Τον Ιανουάριο του 2022 η Ελλάδα έβγαινε στις αγορές για 3 δισ. ευρώ και οι επενδυτές τις τα έδιναν με επιτόκιο 1,84%. Ήταν ήδη σαφές πως η εποχή των μηδενικών επιτοκίων έχει τελειώσει και πως οι κεντρικές τράπεζες θα κλείσουν έναν πολυετή κύκλο νομισματικής χαλάρωσης, που είχε φουσκώσει επικίνδυνα τους ισολογισμούς τους εν μέσω αλλεπάλληλων κρίσεων. Ωστόσο ο πόλεμος στην Ουκρανία δεν είχε ακόμη ξεσπάσει και για τους περισσότερους αναλυτές ήταν ένα σενάριο ελάχιστων πιθανοτήτων – αφού «ο Πούτιν θα δρούσε ορθολογικά». Η ενεργειακή κρίση δεν είχε χτυπήσει με μένος την πόρτα μας και ο πληθωρισμός δεν είχε βγει εκτός ελέγχου, αναγκάζοντας την ΕΚΤ στις πιο επιθετικές επιτοκιακές αυξήσεις στην ιστορία της.
Με όλα τα παραπάνω να έχουν συμβεί το ελληνικό δημόσιο δανείζεται σήμερα με περίπου 2,5 μονάδες υψηλότερο επιτόκιο. Αλλά και αυτό θεωρείται… επιτυχία.
Το επιτόκιο του 10ετους ελληνικού ομολόγου στη δευτερογενή αγορά τις προηγούμενες ημέρες κυμαινόταν κοντά στο 4,15%. Στην έκδοση του νέου 10ετους, που λήγει τον Ιούνιο του 2033, το επιτόκιο αν και με αρχικό guidance στο 4,5% έκλεισε τελικά κάτω από το 4,3%. Το κουπόνι ορίστηκε στο 4,25% και η απόδοση επαναπροσφοράς στο 4,279%. Αυτό δεν θα ήταν δυνατό, αν δεν υπήρχε η εκρηκτική ζήτηση – η οποία και αποκαλύπτει ότι η διάθεση απέναντι στα ελληνικά ομόλογα βελτιώνεται και πάλι.
Οι ξένοι «αγκάλιασαν» τη νέα έκδοση – αγοράζοντας το 78%.
Οι παράγοντες στήριξης
Είναι εντυπωσιακό αυτό αν σκεφτεί κανείς ότι το 2023 είναι εκλογικό έτος και ως τέτοιο γεννά ανησυχίες για «παραστρήματα» σε επίπεδο παροχών και καθυστερήσεις στο μέτωπο των μεταρρυθμίσεων. Οι πόροι του Ταμείου Ανάκαμψης (με την εκταμίευσή τους να έρχεται νωρίτερα από ό,τι υπολογιζόταν), αλλά και η προοπτική της πολυπόθητης επενδυτικής βαθμίδας, επίσης τονώνουν το ενδιαφέρον των ξένων funds για ελληνικό χρέος. Αυτό όμως δεν αλλάζει το γεγονός ότι το κόστος δανεισμού είναι πλέον «τουχτερό» για όλους.
Τα επόμενα βήματα του ΟΔΔΗΧ
Το ελληνικό δημόσιο έχοντας πλέον καλύψει το 50% του στόχου δανεισμού για τη χρονιά και γνωρίζοντας ότι η ΕΚΤ θα οδηγήσει τους επόμενους μήνες ακόμη υψηλότερα τα επιτόκια, θα είναι εξαιρετικά προσεχτικό στα επόμενα βήματά του. Δεν αποκλείεται να δούμε επανεκδόσεις παλαιότερων ομολόγων, αντί για νέες εκδόσεις. Όλοι βεβαίως περιμένουν να δουν εάν οι συνθήκες θα επιτρέψουν τελικά και την πρώτη έκδοση «πράσινου» κρατικού ομολόγου από την Ελλάδα, η οποία ήταν και στους περσινούς στόχους, αλλά έπεσε «θύμα» των δραματικών γεωπολιτικών εξελίξεων.