Αύξηση κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες σε σχέση με το 2023 (13,5%) στο σύνολο του πληθυσμού, παρουίασε η υλική και κοινωνική στέρηση το 2024 (δείκτης «Ευρώπη 2030») όπως προκύπτει από την Έρευνα Εισοδήματος και Συνθηκών Διαβίωσης των Νοικοκυριών (SILC) 2024, που έδωσε στη δημοσιότητα η ΕΛΣΤΑΤ.
Ειδικότερα, το ποσοστό του πληθυσμού που στερείται τουλάχιστον 7 από έναν κατάλογο 13 αγαθών και υπηρεσιών (δηλαδή ο δείκτης που υπολογίζει το “ποσοστό του πληθυσμού με σοβαρές υλικές και κοινωνικές στερήσεις Ευρώπη 2030”) ανέρχεται σε 14%.

Η εικόνα ανά ηλικιακή ομάδα
Από τα στοιχεία της έρευνας προκύπτει μείωση της υλικής και κοινωνικής στέρησης για τα παιδιά ηλικίας 0 – 17 ετών, κατά 1,7 ποσοστιαίες μονάδες το 2024 (13,9%) σε σχέση με το 2023 (15,6%). Όσον αφορά την ηλικιακή ομάδα των ατόμων 65 ετών και άνω, παρατηρείται αύξηση της υλικής και κοινωνικής στέρησης κατά 0,5 ποσοστιαίες μονάδες το 2024 (12,8%) σε σχέση με το 2023 (12,3%). Στις ηλικίες 18 έως 64 ετών παρατηρείται αύξηση της υλικής και κοινωνικής στέρησης κατά 0,9 ποσοστιαίες μονάδες το 2024 (14,4%) σε σχέση με το 2023 (13,5%).
Το 46% δεν μπορεί να αντέξει οικονομικά μία εβδομάδα διακοπών
Ενδεικτικά των δυσκολιών που βιώνουν πολλά νοικοκυριά είναι και τα στοιχεία που καταγράφουν την ποσοστιαία κατανομή του πληθυσμού με υλικές και κοινωνικές στερήσεις, κατά συνιστώσα στέρησης.

Με βάση τα στοιχεία αυτά, διαπιστώνεται κυρίως η οικονομική αδυναμία του πληθυσμού να αντικαταστήσουν τα φθαρμένα έπιπλα (56,5%), να πληρώσουν το ενοίκιο ή δόση δανείου ή πάγιους λογαριασμούς (42,8%), να καλύψουν έκτακτες αλλά αναγκαίες δαπάνες (43,9%) και να πληρώσουν για μια εβδομάδα διακοπών (46,0%).
Το 27% μένει σε κατοικία με στενότητα χώρου
Όπως προκύπτει από τα στοιχεία της ΕΛΣΤΑΤ, το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιεί σε κατοικία με στενότητα χώρου ανέρχεται σε 27% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 24,5% για τον μη φτωχό πληθυσμό, ενώ για τον φτωχό πληθυσμό σκαρφαλώνει στο 36,9%. Σημειώνεται ότι το ποσοστό του πληθυσμού που διαβιεί σε κατοικία με στενότητα χώρου το 2024 είναι μεγαλύτερο στην περίπτωση της ηλικιακής ομάδας έως και 17 ετών και ανέρχεται σε 40,9% για το σύνολο του πληθυσμού, σε 36,4% για τον μη φτωχό πληθυσμό και σε 56,7% για τον φτωχό πληθυσμό.
«Καμπανάκια» χτυπούν τα στοιχεία ιδίως για τις δυσκολίες που αντιμετωπίζουν τα φτωχότερα τμήματα πληθυσμού. Ενδεικτικά, σύμφωνα με την ΕΛΣΤΑΤ:
- Το 34,4% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει ότι στερείται διατροφής που περιλαμβάνει κάθε δεύτερη ημέρα κοτόπουλο, κρέας, ψάρι ή λαχανικά ίσης θρεπτικής αξίας, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού εκτιμάται σε 5,6%.
- Το 81,9% του φτωχού πληθυσμού και το 34,6% του μη φτωχού δηλώνει οικονομική δυσκολία να καλύψει έκτακτες, αλλά αναγκαίες δαπάνες ύψους, περίπου, 480 ευρώ.
- Το 74,8% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει αδυναμία πληρωμής μίας εβδομάδας διακοπών. Το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού ανέρχεται σε 39%.
- Το 43,6% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει οικονομική αδυναμία για ικανοποιητική θέρμανση τον χειμώνα ενώ το αντίστοιχο ποσοστό του μη φτωχού πληθυσμού ανέρχεται σε 13,0%.
- Το ποσοστό του πληθυσμού που δηλώνει επιβάρυνση από το κόστος στέγασης ανέρχεται σε 28,9%, ενώ το ποσοστό για τον φτωχό και για τον μη φτωχό πληθυσμό είναι 88,9% και 14,2%, αντίστοιχα.
- Το 36,3% του πληθυσμού που έχει λάβει καταναλωτικό δάνειο για αγορά αγαθών και υπηρεσιών, δηλώνει ότι δυσκολεύεται πάρα πολύ στην αποπληρωμή αυτού ή των δόσεων. Το ποσοστό αυτό διαμορφώνεται σε 49,6% για τον φτωχό πληθυσμό και σε 33,1% για τον μη φτωχό πληθυσμό.
- Το 56,1% του φτωχού πληθυσμού δηλώνει δυσκολία στην έγκαιρη πληρωμή πάγιων λογαριασμών, όπως αυτών του ηλεκτρικού ρεύματος, του νερού, του φυσικού αερίου, κ.λπ., ενώ για τον μη φτωχό πληθυσμό το ποσοστό αυτό ανέρχεται σε 19,2%.
- Το 77,0% του φτωχού πληθυσμού και το 25,4% των μη φτωχών νοικοκυριών αναφέρει μεγάλη δυσκολία στην αντιμετώπιση των συνήθων αναγκών του με το συνολικό μηνιαίο ή εβδομαδιαίο εισόδημά του.
naftemporiki.gr