H κυβέρνηση αναθεωρεί τον στόχο του πρωτογενούς πλεονάσματος και για το 2025 και πλέον ο πήχης μπαίνει πάνω από το 3%, με την αναθεώρηση να στηρίζεται τόσο από τη μη αναμενόμενη εκτόξευση του πρωτογενούς πλεονάσματος του 2024, όσο και από τα πρώτα στοιχεία εκτέλεσης του φετινού προϋπολογισμού.
Για το 2025, ο προϋπολογισμός προβλέπει την παραγωγή πρωτογενούς πλεονάσματος της τάξεως του 2,4%, ποσοστό που θα οδηγήσει σε έλλειμμα γενικής κυβέρνησης της τάξεως του 0,6%, δεδομένου ότι οι τόκοι εξυπηρέτησης του δημοσίου χρέους υπολογίζεται ότι θα αντιστοιχούν φέτος περίπου στο 3% του ΑΕΠ. Μετά την αναθεώρηση του πήχη για το πρωτογενές πλεόνασμα, η Ελλάδα αναμένεται ότι θα εμφανίσει πλεόνασμα για δεύτερη συνεχόμενη χρονιά και σε επίπεδο γενικής κυβέρνησης.
Πρωτογενές πλεόνασμα της τάξεως του 3% θα είναι αρκετό γι’ αυτό τον σκοπό, καθώς οι τόκοι εξυπηρέτησης του χρέους στην πραγματικότητα είναι «κλειδωμένοι» σε απόλυτο ποσό, οπότε χρόνο με τον χρόνο μειώνονται αναλογικά με το ΑΕΠ. Φέτος, προς αυτή την κατεύθυνση βοηθάει και η αποκλιμάκωση των επιτοκίων από την ΕΚΤ, η οποία έχει ήδη γίνει αισθητή κυρίως στις αποδόσεις των εντόκων γραμματίων του Ελληνικού Δημοσίου. Η προς τα πάνω αναθεώρηση του πρωτογενούς πλεονάσματος και για το 2025 στηρίζεται σε πολλές πηγές. Η μία είναι η συνεχιζόμενη βελτίωση της πορείας των φορολογικών εσόδων. Και η δεύτερη είναι η αύξηση των εισπράξεων από τις ασφαλιστικές εισφορές. Μέχρι στιγμής, το οικονομικό επιτελείο έχει στα χέρια του στοιχεία γενικής κυβέρνησης για το α’ δίμηνο (το οποίο στηρίζεται σε δεδομένα που δημοσιονομικά επηρεάζουν την προηγούμενη χρονιά, δηλαδή το 2024).
Ωστόσο, η σύγκριση με το αντίστοιχο περσινό δίμηνο δείχνει ότι η βελτίωση συνεχίζεται. Για παράδειγμα, σε επίπεδο κεντρικής διοίκησης καταγράφεται πρωτογενές πλεόνασμα 4,092 δισ. ευρώ από 2,992 δισ. ευρώ το 2024, ενώ οι οργανισμοί κοινωνικής ασφάλισης δείχνουν φέτος πλεόνασμα 359 εκατ. ευρώ στο δίμηνο Ιανουαρίου – Φεβρουαρίου έναντι 18 εκατ. ευρώ πέρυσι. Βελτιωμένη έστω και λίγο είναι η κατάσταση και στην τοπική αυτοδιοίκηση, με έσοδα 207 εκατ. ευρώ από 185 εκατ. ευρώ πέρυσι. Η μείωση της ανεργίας, η εφαρμογή της κάρτας εργασίας σε μεγαλύτερη κλίμακα, αλλά και η αύξηση των μικτών αποδοχών φέρνουν περισσότερα έσοδα από ασφαλιστικές εισφορές, ενώ η γενικευμένη εφαρμογή των μέτρων για την αύξηση των ηλεκτρονικών πληρωμών (για παράδειγμα, φέτος θα έχουμε διασυνδεδεμένες ταμειακές μηχανές για όλο τον χρόνο και όχι για τη μισή χρονιά όπως συνέβη πέρυσι) τονώνει περαιτέρω και τα φορολογικά έσοδα. Πολύ καλύτερη εικόνα σε σχέση με τον αρχικό προγραμματισμό αναμένεται και στις φορολογικές δηλώσεις. Ενώ το 2023 η χρονιά έκλεισε με ιστορικό ρεκόρ δηλωθέντων εισοδημάτων 109 δισ. ευρώ, φέτος αναμένεται να καταρριφθεί αυτό το ρεκόρ με επίδοση άνω των 115 δισ. ευρώ, κάτι που θα ανεβάσει και τις εισπράξεις από τον φόρο εισοδήματος.
