Ένα δύσκολο συγκερασμό επιδιώκει η πολιτική ηγεσία του υπουργείου Περιβάλλοντος (ΥΠΕΝ) προκειμένου να «θεραπέψει» κάποιες από τις συνέπειες της απόφασης του Συμβουλίου της Επικρατείας (ΣτΕ) περί των περιβαλλοντικών κινήτρων του Νέου Οικοδομικού Κανονισμού (ΝΟΚ) στην κτηματαγορά.
Η καθυστέρηση αντίδρασης του ΥΠΕΝ, είναι απόρροια της δυσκολίας του θέματος, αλλά και μιας συνολικής έλλειψης αντανακλαστικών στην αντιμετώπιση των πολεοδομικών θεμάτων με νομοθετήματα που συχνά πυκνά «πέφτουν» στο ανώτατο δικαστήριο.
Η παρέμβαση του ΥΠΕΝ για τις συνέπειες του ΝΟΚ θα προχωρήσει με Προεδρικό Διάταγμα (ΠΔ) ώστε να λάβει την έγκριση του ΣτΕ προς αποφυγή νέας αρνητικής αντίδρασης του.
Υπενθυμίζεται ότι η απόφαση του ΣτΕ έκρινε αντισυνταγματική τη διαδικασία με την οποία εφαρμόζονται και όχι τα ίδια τα περιβαλλοντικά κίνητρα του ΝΟΚ. Ζήτησε δηλαδή η εφαρμογή τους να περάσει μέσα από πολεοδομικό σχεδιασμό δηλαδή από τα Τοπικά Πολεοδομικά Σχέδια (ΤΠΣ) και όχι μέσω των οριζόντιων διατάξεων του ΝΟΚ.
Το ζήτημα είναι βεβαίως ότι η χώρα θα αποκτήσει ΤΠΣ σε τρία χρόνια (στο αισιόδοξο σενάριο) και στο μεταξύ οι βασικές κατηγορίες των κατασκευαστών που έχουν κάνει χρήση του ΝΟΚ είναι τρεις:
Η πρώτη είναι αυτή που δεν αντιμετωπίζει κανένα πρόβλημα, οι εργασίες έχουν ξεκινήσει και δεν έχει γίνει προσφυγή εναντίον της οικοδομικής άδειας.
Η δεύτερη έχει εκδώσει άδειες κατά ΝΟΚ, χωρίς να έχει ξεκινήσει τις εργασίες. Σύμφωνα με πληροφορίες το ΥΠΕΝ εξετάζει το ενδεχόμενο να θεσμοθετήσει τη δυνατότητα αναθεώρησης των αδειών αυτών χωρίς την καταβολή φόρου ή και επιστροφής των φόρων που είχαν καταβληθεί για τα τετραγωνικά που θα αφαιρεθούν.
Ωστόσο, καθώς σε αρκετές περιπτώσεις οι κατασκευαστές έχουν συνάψει συμβόλαια αντιπαροχής πληρώνοντας τον οικοπεδούχο με βάση τη δόμηση συγκεκριμένων τετραγωνικών μέτρων, προς συζήτηση είναι και το σενάριο να τους δοθεί η δυνατότητα να συνεχίσουν την οικοδομή τους καταβάλλοντας ένα χρηματικό ποσό ως περιβαλλοντικό ισοζύγιο. Για το τελευταίο χρειάζεται ισχυρή τεκμηρίωση ώστε να πειστεί το ΣτΕ.
Η τρίτη κατηγορία είναι και η πιο δύσκολη. Βάσει της απόφασης του ΣτΕ οι άδειες οι οποίες είχαν ήδη προσβληθεί στα δικαστήρια έως και τις 11.12.2024, ακυρώνονται για τον λόγο αυτό, έστω και αν είχαν ήδη αρχίσει οι οικοδομικές εργασίες, διότι το αντίθετο θα παραβίαζε το δικαίωμα δικαστικής προστασίας.
Πρόκειται, σύμφωνα με την εκτίμηση του ΥΠΕΝ, για 200 περιπτώσεις κατασκευών που βρίσκονται σε προχωρημένο στάδιο αλλά έχουν δεχτεί προσφυγή και με βάση την απόφαση του ανώτατου δικαστηρίου δεν μπορούν να συνεχιστούν. Είναι προφανές ότι η οικονομική ζημιά για τους κατασκευαστές που έχουν βρεθεί σε αυτή τη θέση, αλλά και για όσους έχουν πληρώσει για την απόκτηση κατοικίας στις οικοδομές αυτές είναι τεράστια. Επίσης οι πόλεις έχουν ήδη αρκετή ασχήμια δεν αντέχουν ημιτελείς κατασκευές.
Το ΥΠΕΝ αναζητά, σύμφωνα με πληροφορίες, την ενδεδειγμένη τεκμηρίωση προκειμένου να παρέμβει και σε αυτές τις περιπτώσεις πιθανότατα επίσης με τη λογική της καταβολής ενός ποσού στο Πράσινο Ταμείο ως περιβαλλοντικό ισοζύγιο.
Η «έναρξη εργασιών»
Με το υπό επεξεργασία ΠΔ θα επιχειρηθεί να ερμηνευτεί και το τι σημαίνει «έναρξη εργασιών».
