Η Ομοσπονδιακή Τράπεζα των ΗΠΑ αύξησε χθες κατά 75 μονάδες βάσης τα επιτόκια, για τέταρτη συνεχόμενη φορά. Κινητήριος δύναμη της νομισματικής της σύσφιξης είναι οι πληθωριστικές πιέσεις που δέχεται η αμερικανική οικονομία.
Οι κεντρικές τράπεζες προσπαθούν να θέσουν υπό έλεγχο τον πληθωρισμό που έχει ξεφύγει από τους στόχους τους πλήττοντας νοικοκυριά και επιχειρήσεις.
Τη σκυτάλη αναμένεται να πάρει σήμερα η Τράπεζα της Αγγλίας (BOE), η οποία ήταν από τις πρώτες που έδρασε αποφασιστικά για τον περιορισμό του πληθωριστικού κύματος. Ωστόσο, την Πέμπτη ενισχύθηκαν οι ενδείξεις ότι πρόκειται να ανακοινώσει μικρότερη από του αναμενόμενου αύξηση.
Οι ενδείξεις αυτές καθώς και το γεγονός ενισχύθηκε το δολάριο- αφού ο πρόεδρος της Ομοσπονδιακής Τράπεζας των ΗΠΑ Τζερόμ Πάουελ υπέδειξε ότι ο κύκλος αύξησης των επιτοκίων δεν έχει ολοκληρωθεί- επηρέασαν το βρετανικό νόμισμα. Η στερλίνα σημείωσε έτσι «βουτιά» πάνω από 1,2% υποχωρώντας στα 1,1252 δολ. και στο πιο αδύναμο επίπεδό της από τη Δευτέρα.
Τα χειρότερα ωστόσο έπονται. Εάν η Τράπεζα της Αγγλίας αυξήσει το βασικό της επιτόκιο κατά 50 μονάδες βάσης αντί για τη γενναία αύξηση των επιτοκίων κατά 75 μονάδες βάσης που αναμένεται ευρέως στις αγορές, θα διευρύνει τη διαφορά των επιτοκίων μεταξύ της λίρας και του δολαρίου. Οι οικονομολόγοι της ING Bank είναι μεταξύ εκείνων που προβλέπουν μια μικρότερη αύξηση.
Γιατί όμως είναι πιθανό να μην προχωρήσει σε μεγάλη αύξηση; Ο πληθωρισμός παραμένει σε επίπεδα-ρεκόρ στο Ηνωμένο Βασίλειο, ωστόσο, ο κίνδυνος σοβαρής ύφεσης είναι υψηλός, γεγονός που θεωρητικά περιορίζει τις κινήσεις της κεντρικής τράπεζας και το «χώρο» που έχει ώστε να συνεχίσει να αυξάνει τα επιτόκια. Αυτό έρχεται σε αντίθεση με την οικονομία των ΗΠΑ, η οποία έχει επιδείξει αξιοσημείωτη ανθεκτικότητα ακόμη και όταν το επιτόκιο αναφοράς της Fed σκαρφαλώνει σε ένα εύρος 3,75%-4%.
naftemporiki.gr