Το selloff των αμερικανικών τραπεζικών μετοχών απειλεί να τις ωθήσει κάτω από ένα τεχνικό όριο που θα μπορούσε να σηματοδοτήσει μεγαλύτερο πόνο για την ευρύτερη χρηματιστηριακή αγορά, αλλά και την οικονομία.
Με την κατάρρευση της First Republic Bank να ξυπνάει φόβους για τη φερεγγυότητα των περιφερειακών τραπεζών, οι επενδυτές σφυροκοπούν τις τραπεζικές μετοχές, αφήνοντας τον τραπεζικό κλάδο στον δείκτη S&P 500 στα πρόθυρα του να υποχωρήσει κάτω από το ανώτατο όριο του 2007. Γιατί είναι τόσο σοβαρό αυτό; Μετά το χρηματοπιστωτικό κραχ του 2008, χρειάστηκε πάνω από μια δεκαετία για τον τραπεζικό δείκτη να ανακτήσει το έδαφος που έχασε.
Ο S&P Financials κινείται πάνω από το υψηλό του 2007 από τον Ιανουάριο του 2021. Εάν υποχωρήσει κάτω από τα επίπεδα αυτά, θα ήταν ένα δυσοίωνο μήνυμα για την ευρύτερη χρηματιστηριακή αγορά, εξηγεί στο Bloomberg ο διευθυντής hedge-fund Jim Roppel, ιδρυτής της Roppel Capital Management.
Κίνδυνος να κλείσουν οι στρόφιγγες
Γιατί; Διότι θα μπορούσε να ασκήσει περαιτέρω πίεση στις τράπεζες να διατηρήσουν κεφάλαια και να μειώσουν τις χορηγήσεις δανείων, εντείνοντας την πίεση σε μια οικονομία που ήδη κινδυνεύει από ύφεση μετά τις απότομες αυξήσεις των επιτοκίων της Federal Reserve τους τελευταίους 14 μήνες.
«Δεν μπορείς να έχεις ανοδική αγορά αν οι τραπεζικές μετοχές πέφτουν», σχολιάζει ο Roppel, ο οποίος αν και σε μακροπρόθεσμο ορίζοντα παραμένει «ταύρος», επί του παρόντος στρέφεται κυρίως στα μετρητά και σε μετοχές «άμυνας». «Είναι σαν ένας αθλητής των Ολυμπιακών Αγώνων να είχε τσιρότα γύρω από τα πόδια του». Έτσι περιγράφει την επίδραση της τραπεζικής κρίσης στην αγορά.
Άγρια Εβδομάδα
Οι ανησυχίες για τη σταθερότητα του τραπεζικού συστήματος πυροδότησαν μία θυελλώδη εβδομάδα με τους επενδυτές να στοιχηματίζουν επιθετικά κατά των τραπεζικών μετοχών. Ενώ οι τιμές των μετοχών ανέκαμψαν την Παρασκευή εν μέσω εικασιών ότι οι ρευστοποιήσεις ήταν υπερβολικές, πολλές παρέμειναν απότομα πτωτικά, με την Western Alliance Bancorp να βυθίζεται 27% την περασμένη εβδομάδα και την PacWest Bancorp να βυθίζεται κατά 43%.
Μεμονωμένοι επενδυτές – οι οποίοι ήταν μερικοί από τους πιο αξιόπιστους αγοραστές πτώσης της αγοράς το 2020 και το 2021 – «μάζεψαν» και πάλι ορισμένες τραπεζικές μετοχές εν μέσω της καταστροφής.
Ωστόσο, υπάρχει συνεχής ανησυχία στη Wall Street ότι η συνεχιζόμενη αναταραχή μεταξύ των περιφερειακών τραπεζών θα μπορούσε να πυροδοτήσει μια αυστηροποίηση των όρων δανεισμού. Στην πραγματικότητα, οι traders στοιχηματίζουν ότι η ζημιά θα μπορούσε να είναι τόσο μεγάλη που ενίσχυσαν τα στοιχήματα ότι η Fed -η οποία μόλις έδειξε ότι η αύξηση των επιτοκίων της Τετάρτης μπορεί να είναι η τελευταία της- θα αρχίσει να χαλαρώνει τη νομισματική πολιτική τον Ιούλιο για να τονώσει την οικονομία.
Ακόμα κι έτσι, η Nancy Tengler, επικεφαλής επενδύσεων της Laffer Tengler Investments, θεωρεί ότι είναι πολύ νωρίς για να επιστρέψουμε σε μετοχές δοκιμαζόμενων τραπεζών. Αντίθετα, έχει επικεντρωθεί στην τεχνολογία και τις μετοχές που σχετίζονται με τους καταναλωτές που θα ωφεληθούν από την πτώση των επιτοκίων.
«Δεν είναι έξυπνο να κυνηγάς κάποιες από αυτές τις άλλες τραπεζικές μετοχές», λέει η Tengler. «Πρέπει να αφήσεις το μαχαίρι να πέσει».
Ο Scott Colyer, διευθύνων σύμβουλος της Advisors Asset Management, δήλωσε ότι ο S&P 500 θα πρέπει να πέσει στις 3.600 μονάδες ή χαμηλότερα για να γίνει πιο αισιόδοξος για τις μετοχές, καθώς οι αποτιμήσεις παραμένουν ακριβές. Έκλεισε περίπου στις 4.136 μονάδες την Παρασκευή.