Η κεντρική τράπεζα της Τουρκίας μας έχει συνηθίσει σε ανορθόδοξες αποφάσεις, παρά τον εκρηκτικό πληθωρισμό που «καίει» μήνες το εισόδημα των πολιτών της χώρας. Η απέχθεια του Τούρκου προέδρου Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν για τα επιτόκια και οι εξαρτημένες από τον ίδιο αποφάσεις της τουρκικής τράπεζας είχαν δημιουργήσει μια οριακή συνθήκη για την οικονομία της χώρας.
Ωστόσο, μετά τις προεδρικές εκλογές οι επιλογές του Ερντογάν στο οικονομικό επιτελείο υποδείκνυαν επιστροφή στην… λογική. Έκτοτε είδαμε αυξήσεις επιτοκίων, αλλά όχι κάτι θεαματικά μεγάλο. Μέχρι χθες.
Την Πέμπτη η τουρκική κεντρική τράπεζα έκανε την έκπληξη ανακοινώνοντας αυξάνοντας κατά 7,5% -φτάνοντας στο 25%- τα επιτόκια. Πρόκειται για επίπεδο το οποίο είναι το υψηλότερο από τo 2019. Από τον Ιούνιο η κεντρική τράπεζα έχει αυξήσει συνολικά το επιτόκιο κατά 1.650 μονάδες βάσης.
Η απροσδόκητα επιθετική αύξηση των επιτοκίων προκάλεσε ράλι έως και 7,6% στην ισοτιμία της τουρκικής λίρας – αν και την Παρασκευή έσβησε μέρος των κερδών- και ενθουσιασμό στους αναλυτές της αγοράς. Παράλληλα όμως προκάλεσε ερωτήματα σχετικά με το τι σηματοδοτεί αυτή η κίνηση για τις μελλοντικές αποφάσεις της τράπεζας όσον αφορά τη νομισματική της πολιτική.
«Έχουμε αρχίσει να βλέπουμε τα πρώτα σημάδια αυστηρότερης πολιτικής που λειτουργεί μέσω του συστήματος με μια μεγάλη βελτίωση στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, η οποία θα μειώσει τις πιέσεις στην αγορά συναλλάγματος. Ωστόσο, οι κίνδυνοι εξακολουθούν να υφίστανται, καθώς ορισμένα μακροπροληπτικά μέτρα δεν έχουν ακόμη λυθεί και ο πληθωρισμός παραμένει αυξημένος», σχολιάζουν οι αναλυτές της Goldman Sachs.
Σημειώνουν, ωστόσο, ότι για να γίνει η λίρα ελκυστική, «αποτελεί προϋπόθεση μια ξεκάθαρη δέσμευση για μετακίνηση των πραγματικών επιτοκίων σε θετικό έδαφος». Η απόφαση «είναι σίγουρα ένα πιο δυναμικό βήμα προς αυτή την κατεύθυνση σε σύγκριση με την προηγούμενη σταδιακή προσέγγιση».
Από την πλευρά του, ο Onur Ilgen της MUFG Bank Turkey χαρακτηρίζουν την απόφαση «πολύ σημαντική», δεδομένου ότι η κεντρική τράπεζα αύξησε τα επιτόκια πάνω από το αναμενόμενο για πρώτη φορά μετά τον πρώην διοικητή της τράπεζας Νάτσι Αγκμπάλ.
«Ο αντίκτυπος αυτής της απόφασης στη μείωση της πίεσης στη λίρα και την αποδολαριοποίηση θα φανεί πιθανότατα την επόμενη περίοδο», εκτιμούν.
Πιο συγκρατημένη είναι η εκτίμηση του Win Thin των Brown Brothers Harriman. «Είναι πραγματικά δύσκολο να ενθουσιαστείς με αυτήν την γερακίσια έκπληξη μετά από δύο συνεχόμενες αλλά μέτριες εκπλήξεις. Ας μιλήσουμε μετά την επόμενη απόφαση, στις 21 Σεπτεμβρίου και αν αποφέρει άλλη μια μεγάλη αύξηση, ίσως τα πράγματα έχουν πραγματικά αλλάξει», σημειώνει.
Αντίστοιχα είναι τα σχόλια του Simon Harvey της Monex Europe, ο οποίος κάνει λόγο για σύγχυση. «Είναι δύσκολο να προσδιοριστεί εάν η αύξηση του επιτοκίου κατά 750 μονάδες βάσης είναι μια απάντηση στις αυξανόμενες πληθωριστικές πιέσεις ή σηματοδοτεί μια επιτάχυνση της επιστροφής σε ένα πιο ορθόδοξο πλαίσιο. Θα μπορούσε ενδεχομένως να είναι και τα δύο».
Από την άλλη, ο Liam Peach Capital Economics βλέπει αυτή την απόφαση ως κάτι που θα μπορούσε να αλλάξει το παιχνίδι. «Σε ό,τι αφορά τις μακροοικονομικές προοπτικές της Τουρκίας, αυτό θα μπορούσε να αλλάξει το παιχνίδι, ανοίγοντας το δρόμο για την κεντρική τράπεζα για αυξήσεις επιτοκίων σε πολύ υψηλότερο επίπεδο αντιμετωπίζοντας τις μακροοικονομικές ανισορροπίες της Τουρκίας».
«Η επαναφορά του πληθωρισμού σε μονοψήφια επίπεδα θα απαιτήσει μια παρατεταμένη περίοδο θετικών πραγματικών επιτοκίων, ίσως με τα επιτόκια να αυξάνονται πάνω από το 40%. Δεν είμαστε ακόμα πεπεισμένοι ότι αυτό θα συμβεί, αλλά τα μέγιστα ποσοστά άνω του 30% (σε σύγκριση με τις προηγούμενες προσδοκίες μας 25-30%) είναι πλέον πολύ μεγαλύτερη πιθανότητα. Εάν αυτό υλοποιηθεί, υπάρχει περιθώριο για χαλάρωση πολλών πτωτικών πιέσεων στη λίρα», προσθέτει.
Και ο Grzegorz Drozdz της Conotoxia συμφωνεί. Η κίνηση «σηματοδοτεί ένα ακόμη βήμα προς την εγκατάλειψη της εξαιρετικά χαλαρής νομισματικής πολιτικής και τη διάσωση της ισχύος της τουρκικής λίρας. Τέτοιες δυναμικές αλλαγές που διαπερνούν τις προσδοκίες των περισσότερων ειδικών φαίνεται να είναι ένα καλό βήμα για την καταπολέμηση των ταχέως αυξανόμενων πληθωριστικών πιέσεων», αναφέρει σημειώνοντας ότι οι ξαφνικές αλλαγές στα επιτόκια συνήθως φέρνουν καθυστερημένο αποτέλεσμα. «Ως εκ τούτου, οι πληθωριστικές πιέσεις αναμένεται να συνεχιστούν», εκτιμάει.