Επί πολλά χρόνια μετά την παγκόσμια χρηματοπιστωτική ασφυξία του 2008, την ύφεση που ακολούθησε, τα «γενναία» σχέδια τόνωσης των οικονομιών και την υπερβολικά χαλαρή νομισματική πολιτική, οι επενδυτές είχαν την πεποίθηση ότι «δεν υπάρχει εναλλακτική λύση» στις μετοχές. Το δόγμα TINA (There is no Alternative) κυριαρχούσε απόλυτα και ένα μέσο χαρτοφυλάκιο που “σεβόταν τον εαυτό του” είχε τοποθετήσεις τουλάχιστον 60% σε μετοχές. Οι αποδόσεις των ομολόγων είχαν φτάσει στον πάτο – ήταν ακόμη και σε αρνητικό έδαφος στην Ιαπωνία και σε μεγάλο μέρος της Ευρώπης και οι εναλλακτικές επενδύσεις, όπως τα κρυπτονομίσματα ήταν για όσους δεν φοβούνταν το τρενάκι του τρόμου. Στα χρηματιστήρια αξιών είχαμε πάρτι.
Και το 2022 άλλαξαν όλα. Ήρθε το μαζικό sell off των μετοχών και οι αποδόσεις των ομολόγων εκτοξεύτηκαν σε επίπεδα που δεν είχαν παρατηρηθεί για περισσότερο από μια δεκαετία. Οι εξελίξεις ανάγκασαν επενδυτικούς οίκους και traders να αναθεωρήσουν το TINA. Για πρώτη φορά εδώ και χρόνια, στοιχεία ενεργητικού εκτός των μεγάλων χρηματιστηρίων – συμπεριλαμβανομένων κάποιων assets των αναδυόμενων αγορών, των ομολόγων και των μετρητών – φαίνονται άκρως ελκυστικά, σχολιάζουν αναλυτές στη Wall Street Journal.
Οι τοποθετήσεις των fund managers σε μετοχές κινούνται σε επίπεδα 2,2 φορές χαμηλότερα κάτω από τον μακροπρόθεσμο μέσο όρο, σύμφωνα με έρευνα του Φεβρουαρίου που διεξήχθη από την Bank of America Corp. Η Goldman Sachs Group Inc. ονόμασε τη μετατόπιση αυτή των επενδυτών TARA, συντομογραφία του «Τhere Are Reasonable Alternative» (Υπάρχουν Λογικές Εναλλακτικές), η Deutsche Bank AG έχει κατοχυρώσει το TAPAS από το «There is Plenty of Alternatives» (Yπάρχει Πληθώρα Εναλλακτικών), ενώ η Insight Investment έχει καταλήξει στο TIARA, δηλαδή «There is A Realistic Alternative» (Υπάρχει μια Ρεαλιστική Εναλλακτική Λύση) στις μετοχές.
Η εικόνα το 2023
Μετά από πτώση 19% το 2022, ο S&P 500 έχει ανακάμψει πάνω από 5% φέτος. Η απόδοση του 10ετούς ομολόγου του αμερικανικού δημοσίου είναι στο 3,962% και υπερέβη το 4% την περασμένη εβδομάδα για πρώτη φορά από τον Νοέμβριο. Παρά το δυναμικό ξεκίνημα του Ιανουαρίου, ο Φεβρουάριος ήταν πιο ταραχώδης και ο Μάρτιος μάλλον θα εξελιχθεί ακόμη πιο δύσκολος για τις μετοχές. Και τούτο γιατί η μία μετά την άλλη οι μεγάλες κεντρικές τράπεζες δίνουν σήμα πως οι αυξήσεις επιτοκίων θα συνεχιστούν έως ότου μπει στο «κλουβί» το «τέρας» του πληθωρισμού. Μπορεί ο δείκτης τιμών καταναλωτή να έχει επιβραδυνθεί, αλλά παραμένει και στις δύο πλευρές του Ατλαντικού πολύ μακριά από τον στόχο του 2%, ενώ παρά την κάμψη στο κόστος της ενέργειας οι ανατιμήσεις στις τιμές τροφίμων και άλλων βασικών αγαθών εξακολουθούν να είναι δραματικές.