Το υπερπλεόνασμα
Το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο δεν «είδε» τα υπερπλεονάσματα του 2024 στην ετήσια έκθεση των δημοσιονομικών επιδόσεων που δημοσιεύτηκε με αφορμή την εαρινή σύνοδο στην Ουάσιγκτον, κάτι που σημαίνει ότι όλες οι προβλέψεις για τις δημοσιονομικές επιδόσεις της Ελλάδας τα επόμενα χρόνια στηρίχτηκαν σε λανθασμένη βάση. Για το 2024, το ΔΝΤ εκτίμησε ότι ο προϋπολογισμός κλείνει με έλλειμμα γενικής κυβέρνησης της τάξεως του 0,3%, όταν έχει ήδη ανακοινωθεί από προχθές πλεόνασμα 1,3% τόσο από τη Eurostat όσο και από την ΕΛΣΤΑΤ. Βεβαίως, το ΔΝΤ επισημαίνει στην έκθεση «fiscal monitor» ότι χρησιμοποιήθηκαν στοιχεία που ήταν διαθέσιμα μέχρι και στις αρχές Απριλίου, κάτι που σημαίνει ότι οι δημοσιονομικές επιδόσεις-έκπληξη της Ελλάδας δεν ήταν γνωστές στους συντάκτες της έκθεσης.
Οι συνεχιζόμενες θετικές εξελίξεις στο δημοσιονομικό πεδίο διευκολύνουν τα σχέδια της κυβέρνησης για νέο κύκλο παροχών, καθώς και ελαφρύνσεων στην άμεση φορολογία, μέτρα τα οποία θα εξειδικευτούν στους επόμενους μήνες και θα παρουσιαστούν από τον πρωθυπουργό στα εγκαίνια της ΔΕΘ. Ο ίδιος ο κ. Μητσοτάκης μίλησε χθες για στοχευμένη μείωση των φόρων στη μεσαία τάξη, που θα αφορά το έτος 2026. Όλα αυτά έρχονται σε συνέχεια των μέτρων στήριξης που ανακοινώθηκαν την Τρίτη και αφορούν το μόνιμο επίδομα των συνταξιούχων ύψους 250 ευρώ και την ενίσχυση όσων ενοικιάζουν πρώτη κατοικία, κόστους 600 εκατ. ευρώ, ενώ επιπλέον 500 εκατ. ευρώ δίδονται για δημόσιες επενδύσεις. Επίσης, ο πήχης των παροχών που έχει εξαγγελθεί για το 2026 είναι ύψους 1 δισ. ευρώ, συν ένα ποσό που μπορεί να προκύψει από τη ρήτρα διαφυγής των αμυντικών δαπανών, που εκτιμάται ότι μπορεί να φτάσει έως και 500 εκατ. ευρώ.
Αποκλιμάκωση του χρέους προβλέπει το ΔΝΤ
Αποκλιμάκωση τουλάχιστον 25 μονάδων στην αναλογία του χρέους ως προς το ΑΕΠ προβλέπει το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο για την περίοδο μέχρι το τέλος της δεκαετίας. Με μια «συντηρητική» πρόβλεψη η οποία στηρίζεται σε ήδη ξεπερασμένες παραδοχές όσον αφορά τις δημοσιονομικές επιδόσεις της χώρας, το ΔΝΤ εκτιμά ότι η αναλογία του χρέους θα περιοριστεί από το 150,9% του ΑΕΠ που ήταν το 2024, στο 125,1% μέχρι το 2030. Ακόμη και έτσι, όμως, προκύπτει ότι και το ΔΝΤ υπολογίζει ότι μέχρι το τέλος της δεκαετίας η Ελλάδα θα ξεπεράσει στον συγκεκριμένο δείκτη όχι μόνο την Ιταλία (το ΔΝΤ το τοποθετεί αυτό χρονικά εντός του 2026) αλλά και τη Γαλλία και το Βέλγιο. Και αυτό διότι η μεν Ιταλία θα έχει αναλογία χρέους προς ΑΕΠ στο 137,7% μέχρι το 2030, ενώ η Γαλλία θα έχει αυξήσει τον δικό της δείκτη στο 128,4%, αφήνοντας την Ελλάδα στην 4η θέση, πίσω και από το Βέλγιο που θα έχει χρέος 125,6% ένα ντι 125,1% της Ελλάδας. Το πιο εντυπωσιακό είναι ότι το 2030 η Ελλάδα εκτιμάται ότι θα έχει χαμηλότερη αναλογία χρέους προς ΑΕΠ και από το G7 (εκτιμάται ότι ο δείκτης του θα φτάσει στο 129,3%) και από τις ΗΠΑ (με χρέος 128,2% το 2030).
Διαβάστε ακόμη:
Το 2031 η εξόφληση του δανείου του α’ μνημονίου – Στόχος το χρέος στο 120% του ΑΕΠ το 2030