Το ποσό των 3,5 δισ. ευρώ αντλεί ο ΟΔΔΗΧ με την έκδοση του νέου 10ετους ομολόγου, με το οποίο η Ελλάδα έκανε το ντεμπούτο της στις αγορές για το 2023. Καλύπτεται έτσι το 50% του στόχο για τον εφετινό δανεισμό από αγορές. Η ζήτηση ήταν άκρως εντυπωσιακή, με τις προσφορές των επενδυτών να αγγίζουν τα 22 δισ. ευρώ. Όσον αφορά στο κουπόνι του νέου ομολόγου, που λήγει τον Ιούνιο του 2033, ορίστηκε στο 4,25% με απόδοση επαναπροσφοράς στα 4,279%.
Το πράσινο φως που δόθηκε πρόσφατα στην εκταμίευση της δόσης των 3,6 δισ. ευρώ από το Ταμείο Ανάκαμψης, αλλά και τα σενάρια για αναβάθμιση του αξιόχρεου της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα (ίσως και από τα τέλη Απριλίου) βοήθησαν στο κλίμα για ενισχυμένη ζήτηση και ένα προσιτό επιτόκιο. Τα ταμειακά διαθέσιμα της χώρας θα επιστρέψουν πάνω από τα 36 δισ. ευρώ.
Επιτυχή χαρακτήρισε την έκδοση ο υπουργός Οικονομικών, Χρήστος Σταϊκούρας: «Η Ελλάδα προχώρησε σήμερα στην έκδοση 10ετούς ομολόγου, ανοίγοντας την αυλαία του δανειακού προγράμματος για το 2023. Η έκδοση ήταν επιτυχής. Ως προς τη ζήτηση, την ποιότητα των κεφαλαίων και το κόστος δανεισμού, λαμβάνοντας υπόψη τη μεταβλητότητα στο διεθνές περιβάλλον» ανέφερε χαρακτηριστικά, προσθέτοντας: «Η κυβέρνηση, και ο Οργανισμός Διαχείρισης Δημοσίου Χρέους, κινούμαστε με αποφασιστικότητα και διορατικότητα, συνεκτιμώντας τις υφιστάμενες και μελλοντικές αποφάσεις της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας στην άσκηση νομισματικής πολιτικής. Χτίζουμε ισχυρά ταμειακά διαθέσιμα, ακολουθούμε μια συνετή δημοσιονομική πολιτική και εφαρμόζουμε μεταρρυθμίσεις, έτσι ώστε να στηρίζουμε, γενναία, για όσο χρειαστεί, νοικοκυριά και επιχειρήσεις και να ενισχύσουμε, ακόμη περισσότερο, τη βιώσιμη ανάπτυξη της ελληνικής οικονομίας».
Κίνηση πριν τις νέες αυξήσεις επιτοκίων
Στόχος του ΟΔΔΗΧ ήταν βεβαίως να προλάβει την επόμενη αύξηση του ευρωπαϊκού επιτοκίου από την ΕΚΤ, η οποία αναμένεται να ανακοινωθεί στις 2 Φεβρουαρίου και εκτιμάται ότι θα είναι της τάξης των 50 μονάδων βάσης. Συνολικά μέσα στο 2023 ο Οργανισμός στοχεύει στο να αντλήσει – με όσο το δυνατόν πιο ευνοϊκό επιτόκιο – περί τα 7 δισ. ευρώ από τις αγορές, όσο δηλαδή δηλαδή περίπου και πέρυσι.
Σε έρευνα του Bloomberg, αναλυτές εκτιμούν ότι το καταθετικό επιτόκιο της ΕΚΤ θα οδηγηθεί από το 2% έως το 3,25% με δύο αυξήσεις της τάξης των 50 μονάδων βάσης έκαστη (τον Φεβρουάριο και τον Μάρτιο) και ακόμη μία 25 μονάδων βάσης τον Μάιο ή τον Ιούνιο. H Goldman από την πλευρά της βλέπει το καταθετικό επιτόκιο της ΕΚΤ να κορυφώνεται στο 3,5% και το βασικό επιτόκιο αναχρηματοδότησης στο 4%. Σε κάθε περίπτωση υπολογίζεται ότι η ΕΚΤ θα κλείσει τον κύκλο της νομισματικής σύσφιγξης μέσα στο πρώτο εξάμηνο του έτους. Δεν αποκλείεται μάλιστα, όπως εκτιμούν οι αναλυτές στην έρευνα του Bloomberg, να αρχίσει τις μειώσεις επιτοκίων από το τρίτο τρίμηνο. H Goldman διαφωνεί με την εκτίμηση αυτή, βλέποντας τη χαλάρωση να αρχίζει το 2024.