Οι διαχειριστές κεφαλαίων που προσπαθούν να μετρήσουν την τροχιά της αγοράς λένε ότι θα παρακολουθούν στενά και τη μηνιαία έκθεση απασχόλησης του υπουργείου Εργασίας την Παρασκευή για να δουν εάν η αύξηση της απασχόλησης συνέχισε να αυξάνεται τον Φεβρουάριο. «Για πολλά χρόνια, οι μετοχές στις ΗΠΑ ήταν το μόνο παιχνίδι στην πόλη», σχολίασε στη WSJ ο David Lefkowitz, επικεφαλής μετοχών στην UBS Global Wealth Management. «Τώρα μπορείς να έχεις απόδοση και σε σταθερό εισόδημα». Η εταιρεία συμβουλεύει τους πελάτες να κοιτάξουν πέρα από τις αμερικανικές μετοχές και να εξετάσουν το ενδεχόμενο να μεταφέρουν περισσότερα χρήματα σε τομείς όπως τα περιουσιακά στοιχεία των αναδυόμενων αγορών καθώς και τα ομόλογα επενδυτικής βαθμίδας.
Κάποιοι αμφισβητούν τις εναλλακτικές
Βεβαίως, οι αποδόσεις των ομολόγων είχαν ήδη ανέβει σε πολυετή υψηλά το 2022 – και αυτό δεν εμπόδισε τους επενδυτές να εγκαταλείψουν την αγορά ομολόγων ούτως ή άλλως. Οι επενδυτές απέσυραν κεφάλαια – ρεκόρ 216 δισεκατομμυρίων δολαρίων από ομολογιακά αμοιβαία κεφάλαια και 119 δισεκατομμύρια δολάρια από community bonds πέρυσι, σύμφωνα με την Morningstar Inc. Οι σημαντικότεροι δείκτες ομολόγων υπέστησαν τη χειρότερη πτώση τους στην ιστορία.
Επιπλέον, πολλές από τις αγορές που οι επενδυτικοί οίκοι έχουν προσδιορίσει ως εναλλακτικές για τις μετοχές έχουν δει το ράλι τους να εξασθενεί. Ενδεικτική η περίπτωση του χαλκού, που μετά το άλμα του Ιανουαρίου, τον Φεβρουάριο κατέγραψε τη μεγαλύτερη μηνιαία πτώση από τον Ιούλιο. Αλλά και ο δείκτης MSCI Emerging Markets βίωσε τον χειρότερο μήνα από τον περασμένο Σεπτέμβριο.
Αλλά δεν είναι ικανοποιημένοι ούτε με τις μετοχές
Παρόλα αυτά κανείς δεν διαφωνεί ότι η ελκυστικότητα των μετοχών περιορίζεται. Τα εταιρικά κέρδη είναι σε τροχιά πτώσης, ενώ οι αποτιμήσεις των μετοχών τις καθιστούν κάθε άλλο παρά φθηνή επιλογή. Σύμφωνα με το FactSet, ο S&P 500 διαπραγματεύεται περίπου 17,5 φορές περισσότερο από τα αναμενόμενα κέρδη τους επόμενους 12 μήνες, πάνω από τον μέσο όρο 10ετίας που είναι στο 17,2.
Οι μετοχές του S&P 500, για παράδειγμα, προσφέρουν μέση μερισματική απόδοση περίπου 1,71%, σύμφωνα με την Birinyi Associates. Συγκριτικά, ένα εξάμηνο γραμμάτιο του αμερικανικού Δημοσίου προσφέρει απόδοση 5,129%, από σχεδόν μηδέν στις αρχές του 2022.
Ορισμένοι επενδυτές λένε επίσης ότι οι μετοχές φαίνονται πιο ευάλωτες από άλλα περιουσιακά στοιχεία εάν η οικονομία καταλήξει σε ύφεση.