελιχθούν βραχυπρόθεσμα σε ένα αρκετά στενό εύρος, με βασικές στηρίξεις τις 1.300 μονάδες και ισχυρές αντιστάσεις τις 1.350 μονάδες.
Αναβάθμιση από Moody’s
Την ίδια στιγμή, σχεδόν δεδομένη θα πρέπει να θεωρείται η ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας κι από τον Moody’s, ο οποίος είναι ο τελευταίος από τους μεγάλους οίκους αξιολόγησης που τοποθετεί τον ελληνικό ομόλογο στην κατηγορία «σκουπίδια». Σύμφωνα με την JP Morgan, υπάρχουν πιθανότητες 90% για μια αναβάθμιση από τον αμερικανικό οίκο είτε στις 15 Μαρτίου, είτε στις 13 Σεπτεμβρίου, όταν και είναι προγραμματισμένα τα δύο φετινά reports για την Ελλάδα.
Από την άλλη πλευρά, όμως, η JP Morgan τοποθετεί μόλις στο 30% την πιθανότητα περαιτέρω αναβάθμισης από τους υπόλοιπους σημαντικούς οίκους, οι οποίοι από το β’ εξάμηνο του 2023 έχουν ήδη δώσει στη χώρα την πολυπόθητη επενδυτική βαθμίδα. Τα οφέλη αυτών των κινήσεων μένει να αποδειχθούν σταδιακά και σε βάθος χρόνου, με την έλευση «φρέσκων» και ποιοτικών κεφαλαίων στην ελληνική αγορά.
Προσμονή για κέρδη και μερίσματα
Συγχρόνως, με ιδιαίτερη προσμονή αναμένεται και η περίοδος δημοσίευσης των οικονομικών αποτελεσμάτων του 2023, τα οποία εκτιμάται ότι θα λειτουργήσουν ως καταλύτης για την περαιτέρω βελτίωση των αποτιμήσεων στο ταμπλό.
Με βάση και τα τελευταία στοιχεία, οι εισηγμένες βρίσκονται σε τροχιά υπέρβασης της κερδοφορίας του 2022, η οποία είχε διαμορφωθεί άνω των 10 δισ. ευρώ. Είναι ενδεικτικό ότι οι 45 εταιρείες, οι οποίες παρουσίασαν μεγέθη για το γ’ τρίμηνο, πέτυχαν καθαρά κέρδη ύψους 6,399 δισ. ευρώ στο 9μηνο του 2023 έναντι 4,974 δισ. ευρώ το αντίστοιχο διάστημα του 2022. Πρόκειται για μια άνοδο άνω του 28%.
Μάλιστα, αρκετές εισηγμένες, όπως είναι για παράδειγμα οι Mytilineos, Titan, Motor Oil, Aegean, ΟΛΠ, Cenergy κ.α. «τρέχουν» πρόσω ολοταχώς για επιδόσεις – ρεκόρ στο 12μηνο του 2023, κάτι το οποίο αναμένεται να παράσχει σημαντική ώθηση στο ταμπλό.
Εξαιρετικά αναμένονται και τα οικονομικά αποτελέσματα των τραπεζών, τα οποία αποτελούν τη βασική ατμομηχανή της κερδοφορίας. Κι αυτό, διότι στο 9μηνο του 2023 η κερδοφορία του κλάδου ξεπέρασε τα 3 δισ. ευρώ, με αποτέλεσμα να θεωρείται σχεδόν δεδομένη η πρώτη διανομή μερισμάτων έπειτα από 16 ολόκληρα χρόνια.
Αυτό, δε, σημαίνει ότι τα συνολικά μερίσματα των εισηγμένων ενδέχεται να αγγίξουν τα 3,5 δισ. ευρώ για το 2024, αφήνοντας πίσω την επίδοση – ρεκόρ των 3 δισ. ευρώ του 2023, η οποία ήταν η υψηλότερη από το μακρινό… 2009.