Οι διαχειριστές κεφαλαίων βρίσκονται στο κυνήγι για το επόμενο μεγάλο trend, αφού πέρασαν το μεγαλύτερο μέρος του έτους συλλέγοντας εταιρίες τεχνολογίας, κατασκευαστών chip και επιλεγμένες κινεζικές μετοχές. Οι προοπτικές για το δολάριο και η οικονομία της Κίνας είναι τα μεγαλύτερα μπαλαντέρ, καθώς οι ασιατικές μετοχές προσπαθούν να ανακάμψουν από τη μεγαλύτερη ετήσια πτώση τους εδώ και μια δεκαετία. Μεταξύ των αγορών που ξεχώρισαν θεωρούμε πως είναι και η Αθηναϊκή που θα επωφεληθεί από την ανησυχία των θεσμικών για τις πιθανές κατευθύνσεις στα χρηματιστήρια της Νέας Υόρκης.
Στα διεθνή
· Βάρυνε το κλίμα, πάνω που η αντίδραση στην πτώση στη Wall Street την Παρασκευή, με εντυπωσιακό rebound, είχε αυξήσει τη διάθεση για ρίσκο στην παγκόσμια κεφαλαιαγορά. Τοποθετήθηκε για τις διαπραγματεύσεις στο παρασκήνιο της Ουάσιγκτον σχετικά με το ανώτατο όριο του χρέους η υπουργός οικονομικών των ΗΠΑ το Σαββατοκύριακο που δήλωσε πως δεν πρέπει να γίνονται «με το… όπλο στο κεφάλι του αμερικανικού λαού»! Προσθέτοντας: «Πρέπει να ψηλώσουμε την οροφή του χρέους, για να αποφύγουμε την οικονομική καταστροφή».
· Οι αποδόσεις των ομολόγων αυξήθηκαν μετά την έκθεση για τις θέσεις εργασίας και τις μισθοδοσίες, η οποία έδειξε ότι οι ΗΠΑ πρόσθεσαν 253.000 θέσεις εργασίας τον Απρίλιο μέτρηση πολύ πάνω από τις 180.000 που είχαν προβλέψει οι οικονομολόγοι. Οι αναλυτές συζητούν εάν μια ισχυρή οικονομία, είναι καλή ή κακή για τις μετοχές, οι επενδυτές φάνηκαν την Παρασκευή να εκλαμβάνουν την έκθεση για τις θέσεις εργασίας ως θετική είδηση ότι δεν επίκειται ύφεση.
· Οι διαχειριστές χρημάτων αποφεύγουν τον κίνδυνο, στρέφονται σε αμυντικές μετοχές και ομόλογα στο κυνήγι τους για ασφαλή λιμάνια για να επενδύσουν τα μετρητά τους. Ωστόσο, φαίνονται εξίσου ανήσυχοι για την απώλεια ενός πιθανού ράλι στο χρηματιστήριο. Οι κατανομές των θεσμικών επενδυτών σε μετοχές παραμένουν πάνω από τη μακροπρόθεσμη τάση και τα μετρητά τους δεν ξεπερνούν ούτε τους ιστορικούς μέσους όρους, δείχνουν τα στοιχεία της State Street.
· Οι επενδυτές στοιχηματίζουν ότι η αύξηση των επιτοκίων κατά τρίμηνο της Τετάρτης από την Federal Reserve ήταν η τελευταία της – και ότι η κεντρική τράπεζα θα στραφεί στη μείωση των επιτοκίων πριν από το τέλος του έτους.
· Η αδυναμία των μετοχών των περιφερειακών τραπεζών —και οι ανησυχίες για τις επιχειρήσεις στις οποίες δανείζουν— οδήγησαν τις μετοχές των μικρότερων εταιρειών να παρουσιάζουν χαμηλότερες επιδόσεις από τις μεγαλύτερες αντίστοιχές τους μετά την κατάρρευση της Silicon Valley Bank. Ο δείκτης Russell 2000 των μετοχών μικρής κεφαλαιοποίησης υποχώρησε 6,4% από τις 8 Μαρτίου, ενώ ο S&P 500 κέρδισε 3,6% στο ίδιο χρονικό διάστημα.
