Στη χθεσινή πρόσκληση διαλόγου για τις συλλογικές διαπραγματεύσεις που απηύθυνε στους κοινωνικούς εταίρους η υπουργός Εργασίας και Κοινωνικής Ασφάλισης, Νίκη Κεραμέως, απαντά την Τετάρτη η ΓΣΕΕ.
Επισημαίνοντας πως η πρόσκληση συμπίπτει με τις αγωνιστικές κινητοποιήσεις για την εργατική Πρωτομαγιά, η Συνομοσπονδία τονίζει πως κεντρικό αίτημά της και του κόσμου της μισθωτής εργασίας είναι η αποκατάσταση του θεσμού των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων, «που κατέρρευσε με τις μνημονιακές ρυθμίσεις, καθιστώντας τη χώρα μας ευρωπαίο “παρία” ως προς τη διασφάλιση όχι μόνο των εργασιακών, αλλά και των θεμελιωδών ανθρώπινων δικαιωμάτων».
Στην επιστολή προς τους εταίρους, η υπουργός Εργασίας προαναγγέλλει την έναρξη διαλόγου με σκοπό τη λήψη μέτρων για την ενίσχυση των συλλογικών διαπραγματεύσεων και την αύξηση του ποσοστού κάλυψης εργαζομένων από ΣΣΕ, όπως προβλέπει η Ευρωπαϊκή Οδηγία 2022/2041.
Στον διάλογο αυτόν η ΓΣΕΕ θα συμμετάσχει. Ωστόσο, όπως υπογραμμίζει, τα περιγραφόμενα στην επιστολή καλύπτουν τμήμα μόνο των αιτημάτων της Συνομοσπονδίας και των εργαζόμενων. «Η θέση μας είναι ξεκάθαρη: ο θεσμός των ελεύθερων συλλογικών διαπραγματεύσεων δεν μπορεί να λειτουργήσει παρά μόνο με ακηδεμόνευτες από το κράτος διαδικασίες και με την πλήρη επαναφορά του πλαισίου που περιλαμβάνει τη μετενέργεια, την επεκτασιμότητα, τη συρροή και την καθολικότητα».
Σύμφωνα με τη ΓΣΕΕ, «η κυβέρνηση δεν θα πρέπει να ξεχνά ότι η συντριπτική πλειονότητα του κόσμου της εργασίας τάσσεται υπέρ της επαναφοράς του θεσμού στην προ μνημονίου μορφή του.
Το 86% των ερωτώμενων σε πρόσφατη έρευνα του ΙΝΕ-ΓΣΕΕ υποστηρίζουν την καθολική κάλυψη όλων των εργαζομένων και την υποχρεωτική ισχύ για όλες τις επιχειρήσεις των συλλογικών συμβάσεων εργασίας.
Σήμερα, λιγότερο από το ένα τρίτο των εργαζόμενων καλύπτεται από ΣΣΕ.
Η θεσμική αυτή ανωμαλία θα πρέπει άμεσα να θεραπευθεί, καθώς είναι βασική υπεύθυνη για την καθήλωση των μισθών και την συρρίκνωση των δικαιωμάτων των εργαζόμενων.
Αν πράγματι η κυβέρνηση ενδιαφέρεται για τον ελεύθερο κοινωνικό διάλογο, τη βελτίωση των όρων ζωής και εργασίας, την αύξηση της παραγωγικότητας, τότε θα πρέπει να προχωρήσει σε γενναίες πρωτοβουλίες».