Πριν από περίπου μισό αιώνα, τον Οκτώβριο του 1973, ανήμερα του Γιομ Κιπούρ, της μεγαλύτερης εβραϊκής γιορτής, ένας συνασπισμός αραβικών κρατών υπό την ηγεσία της Αιγύπτου και της Συρίας, εξαπέλυσε επίθεση εναντίον του Ισραήλ. Ο Οργανισμός Αραβικών Χωρών Εξαγωγής Πετρελαίου, συμπεριλαμβανομένης της Σαουδικής Αραβίας και των Ηνωμένων Αραβικών Εμιράτων, συμμετείχε στον πόλεμο με ένα ιδιαίτερο όπλο: διέκοψε τις προμήθειες πετρελαίου στις δυτικές χώρες που είχαν υποστηρίξει το Ισραήλ. Ήταν το πρώτο παγκόσμιο πετρελαϊκό σοκ.
Σήμερα έχουμε σε εξέλιξη έναν άλλο πόλεμο αυτόν στην Ουκρανία, με μία πανίσχυρη παραγωγό ενέργειας, τη Ρωσία, στον ρόλο του εισβολέα και τον ΟΠΕΚ να «συμμετέχει» στο γεωπολιτικό παιχνίδι και πάλι με το δικό του όπλο: την προσφορά πετρελαίου. Είναι τόσο τρομακτική η – έστω και αιφνίδια- απόφαση να μειώσει την παραγωγή του κατά επιπλέον 1,16 εκατ. βαρέλια ημερησίως; Όταν έχει ήδη αποφασίσει μείωση 2 εκατ. βαρελιών τον περασμένο Οκτώβριο, όταν και η Ρωσία έχει μειώσει τη δική της κατά περισσότερα από 500.000 βαρέλια, τότε τα 3,66 εκατ. βαρέλια που λείπουν από την αγορά, σίγουρα «πονάνε».
Κυρίως γιατί η απουσία τους έρχεται σε μία παγκόσμια οικονομία που καταδιώκεται από τον υψηλό πληθωρισμό και την εντεινόμενη κοινωνική δυσφορία για την ακρίβεια. Αλλά και γιατί σηματοδοτεί μια νέα και ίσως επικίνδυνη ρήξη μεταξύ των παραγωγών και των καταναλωτών και ειδικά μετά της Σαουδικής Αραβίας και της Δύσης, με την πρώτη να δίνει λόγους στον Πούτιν να χαμογελά.
Η συμμαχία ΟΠΕΚ+ (πετρελαιοπαραγωγοί χώρες Μέσης Ανατολής, Λατινικής Αμερικής, Αφρικής και Ρωσία) ελέγχει περισσότερο από το 40% της παγκόσμιας παραγωγής πετρελαίου. Για χρόνια συντόνιζε την πολιτική παραγωγής με στόχο να διασφαλίσει ότι οι αγορές έχουν επαρκή προσφορά σε τιμή που μπορούν να ζήσουν τα μέλη της. Κάποια στιγμή όμως μία σειρά παραγόντων από τα lockdown για την αντιμετώπιση της πανδημίας έως τη ραγδαία άνοδο των παραγωγών σχιστολιθικού πετρελαίου από τις ΗΠΑ αλλά και τις κυρώσεις της Δύσης κατά των ΗΠΑ, η δύναμή της περιορίστηκε. Τώρα – εν μέσω της πιο σοβαρής κρίσης κόστους ζωής εδώ και δεκαετίες – δηλώνει ότι είναι και πάλι εδώ σε ρόλο ρυθμιστή.
Τι ακριβώς είναι ο ΟΠΕΚ+
Πρόκειται για μια ομάδα συνολικά 23 χωρών εξαγωγής πετρελαίου που συνεδριάζει τακτικά για να αποφασίσει πόσο αργό πετρέλαιο θα πουλήσει στην παγκόσμια αγορά.
Στον πυρήνα αυτής της ομάδας βρίσκονται τα 13 μέλη του ΟΠΕΚ που είναι κυρίως χώρες της Μέσης Ανατολής και της Αφρικής με de facto ηγέτη τη Σαουδική Αραβία. Ο ΟΠΕΚ ιδρύθηκε το 1960 ως καρτέλ και παράγει το 30% της παγκόσμιας προσφοράς.
Το 2016, όταν οι τιμές του πετρελαίου ήταν ιδιαίτερα χαμηλές, ο ΟΠΕΚ ένωσε τις δυνάμεις του με 10 άλλους παραγωγούς πετρελαίου για να δημιουργήσει τον ΟΠΕΚ+.Αυτά τα νέα μέλη περιελάμβαναν τη Ρωσία και παράγουν ένα επιπλέον 10% της παγκόσμιας προσφοράς αργού.
Το καρτέλ μπορεί όχι μόνο να στείλει στα ύψη τις τιμές, όπως έκανε τώρα, αλλά και να τις μειώσει, ρίχνοντας περισσότερο πετρέλαιο στην αγορά.
Γιατί ο ΟΠΕΚ+ μειώνει την παραγωγή πετρελαίου;
Η πιο πρόσφατη περικοπή, 1,16 εκατομμυρίων βαρελιών την ημέρα, ακολουθεί την περικοπή κατά δύο εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα τον Οκτώβριο του 2022. Tο 2020, ο όμιλος μείωσε την παραγωγή κατά περισσότερα από εννέα εκατομμύρια βαρέλια την ημέρα ως απάντηση στην πανδημία. Καθώς οι χώρες μπήκαν σε lockdown, η τιμή του αργού πετρελαίου κατέρρευσε λόγω έλλειψης αγοραστών.