· Μέχρι το τέλος της εβδομάδας, ενώ τα στοιχήματα για μείωση επιτοκίου στη συνάντηση του Ιουλίου είχαν ως επί το πλείστον ξεχαστεί, τα παράγωγα επιτοκίων συνέχισαν να αποκαλύπτουν πως οι traders αναμένουν μείωση κατά τέταρτο της μονάδας έως τον Σεπτέμβριο, προσδοκώντας συνολικά τρεις μειώσεις έως το τέλος του έτους. Η απόδοση του πενταετούς ομολόγου κινήθηκε προς τα πάνω ή κάτω κατά 15 μονάδες βάσης την ημέρα τρεις φορές αυτήν την εβδομάδα. Υποχώρησε την Πέμπτη στο 3,20%, το χαμηλότερο επίπεδό της στο έτος. Ολοκληρώνοντας την εβδομάδα στο 3,41% περίπου, αντικαθιστώντας το 10ετές ομόλογο ως ο τίτλος με τη χαμηλότερη απόδοση.
· Οι ασιατικές μετοχές σημείωσαν άνοδο για τρίτη ημέρα, με επικεφαλής τα κέρδη των κινεζικών μετοχών, εν μέσω σχετικής ηρεμίας και θετικού κλίματος στις χρηματοπιστωτικές αγορές. Ο δείκτης μετοχών Ασίας-Ειρηνικού έφτασε στο υψηλότερο επίπεδο σε βάθος περισσότερο από δύο εβδομάδες, με τις εταιρείες ενέργειας και υλικών να πρωτοστατούν. Το δολάριο υποχώρησε σε σχέση με τους κυριότερους ομολόγους του και οι αποδόσεις των ομολόγων άλλαξαν ελάχιστα.
· Το selloff των αμερικανικών τραπεζικών μετοχών απειλεί να τις ωθήσει κάτω από ένα τεχνικό όριο που θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μεγαλύτερο πόνο για το χρηματιστήριο ευρύτερα. Με την κατάρρευση της First Republic Bank να επιδεινώνει τους φόβους για τη φερεγγυότητα των περιφερειακών δανειστών, οι επενδυτές έχουν ρίξει τις χρηματοοικονομικές μετοχές, αφήνοντας τον χρηματοοικονομικό δείκτη S&P 500 στα πρόθυρα να υποχωρήσει κάτω από το ανώτατο όριο του 2007.
Στην Αθήνα
Η πρώτη βδομάδα του Μάη του 2023 του μήνα των εκλογικών αναμετρήσεων και των αποφάσεων που μοιάζουν να μπορούν να λειτουργήσουν σαν ορόσημα από την πλευρά των ισχυρών Κεντριών Τραπεζών, ήταν ανοδική, με την τεχνική… “φασούλι το φασούλι”. Υπήρξε υποστήριξη από το επιλεκτικό ενδιαφέρον για σειρά από blue chip εκτός του τραπεζικού τομέα. Οι εβδομαδιαίες επιδόσεις για όσα ξεπερνούν τις αποδόσεις των Δεικτών ήταν ΠΕΙΡ +9,35%, ΜΠΕΛΑ +5,55%, ΕΤΕ +4,73%, ΕΕΕ +4,71%, ΕΥΡΩΒ +4,69%, ΟΠΑΠ +3,23%.
Στον αντίποδα τα πτωτικά blue chip υπογραμμίζουν την απουσία διάθεσης για έντονες ρευστοποιήσεις καθώς σε μικρό αριθμό μετοχών, σε κατάταξη με βάση την εβδομαδιαία πτώση τους συναντάμε τις ΜΟΗ -2,31%, ΕΛΧΑ -1,73%, ΜΥΤΙΛ -1,22%, ΒΙΟ -0,60%, ΓΕΚΤΕΡΝΑ -0,32%, και ΑΡΑΙΓ -0,13%. Το μέγεθος των απωλειών τονίζει την απουσία διάθεσης για βίαιο άδειασμα θεσμικών χαρτοφυλακίων. Μεταβολή κοντά στου ΓΔ είχε η ΑΛΦΑ +2,60% και ακολούθησαν ΕΛΛΑΚΤΩΡ +1,97%, ΛΑΜΔΑ +1,34%, ΔΕΗ +1,28%, ΚΟΥΕΣ +1,21%. Οι μετοχές υψηλής κεφαλαιοποίησης με θετική εβδομαδιαία άνοδο μικρότερη του +1% διαμορφώνουν την ομάδα των ΣΑΡ +0,84%, ΤΙΤC +0,67%, ΟΛΠ +0,52%, ΟΤΟΕΛ +0,47%, ΤΕΝΕΡΓ +0,40%, ΟΤΕ +0,38%, ΕΥΔΑΠ 0,0%.
