Δέκα μήνες μετά από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία, και μετά από πολλά «κύματα» κυρώσεων σε βάρος της Μόσχας ως αντίδραση στον πόλεμο, είναι γεγονός ότι η ρωσική οικονομία έχει δείξει σημάδια «σοβαρής αντίστασης» και πορεύεται καλύτερα από το αναμενόμενο. Μια διαφορετική εικόνα παρουσιάζει, ωστόσο, το χρηματιστήριο.
Οι ρωσικές μετοχές έχουν αποκλειστεί από τους παγκόσμιους δείκτες αναφοράς και τα διαπραγματεύσιμα αμοιβαία κεφάλαια που παρακολουθούν τις μετοχές της χώρας έχουν σταματήσει, εξηγεί το πρακτορείο Bloomberg υπογραμμίζοντας ότι οι κυρώσεις προκάλεσαν φυγή των επενδυτών καθιστώντας τις ρωσικές μετοχές, τις μετοχές με τις χειρότερες επιδόσεις στον κόσμο.
Οι εγχώριοι επενδυτές δεν κατάφεραν να σώσουν την αγορά από την προκληθείσα από τον πόλεμο ύφεση, παρόλο που στους περισσότερους ξένους ακόμα απαγορεύεται να πουλήσουν τις τοπικές μετοχές που κατέχουν.
Το selloff του Φεβρουαρίου- όταν ξεκίνησε η εισβολή στην Ουκρανία- προκάλεσε παύση της λειτουργίας της αγοράς της Μόσχας. Ο ρωσικός δείκτης RTS που εκφράζεται σε δολάρια έχει πλέον βυθιστεί κατά 35% φέτος, γεγονός που τον καθιστά το σημείο αναφοράς με τη χειρότερη απόδοση, σε όρους τοπικού νομίσματος, μεταξύ 92 που παρακολουθούνται παγκοσμίως από το Bloomberg και το τρίτο χειρότερο που εκφράζεται σε δολάρια. Ο δείκτης MOEX Ρωσίας, με τιμή που εκφράζεται σε ρούβλια, έχει σημειώσει κατακόρυφη «βουτιά» κατά 44%, και είναι έχει θέσει το έδαφος για την πιο απότομη ετήσια πτώση από το 2008.
Με την ένταση του πολέμου να αυξάνεται, ενδέχεται να υπάρχουν περισσότερες απώλειες, σχολιάζει το Bloomberg. «Οι ρωσικές μετοχές αντικατοπτρίζουν μια ζοφερή προοπτική, καθώς οι κυρώσεις της Δύσης αρχίζουν να επιβαρύνουν την εγχώρια οικονομία», δήλωσε στο πρακτορείο ο Piotr Matys, αναλυτής στην InTouch Capital Markets. Ο Matys βάζει στην εξίσωση και την προοπτική διολίσθησης της παγκόσμιας οικονομίας σε ύφεση.
«Η προοπτική μιας παγκόσμιας ύφεσης τα επόμενα τρίμηνα δεν προμηνύεται καλή εξέλιξη για το ρωσικό πετρέλαιο, ειδικά τη στιγμή που η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει δεσμευτεί πλήρως να μειώσει την εξάρτησή της από τα ρωσικά εμπορεύματα», είπε.
Η Lukoil και η Gazprom, τα πιο σημαντικά μέλη του δείκτη MOEX, υποχώρησαν κατά 30% και 53% αντίστοιχα φέτος. Εν τω μεταξύ, η μεγαλύτερη εισηγμένη τράπεζα, η Sberbank, έχει υποχωρήσει 54% καθώς οι διεθνείς κυρώσεις έπληξαν τα πάντα, από την ικανότητα της Ρωσίας να έχει πρόσβαση σε συναλλαγματικά αποθέματα έως το διατραπεζικό σύστημα SWIFT.
Παράλληλα, οι ανησυχίες ότι ο Βλαντίμιρ Πούτιν μπορεί να καλέσει επιπλέον εφέδρους στον πόλεμο, έχουν πλήξει την εμπιστοσύνη των τοπικών λιανικών επενδυτών που έχουν χρήματα για να ρίξουν στο χρηματιστήριο.
«Κατά κάποιο τρόπο, βρίσκω έκπληξη την υποαπόδοση της ρωσικής αγοράς μετοχών, καθώς όλοι οι γεωπολιτικοί κίνδυνοι έχουν αποτιμηθεί από την αρχή και οι καθυστερημένες κυρώσεις, ακόμη και το πλαφόν στις τιμές (του ρωσικού αργού), δεν αλλάζουν το παιχνίδι για τις ρωσικές μετοχές», σχολίασε από την πλευρά του ο Iskander Lutsko, της ITI Capital. Ο ίδιος αποδίδει την διολίσθηση της αγοράς «στην έλλειψη στήριξης από τοπικά θεσμικά ταμεία, ενώ η λιανική ζήτηση έχει αποδυναμωθεί από τους κινδύνους κινητοποίησης και εκροών καταθέσεων».
Θα αλλάξει κάτι το 2023; Απίθανο, απαντάει το Bloomberg. «Το επόμενο έτος θεωρείται απίθανο να φέρει ανακούφιση καθώς ο πόλεμος και οι έλεγχοι κεφαλαίων συνεχίζονται, ειδικά στην περίπτωση που μια παγκόσμια ύφεση περιορίσει τη ζήτηση για εμπορεύματα και οι νέες κυρώσεις πιέσουν ακόμη περισσότερο τη ρωσική οικονομία».
naftemporiki.gr