Μετά την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, οι τιμές εκτινάχθηκαν σε πάνω από 130 δολάρια το βαρέλι, αλλά μέχρι τον Μάρτιο του τρέχοντος έτους, είχαν πέσει στα χαμηλά 15 μηνών, λίγο πάνω από τα 70 δολάρια το βαρέλι.
Οι Ηνωμένες Πολιτείες χαρακτήρισαν την τελευταία κίνηση του ΟΠΕΚ+ «μη ενδεδειγμένη».
Μόλις αυτό το καλοκαίρι, τα δυτικά κράτη εκλιπαρούσαν τους Άραβες παραγωγούς πετρελαίου να αυξήσουν την παραγωγή λόγω των υψηλών τιμών του πετρελαίου, εκκλήσεις που απορρίφθηκαν σε μεγάλο βαθμό. Από τότε, οι τιμές έχουν μειωθεί σημαντικά λόγω των φόβων για παγκόσμια ύφεση και των περιορισμών στην Κίνα.
Μόνο πέρυσι, οι τιμές του πετρελαίου κυμάνθηκαν από 139 δολάρια το βαρέλι τον Μάρτιο στα 85 δολάρια στα τέλη του έτους. Πριν από λίγες μόλις εβδομάδες, στις 15 Μαρτίου, είχαν βυθιστεί στα 71 δολάρια το βαρέλι. Η χθεσινή αύξηση, που επανέφερε το μπρεντ ήταν η μεγαλύτερη ημερήσια από τον Απρίλιο του 2022.
Πόσο δικαιολογημένος είναι ο φόβος;
Οι συνεχείς διακυμάνσεις προσθέτουν μια επιπλοκή για τους κεντρικούς τραπεζίτες που εξισορροπούν την ανάγκη αντιμετώπισης του πληθωρισμού με τις ανησυχίες για την υγεία του τραπεζικού συστήματος. Κεντρικοί τραπεζίτες και κυβερνήσεις φοβούνται για αυτόν τον λόγο τον ΟΠΕΚ. Goldman Sachs, Citi και άλλες επενδυτικές τράπεζες αναβάθμισαν προς τα επάνω τις εκτιμήσεις τους για την πορεία του πετρελαίου, βλέποντας και πάλι στον ορίζοντα τα 100 δολάρια.
Ωστόσο δεν συμφωνούν όλοι με την πρόβλεψη αυτή. Η Νατάσα Κάνεβα, επικεφαλής έρευνας εμπορευμάτων στη JPMorgan Chase, μιλώντας στη Wall Street Journal, εξέφρασε την εκτίμηση ότι στην πραγμαγικότητα οι μειώσεις στην προσφορά θα είναι μικρότερες από αυτές που ανακοινώθηκαν.
Ορισμένοι συμμετέχοντες στον τελευταίο γύρο περικοπών αντλούν λιγότερο πετρέλαιο από ό,τι τους επιτρέπουν οι ποσοστώσεις του ΟΠΕΚ, πράγμα που σημαίνει ότι οι χαμηλότερες ποσοστώσεις δεν θα περνούν απαραίτητα σε χαμηλότερη παραγωγή. Τα μέλη του καρτέλ δεν τηρούσαν πάντα πλήρως τους συμφωνημένους περιορισμούς παραγωγής στο παρελθόν.
Εκτός από τις περικοπές του ΟΠΕΚ, Ρώσοι αξιωματούχοι δήλωσαν ότι η Μόσχα θα επεκτείνει τους υφιστάμενους ημερήσιους περιορισμούς μισού εκατομμυρίου βαρελιών μέχρι το τέλος του έτους. Καθώς όμως ισχύουν ούτως ή άλλως κυρώσεις, στην πράξη, η απόφαση αυτή θα αφαιρέσει μόλις 70.000 επιπλέον ρωσικά βαρέλια από την αγορά ημερησίως φέτος, σε σύγκριση με αυτό που αναμενόταν, εξήγησε η κ. Κάνεβα.
Πολλά εξαρτώνται από την τροχιά της ζήτησης στην Κίνα, τη μία σημαντική οικονομία όπου η κατανάλωση πετρελαίου αναμένεται να αυξηθεί σημαντικά φέτος. Υπολογίζεται ότι η ημερήσια κινεζική ζήτηση θα αυξηθεί κατά 1,3 εκατομμύρια βαρέλια το 2023. Αυτό, εκτιμά η Standard Chartered, θα ωθήσει την παγκόσμια κατανάλωση στα 100,8 εκατομμύρια βαρέλια ημερησίως και θα ενισχύσει το Brent στα περίπου 90 δολάρια το βαρέλι, αλλά όχι πολύ υψηλότερα.
Να σημειωθεί πάντως ότι οι ΗΠΑ παραμένουν μακράν ο μεγαλύτερος καταναλωτής πετρελαίου στον κόσμο στον κόσμο. Εάν οι τράπεζες περικόψουν σημαντικά τον δανεισμό ως απάντηση στην κατάρρευση της Silicon Valley Bank και άλλων περιφερειακών τραπεζών, τότε θα μπορούσαμε να δούμε τη ζήτηση από τη μεγαλύτερη οικονομία του πλανήτη να μειώνεται.