Η κίνηση της αθηναϊκής αγοράς μαρτύρησε το βάθος της εμπιστοσύνης που έχουν στην ελληνική οικονομική πραγματικότητα οι επαγγελματίες διαχειριστές από το εξωτερικό, όπως και αν εξελιχτούν τα πράγματα στο πολιτικό πεδίο. Διότι για τους ξένους θεσμικούς μπορεί το πολιτικό δυναμικό της χώρας να διεκπεραιώσει επιτυχώς την οικονομική πολιτική της ΕΕ, ανεξάρτητα του συνδυασμού των κομμάτων για τον σχηματισμό συγκυβέρνησης, με αποδείξεις επ΄ αυτού. Κάτι που δύσκολα θα πιστέψουν εν μέσω των διαδικασιών συσπείρωσης των βάσεων των κομμάτων οι εγχώριοι επενδυτές.
Εντούτοις παρά το δυσμενές κλίμα των διεθνών αγορών τις περισσότερες ώρες συλλειτουργίας με το ΧΑ, το αγοραστικό ενδιαφέρον που έφερε κέρδη +2,4% στην πρώτη βδομάδα του μήνα, έναντι ίδιου μεγέθους καθοδική μεταβολή την προηγούμενή της. Προσφέρεται ευκαιρία ορατής αξιολόγησης του αποτελέσματος αυτής την ταλάντωσης που οφείλεται κύρια στις αποφάσεις ισχυρών κυνηγών κερδών όπου προσδοκάται υψηλό volatility. Προκύπτει αβίαστα η σύγκριση της απόστασης των τιμών των blue chip έναντι αυτών των βασικών δεικτών από τα ορόσημα που σχημάτισαν οι συναλλαγές το τρέχον κερδοφόρο έτος.
Οι εγχώριοι αναλυτές επηρεάστηκαν από την εικόνα της αγοράς μετά από την ανοδική αλυσίδα την εξέλιξη της πρώτης εβδομάδας του Μαΐου. Αναγνώρισαν την παροχή συγκρατημένης αισιοδοξίας από τα αποτελέσματα της Τράπεζας Πειραιώς, Την τρέχουσα εβδομάδα περιμένουν η Αγορά να επηρεαστεί από την ανακοίνωση του πληθωρισμού στην Αμερική, την Τετάρτη, όπως και από τυχόν αλλαγές στον MSCI Greece, μαζί και με τα εταιρικά αποτελέσματα των ΑΛΦΑ και της TITC.
Αναφορικά με τα διεθνή από την Eurobank Equities τόνισαν: “Η προοπτική ότι οι Κεντρικές Τράπεζες θα τερματίσουν τον κύκλο σύσφιξης, υπερτερεί των επιπτώσεων της πίεσης στο Τραπεζικό Σύστημα των ΗΠΑ”. Ενώ από την Euroxx Sec. ανέφεραν: “Περιμένουμε πως οι επιλεκτικές κινήσεις θα συνεχιστούν, με τα εταιρικά αποτελέσματα να είναι στο επίκεντρο”.
Δεν υπάρχουν τοποθετήσεις που να μην αιτιολογούν, περιμένοντας την διατήρησή τους λόγω των επερχόμενων εκλογών, τους χαμηλούς ρυθμούς συναλλαγών. Στις εκτιμήσεις της η Beta Sec τόνισε: Καθώς πλησιάζουμε στη μέρα των εκλογών, περισσότεροι επενδυτές ενδέχεται να τηρήσουν στάση αναμονής, εξέλιξη που εξηγεί τους χαμηλούς όγκους. Ως εκ τούτου, δε βλέπουμε κάποια σημαντική κίνηση και το σενάριο της συσσώρευσης είναι πιθανό να επεκταθεί”.
Από την Fast Finance ΑΕΠΕΥ παρατήρησαν: Ο Τραπεζικός κλάδος, που ήταν ο ‘αδύναμος κρίκος’ την τελευταία 15ετια, έχει πλέον γίνει οδηγός αντέχοντας τις όποιες εξωτερικές αναταραχές. Κάποιοι τίτλοι είναι σε νέα ιστορικά υψηλά ακόμα και από το 1999, αποδεικνύοντας ότι οι σωστές επιλογές δίνουν αποδόσεις, ανεξαρτήτως γενικότερου κλίματος. Τα αποτελέσματα έδειξαν ότι οι Εταιρείες συνεχίζουν να μεγαλώνουν με μεγάλο ρυθμό, ενώ οι μερισματικές αποδόσεις έχουν μέσο όρο 4%, κάνοντας τις Ελληνικές μετοχές να φαντάζουν φτηνές”.