Υπενθυμίζεται ότι σύμφωνα με την απόφαση του ΣτΕ οι άδειες για τις οποίες οι οικοδομικές εργασίες έχουν ξεκινήσει και, πολύ περισσότερο, έχουν ολοκληρωθεί, δεν μπορούν να ακυρωθούν ή να ανακληθούν.
Ως έναρξη υλοποίησης των οικοδομικών αδειών το ανώτατο δικαστήριο θεωρεί τις εργασίες εκσκαφής για την ανέγερση της οικοδομής, ο χρόνος πραγματοποίησης των οποίων πρέπει να αποδεικνύεται.
Στελέχη του ΥΠΕΝ κρίνουν αναγκαίο το ΠΔ να καλύπτει και άλλες περιπτώσεις που καταδεικνύουν έναρξη εργασιών. Ο πρώην υπουργός Περιβάλλοντος, Θοδωρής Σκυλακάκης, έχει αναφέρει το παράδειγμα της κατεδάφισης ενός παλαιού κτιρίου για την ανέγερση καινούργιου εκτιμώντας ότι και αυτή η πράξη συνιστά έναρξη εργασιών.
Η παρέμβαση όσο αφορά το ΝΟΚ συζητείται στο αρμόδιο υπουργείο πολλούς μήνες, ακόμα και πριν την απόφαση του ΣτΕ τον Δεκέμβριο, αφού ήταν γνωστό το που περίπου θα κινηθεί το ανώτατο δικαστήριο.
Σιωπηρά και χωρίς δημόσια ανακοίνωση έχει δώσει παράταση της αναστολής έκδοσης αδειών κατά ΝΟΚ και ακύρωσης της αναστολής αδειών από τους δήμους έως 30.4.25 με το ν.5184/25. Η πραγματικότητα είναι ότι καθυστερώντας το ΥΠΕΝ το δημόσιο χάνει ακόμα περισσότερο την αξιοπιστία του σε αυτόν τον τομέα, εκθέτοντας τη χώρα μεταξύ άλλων σε ξένους και Έλληνες επενδυτές.
Ένας επιπλέον λόγος που δεν μπορεί εκτιμηθεί το πότε θα ανακοινωθεί το περιεχόμενο του εν λόγω ΠΔ είναι και η αλλαγή του υπουργού Περιβάλλοντος και Ενέργειας. Μένει να φανεί αν ο νέος υπουργός, Σταύρος Παπασταύρου, θα κινηθεί γρήγορα, αξιοποιώντας τη δουλειά που έχει γίνει από τον υφυπουργό Νίκο Ταγαρά και τον γενικό γραμματέα Χωρικού Σχεδιασμού και Αστικού Περιβάλλοντος, Ευθύμιο Μπακογιάννη.
Αλαλούμ και με την εκτός σχεδίου δόμηση και τις Πολεοδομίες
Το ζήτημα με το ΝΟΚ, όμως, δεν είναι το μοναδικό για το οποίο το ΥΠΕΝ χρειάζεται να παρέμβει. Κριτική για μεγάλη καθυστέρηση στην αντίδραση του υπουργείου Περιβάλλοντος καταγράφεται, μεταξύ άλλων, και σε ό,τι αφορά την εκτός σχεδίου δόμηση, ενώ έπειτα και από την υπόθεση διαφθοράς στην πολεοδομία Ρόδου στο προσκήνιο έχει επανέλθει το τι μέλλει γενέσθαι με τις Υπηρεσίες Δόμησης (ΥΔΟΜ).
Συνέπεια παρεμβάσεων και πάλι του ΣτΕ επικρατεί κομφούζιο στα εκτός σχεδίου οικόπεδα 4 στρεμμάτων με κάποιες Υπηρεσίες Δόμησης να προχωρούν στην έκδοση οικοδομικών αδειών και άλλες όχι. Το ανώτατο δικαστήριο απαγόρευσε τη δόμηση εκτός σχεδίου οικοπέδων χωρίς «πρόσωπο» σε δρόμο (είτε ιδιωτικό – σύσταση δουλείας με παρακείμενο οικόπεδο, είτε δημόσιο αλλά μη αναγνωρισμένο). Ελλείψει νέας νομοθεσίας οι πολεοδομίες δρουν κατά το δοκούν.
Υπό συζήτηση βρίσκεται και το καθεστώς λειτουργίας των Υπηρεσιών Δόμησης. Υπάρχουν δήμοι που διαθέτουν ΥΔΟΜ και εξυπηρετούν και άλλους που δεν έχουν, ενώ στη συντριπτική τους πλειοψηφία οι υπηρεσίες αυτές είναι υποστελεχωμένες.
Μια από τις προτάσεις που έχει τεθεί στο τραπέζι είναι η μεταφορά τους σε επίπεδο Περιφερειακής Ενότητας, ώστε να αποκτήσουν ένα ικανό μέγεθος, να στελεχωθούν καλύτερα και να σταματήσουν (εκεί που συμβαίνει βεβαίως) να αποτελούν «μαγαζάκι» του εκάστοτε δημάρχου.